Ενότητα 3.2 (137)
Γνωσιολογία, Οντολογία και Πολιτική
3.2.1 Ανάμνησις
Ο Σωκράτης επιμένει πως δε γνωρίζει τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που θέτει. Καταφέρνει δε πάντα να αποδεικνύει πως ούτε οι συνομιλητές του γνωρίζουν. Ο σκοπός του όμως δεν είναι μόνο αρνητικός. Εκείνο που πραγματικά θέλει είναι να βρει τις απαντήσεις. Όταν λοιπόν αποδεικνύεται η άγνοια των συνομιλητών του, τους καλεί να ερευνήσουν μαζί μέχρι να βρουν την απάντηση.
Μένων : ο Σωκράτης τον ρωτάει τι είναι αρετή. Όταν ο Μένων αναγκάζεται να παραδεχθεί πως δε γνωρίζει, ο Σωκράτης τον καλεί να βρουν μαζί την απάντηση. Ο Μένων το θεωρεί μάταιο, χρησιμοποιώντας το δίλημμα : πως θα ερευνήσει κάτι που δε γνωρίζει; Ποιο από όσα δεν ξέρει, θα ψάξει να βρει; Κι αν ακόμη φτάσει κοντά στην απάντηση, πώς θα ξέρει πως είναι η σωστή;
Ο Μένων θεωρεί μάταιη την αναζήτηση γιατί θεωρεί πως κάτι είτε το γνωρίζουμε, είτε όχι. Αν το γνωρίζουμε δε χρειάζεται να ψάξουμε να το ανακαλύψουμε. Αν δεν το γνωρίζουμε, δε μπορούμε να κρίνουμε με σιγουριά πως η απάντηση που θα βρούμε είναι η σωστή. Ο Μένων δεν αναφέρεται σε οποιαδήποτε έρευνα πρακτικού θέματος, αλλά θεωρητικού (138) όπως η φιλοσοφία.
Ο Σωκράτης, για να αποδείξει πως ο Μένων κάνει λάθος, χρησιμοποιεί το μύθο της ανάμνησης που μάλλον προέρχεται από τους Πυθαγόρειους: Η ψυχή μας προϋπήρχε του σώματός μας και θα υπάρχει και μετά από αυτό. Το σημαντικό δεν είναι τόσο η αθανασία της ψυχής, αλλά οι γνωσιολογικές επιπτώσεις αυτού. Η ψυχή πριν μας κατοικήσει γνώριζε όλα τα θεωρητικά αντικείμενα. Με την ενσωμάτωσή της σε μας ξεχνάει, έχει όμως τη δυνατότητα να ξαναθυμηθεί και πολλές φορές το καταφέρνει. Ο περίφημος ισχυρισμός του Πλάτωνα είναι πως αυτό που ονομάζουμε μάθηση, είναι στην ουσία, ανάμνηση.
Για να αποδείξει τον ισχυρισμό αυτό, ο Σωκράτης κάνει μια επίδειξη χρησιμοποιώντας ένα δούλο του Μένωνα. Ο νεαρός κατάφερε να λύσει ένα γεωμετρικό πρόβλημα χωρίς να γνωρίζει γεωμετρία. Άρα η άποψη του Μένωνα πως η έρευνα είναι χαμένος κόπος γιατί δε μπορούμε να βρούμε κάτι αν δεν το γνωρίζουμε είναι λάθος. Για το Σωκράτη ο λόγος που ο δούλος έλυσε το γεωμετρικό πρόβλημα είναι ότι οι ερωτήσεις που του έκανε τον βοήθησαν να θυμηθεί.
Βέβαια, αποδέχεται τη βασική πρόταση του Μένωνα : για να βρεις κάτι, πρέπει να διαθέτεις σε κάποιο βαθμό την αρχική γνώση του ζητούμενου. Για να βρεις αυτό που ζητάς πρέπει να αναγνωρίσεις πως το ζητάς. Για να το αναγνωρίσεις πρέπει να το ξέρεις ήδη. Η θεωρία της ανάμνησης λέει ότι η γνώση που είχε η ψυχή του δούλου πριν κατοικήσει στο σώμα του είναι αυτή που του επέτρεψε να βρει τη λύση. Η ανακάλυψη είναι ένα είδος αναγνώρισης και προϋποθέτει προηγούμενη γνώση (139). Ο Μένων ορθώς ανησυχεί σχετικά με τη δυσκολία που έχει η ανακάλυψη κάθε τι καινούριου. Κάνει λάθος όμως πως δεν αξίζει να το ερευνούμε γιατί δεν ήξερε πως η ανακάλυψη είναι στην πραγματικότητα αναγνώριση.
Ο Πλάτων μπορεί να μην αποδέχεται τη μυθολογική προέλευση της ανάμνησης, αποδέχεται όμως τη φιλοσοφική της υπόδειξη. Υπάρχει μια μεταφυσική συγγένεια ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, που έχει γνωσιολογικές επιπτώσεις. Λόγω αυτής της συγγένειας αναγνωρίζουμε – υπό προϋποθέσεις – την αλήθεια όταν τη συναντάμε. Οι συνθήκες αφορούν στο σωκρατικό έλεγχο : για να μπορέσει η ψυχή να αναγνωρίσει την αλήθεια, πρέπει να ευαισθητοποιηθεί. Η ευαισθητοποίηση αυτή αποτελείται κυρίως από την αποδοχή πως δε γνωρίζει αυτά που νομίζει ότι γνωρίζει. Έτσι, η ψυχή εκτός του ότι ευαισθητοποιείται, εισέρχεται και σε γνωσιολογική ετοιμότητα.
Το γεγονός πως ο Πλάτων μας παρουσιάζει την ευαισθητοποίηση της ψυχής μέσω του Σωκράτη, δε σημαίνει πως είναι πάντα απαραίτητος ένας Σωκράτης για να επιτευχθεί η ευαισθητοποίηση. Σημαίνει πως για να βρούμε κάτι, πρέπει να το ψάξουμε. Αν το ψάξουμε, θα το βρούμε. Κανείς όμως δεν ψάχνει κάτι αν δεν είναι πραγματικά σίγουρος ότι το έχει.
3.2.2 Επιστήμη και δόξα
Το γεγονός πως ο δούλος βρίσκει τη λύση του προβλήματος δε σημαίνει πως έχει την πραγματική γνώση (επιστήμη). Ο χαρακτηρισμός της γνωσιολογικής κατάστασης του δούλου, είναι πως έχει σωστή γνώμη.
Ο Πλάτων πιστεύει πως υπάρχουν τρεις γνωσιολογικές καταστάσεις :
Απλή γνώμη : η κατώτερη. Εκείνος που την έχει πιστεύει πως είναι σωστή, αλλά δε μπορεί να είναι σίγουρος. Στην αρχή της συζήτησης δούλου – Σωκράτη, όταν ο δούλος έδινε τις λάθος απαντήσεις είχε απλώς γνώμη, και λανθασμένη μάλιστα. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως οι απλές γνώμες είναι πάντα λανθασμένες. Μερικές μπορεί να είναι και σωστές. Έχουν όμως μικρή γνωσιολογική αξία, γιατί ο κάτοχός τους δε μπορεί να είναι σίγουρος πως είναι σωστές.
Σωστή γνώμη (αληθής δόξα) : είναι σωστή ή όχι. Δε μπορεί να είναι (όπως η απλή) ίσως σωστή, ίσως όχι. Το σημαντικότερο που τη διαχωρίζει από την απλή γνώμη είναι πως παρέχει κάποια ένδειξη στον κάτοχό της ότι όντως είναι σωστή (ο κάτοχος της απλής γνώμης δε μπορεί να είναι σίγουρος). (140) Η ένδειξη αυτή είναι καθαρά ψυχολογική, άρα προσωπική. Μοιάζει με το συναίσθημα που μας πιάνει όταν θυμόμαστε κάτι. Αυτή είναι η ψυχολογική ένδειξη της ανάμνησης. Από μόνη της όμως, δεν αποτελεί γνώση. Με το τέλος της επίδειξης, ο νεαρός έχει σωστή γνώμη, αλλά όχι γνώση καθώς δε μπορεί να αποδείξει την ορθότητα της γνώμης του. Γνώση θα αποκτήσει όταν μάθει το θεώρημα. Η ψυχολογική ένδειξη της αλήθειας δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα.
Γνώση : το αντικείμενό της είναι όντως όπως εκείνη το παρουσιάζει και πρόκειται για την αλήθεια. Επίσης, αν κάποιος βρίσκεται στην κατάσταση αυτή μπορεί να εξηγήσει γιατί αυτό για το οποίο έχει τη γνώση είναι πράγματι αλήθεια, δίνοντας τους λόγους που ισχύει αυτό και πως οι λόγοι συνδέονται μεταξύ τους. Οι μερικές και μεμονωμένες αλήθειες συνδέονται και συγκροτούν ένα ολοκληρωμένο σύστημα αλήθειας. Ο γνώστης γνωρίζει μερικά αυτό το σύστημα και τον τρόπο σύνδεσης.
Η παρουσίαση της σωστής γνώμης, αποτελεί σημαντική θεωρητική εξέλιξη για τον Πλάτωνα. Αυτό φαίνεται από τις φιλοσοφικές δυσκολίες που εμποδίσουν τη γνώμη να εξελιχθεί σε γνώση. Οποιοδήποτε σύνολο απόψεων – αν δε φάσκει – μπορεί να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο σύστημα που τα μέλη του αλληλοσυνδέονται και συμφωνούν. Για μια ακόμη φορά όμως, η απλή αμοιβαία συμφωνία δε μπορεί να εγγυηθεί την αλήθεια. Κάλλιστα μπορούν να συμφωνούν και εσφαλμένες απόψεις. Όμως, η σωστή γνώμη που έχει τη βάση της στη θεωρία της ανάμνησης, παρέχει ανεξάρτητη ένδειξη αλήθειας. Αυτό παρέχει με τη σειρά της μια σιγουριά στον ερευνητή πως έχει βρει κάποιες αλήθειες, πριν φτάσει στο σημείο να τις εξηγήσει. Έτσι, στρέφει την έρευνά του προς τη σωστή κατεύθυνση.
3.2.3 Επιχείρημα για την ύπαρξη των ιδεών (141)
Ο Μένων παρουσιάζει την ανάμνηση, χωρίς όμως να εξηγεί ακριβώς το αντικείμενό της. Τι είναι αυτό που θυμόμαστε;
Επίσης, δεν παρουσιάζει πειστικά επιχειρήματα για το γεγονός ότι το ψυχολογικό συναίσθημα που δίνει την ένδειξη της αλήθειας είναι αποτέλεσμα αιτιών που ξεκινούν από προηγούμενη, ξεχασμένη γνώση. Το αίτιό της θα μπορούσε να είναι κάτι πολύ λιγότερο αξιόπιστο, απλά έτυχε στη συγκεκριμένη περίπτωση να είναι σωστό.
Φαίδων : παρουσιάζει (142) ένα επιχείρημα υπέρ του γεγονότος ότι ξαναθυμόμαστε ξεχασμένη γνώση. Ο Σωκράτης παρατηρεί πως όλοι έχουμε κάποια γνώση σχετική με την ισότητα, που όμως δεν αρκεί για να κρίνουμε αν δυο πράγματα είναι ίσα ή όχι. Έτσι αναρωτιέται πως αποκτήσαμε αυτήν τη γνώση. Μπορεί να την αποκτήσαμε παρατηρώντας πράγματα όπως τα ξύλα ή οι πέτρες, που είναι ίσα. Όμως, παρατηρεί πως δυο πράγματα μπορεί να φαίνονται ίσα τη μια στιγμή και άνισα την άλλη. Οπότε, τα πράγματα από μόνα τους δεν παρουσιάζουν την ισότητα. Επίσης, η δυνατότητα που έχουμε να αποκαλούμε ίσα διάφορα πράγματα, σημαίνει πως έχουμε τη δυνατότητα να αναγνωρίζουμε σε αυτά την παρουσία της ισότητας. Δηλαδή, όχι μόνο δε μπορούμε να μάθουμε ότι ήδη γνωρίζουμε για την ισότητα παρατηρώντας τα πράγματα, αλλά δε μπορούμε καν να πούμε αν είναι ίσα ή όχι. Συνεπώς, κάπου αλλού αποκτήσαμε τη γνώση περί ισότητας, με κάτι έχουμε έρθει σε γνωσιολογική επαφή και στο οποίο χρωστάμε την ικανότητα να κάνουμε κρίσεις, όσον αφορά ποια από τα πράγματα με τα οποία οι αισθήσεις μας έρχονται σε επαφή, είναι ίσα και ποια όχι. Αν δεν υπήρχε αυτό το κάτι δε θα υπήρχε τίποτα με το οποίο ήρθαμε σε γνωσιολογική επαφή. Χωρίς αυτήν την επαφή δε θα είχαμε τη (πρώην) γνώση για να κάνουμε αυτές τις κρίσεις. Να που όμως έχουμε τη δυνατότητα, γιατί κάνουμε κρίσεις. Οπότε, υπάρχει μια οντότητα με την οποία έχουμε έρθει σε επαφή κι έτσι έχουμε αποκτήσει την πρώην γνώση. Η οντότητα αυτή είναι η ιδέα της ισότητας. Χρησιμοποιώντας τέτοια επιχειρήματα, ο Πλάτων συμπεραίνει πως πρέπει να υπάρχουν κι άλλες ιδέες.
3.2.4 Οι ιδέες και τα αισθητά
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, (143) στον Φαίδωνα καταλήγει πως πράγματι υπάρχουν και άλλες ιδέες. Εμείς βγάζουμε και συμπεράσματα για ορισμένες από αυτές. Ο Πλάτων συζητά τις ιδέες και αναφέρεται ταυτόχρονα στα αισθητά, γιατί το συμπέρασμά του είναι τα αισθητά και οι ιδιότητές τους.
Η πρώην γνώση δεν προέρχεται από τις αισθήσεις γιατί όπως είδαμε, οι αισθήσεις παρέχουν διφορούμενες πληροφορίες για την ισότητα. Άρα, δε μπορούμε να αποκτήσουμε την πρώην γνώση με τις αισθήσεις μας. Επομένως, αυτό με το οποίο ήρθαμε σε γνωσιολογική επαφή, δε μπορεί να είναι μια αισθητή οντότητα.
Αφού δεν είναι οι αισθήσεις, πρέπει να είναι η νόηση. Οι ιδέες είναι νοητές οντότητες, όχι όμως κατασκευάσματα της νόησής μας. Η σχέση μας μαζί τους είναι σχέση γνώσης, η οποία προϋποθέτει δυο πράγματα : το γνώστη και το αντικείμενο της γνώσης του. Οι ιδέες έχουν ξεχωριστή οντολογική υπόσταση αν και δεν είναι κατασκευάσματα της νόησής μας. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η σχέση μας με αυτές είναι σχέση γνώσης που προϋποθέτει δύο ανεξάρτητα πράγματα : το γνώστη και το αντικείμενο της γνώσης. Η οντολογική υπόσταση των ιδεών, είναι διαφορετική από την οντολογική υπόσταση της νόησης. Οι ιδέες υπάρχουν πριν τη νόηση και θα υπάρχουν και μετά τη νόηση. Άρα, για τον Πλάτωνα η αρετή, το κάλλος και ό,τι ρωτάει ο Σωκράτης είναι ιδέες με οντότητα, με δική τους υπόσταση και υφή τέτοια που να μπορεί η νόησή μας να τις συλλάβει.
Η πρώην γνωσιολογική μας επαφή με αυτές, αν και αδύνατη μέσω των αισθήσεων, έχει επιπτώσεις που τις αφορούν (τις αισθήσεις) άμεσα. Μπορούμε ας πούμε να δούμε αν δυο ξύλα ή λίθοι είναι ίσα μεταξύ τους ή όχι. Αυτό συνεπάγεται πως οι ιδέες και τα αισθητά έχουν άμεση σχέση και τέτοιου είδους που μας επιτρέπει να κάνουμε κρίσεις περί των αισθητών, σύμφωνα με τις ιδέες. Ο Πλάτων χαρακτηρίζει αυτή τη σχέση ως αιτιολογική (Φαίδων). Οι ιδέες είναι οι αιτίες των αισθητών και σε κάποιο βαθμό, μπορούμε να προσδιορίσουμε με ποια έννοια είναι αιτίες. Παρατηρήσαμε ήδη πως είναι γνωσιολογικές αιτίες, γιατί μας κάνουν να αντιληφθούμε και να αποκτήσουμε γνώση (144) για τα αισθητά, αφού σχετίζονται οντολογικά με τις αισθήσεις. Δεν είναι μόνο γνωσιολογικές αλλά και οντολογικές αιτίες των αισθητών. Από αυτό προκύπτει πως οι ιδέες έχουν προτεραιότητα έναντι των αισθητών. Είναι γνωσιολογικά πρότερες των αισθητών καθώς αν δεν είχαμε γνωσιολογική επαφή μαζί τους δε θα μπορούσαμε να κρίνουμε τις ιδιότητες των αισθητών. Οι ιδέες είναι επίσης οντολογικά υπεύθυνες για τα αισθητά, καθώς είναι οντολογικά υπεύθυνες για τις ιδιότητές τους.
Σύμφωνα με τον Πλάτωνα όμως, δε σημαίνει πως υπάρχουν ατομικά αισθητά πράγματα χωρίς ιδιότητες, αλλά με ανεξάρτητη οντολογική υπόσταση, οντολογικά χρεωμένα στις ιδέες, μόνον και μόνο για τις ιδιότητές τους. Για τον Πλάτωνα, τίποτα δεν υπάρχει αν δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, άρα, τίποτα δε μπορεί να υπάρχει χωρίς ιδιότητες. Το κάθε αισθητό που βρίσκεται γύρω μας, είναι ένα σύνολο ιδιοτήτων. Οι ιδιότητες αυτές μπορεί να αλλάζουν, παραμένουν όμως σα σύνολο. Το συμπέρασμα που βγάζουμε είναι πως στον αισθητό κόσμο δεν υπάρχει τίποτα που να μη χρωστά απόλυτα την οντολογική του υπόσταση στις ιδέες.
Ο Πλάτων δεν εξηγεί τις λεπτομέρειες αυτής της αιτιολογικής σχέσης, ούτε προσφέρει μια σχετική φιλοσοφική θεωρία. Τον απασχολούν οι δομικές σχέσεις του κόσμου, όχι οι λεπτομέρειες της οικοδομής του. Για αυτό, συχνά αναφέρεται στην οντολογική σχέση μεταξύ των ιδεών και των αισθητών με μεταφορικό τρόπο. Λέει πως τα αισθητά προσπαθούν να μιμηθούν τις ιδέες ή πως οι ιδέες είναι τα παραδείγματα των αισθητών. Πρέπει όμως να θυμόμαστε πως οι μεταφορές και οι μύθοι του Πλάτωνα έχουν μεγάλο φιλοσοφικό περιεχόμενο, που δεν είναι όμως σχεδόν καθόλου προτασιακό. Δηλαδή, δε μας μιλά καθαρά για αυτό που έχει στο μυαλό του, αλλά το παρουσιάζει μεταφράζοντάς το σε κάποιο μύθο. Καμιά φορά η μυθική παρουσίαση επεξηγεί κάτι το οποίο έχει αναφερθεί προτασιακά. Συνήθως όμως σκοπός του είναι να ερεθίσει τη σκέψη μας και να την οδηγήσει προς μια φιλοσοφικά προσοδοφόρα κατεύθυνση. (145) Ο σκοπός αυτού του ερεθισμού δεν είναι να βρεθεί η δική του λύση πίσω από το μύθο, αλλά να προσπαθήσουμε εμείς να σκεφτούμε πιθανές λύσεις.
Ο Πλάτων δε δίνει ιδιαίτερες πληροφορίες για τους μηχανισμούς της οντολογικής σχέσης ιδεών και αισθητών, λέει όμως αρκετά για να καταλάβουμε ποιες κατά τη γνώμη του είναι μερικές από τις σημαντικότερες ιδιότητες των οντοτήτων που συνάδουν σε αυτήν τη σχέση.
Είπαμε ήδη πως τα αισθητά χρωστούν τις ιδιότητές τους στις ιδέες. Ακόμα όμως και όταν τα αισθητά αποκτούν τις ιδιότητές τους, δεν αποκτούν ανεξάρτητη οντολογική υπόσταση. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, είναι στη φύση των αισθητών να αλλάζουν συνέχεια ιδιότητες. Για αυτό, χρησιμοποιεί για να περιγράψει την οντολογική τους κατάσταση με τον όρο ‘γίγνεσθαι’. Τα αισθητά γίνονται συνέχεια κάτι, κάτι άλλο από αυτό που ήταν πριν. Οι άνθρωποι ας πούμε, γεννιούνται, μεγαλώνουν, γερνούν και όταν πεθάνουν, το σώμα τους (αισθητό μέρος) χάνει τις ανθρώπινες ιδιότητές του, παίρνει άλλες και αλλάζει επ’ άπειρον μορφή. Οπότε, καταλαβαίνουμε πως τα αισθητά δεν καταλήγουν ποτέ σε συγκεκριμένη, αναλλοίωτη μορφή. Μαζί με τη μορφή, αλλάζουν και ιδιότητες που τις παίρνουν από τις ιδέες. Οι ιδέες δεν είναι υπεύθυνες μόνον για τις ιδιότητες των αισθητών αλλά και για τη συντήρηση αυτών των ιδιοτήτων. Μπορούμε λοιπόν να πούμε πως τα αισθητά υποφέρουν από οντολογική ανεπάρκεια, όχι γιατί υπάρχουν εξαιτίας των ιδεών, αλλά και γιατί συντηρούνται ανά πάσα στιγμή από τις ιδέες.
Η οντολογική κατάσταση των ιδεών περιγράφεται όχι ως ‘γίγνεσθαι’ αλλά ως ‘είναι’. Είπαμε πως τα αισθητά έχουν τις ιδιότητες που παραλαμβάνουν από τις ιδέες για όσο καιρό οι ιδέες συντηρούν αυτές τις ιδιότητες. Οι ιδέες όμως είναι αυτές οι ιδιότητες και δε χρωστούν την οντότητά τους σε τίποτε. Δεν παραλαμβάνουν ιδιότητες από αλλού. Άρα, οι ιδέες δεν αλλάζουν ποτέ. (π.χ. το μισό είναι πάντα μισό). Οι ιδέες σχετίζονται μεταξύ τους, όπως και οι ιδιότητες. Είναι οντολογικά επαρκείς γιατί :
- δε χρωστούν την ύπαρξή τους σε τίποτα και συντηρούνται από μόνες τους
- δεν αλλοιώνονται και δεν αλλάζουν ποτέ
Για τον Πλάτωνα τα αισθητά έχουν αληθινή ύπαρξη. (146) Έχουν και είναι αυτά που είναι ή καλύτερα, γίνονται αυτά που γίνονται. Η οντολογική τους ανεπάρκεια, σημαίνει απλώς πως δε μπορούν να υπάρξουν χωρίς τις ιδέες. Από την άλλη, η οντολογική επάρκεια των ιδεών σημαίνει ότι οι ιδέες θα υπήρχαν ακόμα και χωρίς τα αισθητά. Τα παραδείγματα δε χρειάζονται απομιμήσεις για να υπάρξουν, απλώς υπάρχουν. Στον κόσμο όμως, όπως τον αντιλαμβανόμαστε, υπάρχουν και οι ιδέες και τα αισθητά των οποίων η σχέση είναι στενή. Για αυτό και η σκέψη του Πλάτωνα σχετικά με τις ιδέες και τα αισθητά εξελίσσεται και ωριμάζει παράλληλα.
Τώρα μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί ο Πλάτων πιστεύει ότι χρειαζόμαστε παλαιότερη γνώση των ιδεών για να κρίνουμε τα αισθητά. Η γνωσιολογική μας ανεπάρκεια για τα αισθητά, έχει να κάνει με την οντολογική τους ανεπάρκεια. Δεν κατέχουμε την πραγματική γνώση.
Σε ότι έχει να κάνει με την έλλειψη γνώσης των ιδεών, αυτή οφείλεται καθαρά σε μας, γιατί δεν υπάρχει τίποτε στη φύση τους που να μη μπορούμε να μάθουμε, είναι απόλυτα γνωστοποιήσιμες. Είναι απόλυτα πιθανό να αποκτήσουμε πλήρη γνώση των ιδεών, αν και δε μας φτάνει μια ζωή για να τα καταφέρουμε. Τα αισθητά όμως, δεν είναι από τη φύση τους γνωστοποιήσιμα. Η γνώση μας για αυτά είναι αντανάκλαση της οντολογίας τους. Η γνώση είναι ασταθής και η αντανάκλαση της οντολογίας τους είναι ανεπαρκής.
Άρα, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, η φύση δεν ψεύδεται. Δείχνει τον εαυτό της όπως είναι στην ουσία. Κι εμείς έχουμε ήδη ό,τι χρειάζεται για να αποκτήσουμε ολική και επαρκή γνώση της φύσης. Για αυτό όμως, την ανάμνηση, έχουμε ήδη μιλήσει.
3.2.5. Νόηση και αισθήσεις
Όταν μιλούσαμε για την ανάμνηση, είδαμε πως σύμφωνα με τον Πλάτωνα, τα αισθητά δεν αποκαλύπτουν σαφώς τις ιδιότητές τους. Για αυτό (147) χρειάζεται πρότερη γνώση της ιδιότητας ή της ιδέας για να εκφέρουμε μια κρίση. Αυτή η έλλειψη σαφήνειας των αισθητών, οφείλεται στην οντολογική τους ανεπάρκεια. Δε μπορούν να είναι σαφείς για την ισότητα π.χ., γιατί δεν έχουν αυτήν τη δυνατότητα. Η οντολογική τους ανεπάρκεια έχει ως αποτέλεσμα ακόμα κι όταν διαθέτουν μια ιδιότητα αυτή να είναι ανεπαρκής, έτσι και οι δικές μας κρίσεις για τις ιδιότητες είναι συχνά αντιφατικές. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ο Πλάτων δε θεωρεί τις αισθήσεις ως την πηγή που θα μας οδηγήσει στην αληθινή γνώση. Επισημαίνει ότι οι αισθήσεις εκπληρώνουν τους ειδικούς γνωσιολογικούς σκοπούς τους και του έργου τους, που είναι να παρουσιάσουν μια αντικειμενική και αληθινή εικόνα των αισθητών. Όντως, οι αισθήσεις παρουσιάζουν τα αισθητά όπως πραγματικά είναι. Καθώς όμως αυτά είναι οντολογικά ανεπαρκή, η εικόνα που παρουσιάζουν είναι γνωσιολογικά ασταθής. Συγχρόνως όμως, οι αισθήσεις μας είναι εντελώς ακατάλληλες ως γνώση, για οτιδήποτε άλλο εκτός από τα αισθητά. Αφού λοιπόν είναι κατάλληλες για επαφή με οντότητες ανεπαρκείς, η συμβολή τους στη γνώση είναι περιορισμένη, μόνον όμως υπό την έννοια ότι δεν έχουν τη δυνατότητα να μας αποκαλύψουν την αλήθεια από μόνες τους. Όμως η συμβολή τους αν και ανεπαρκής, είναι εντελώς απαραίτητη. Οι αισθήσεις μας είναι το μέσο με το οποίο ερχόμαστε σε επαφή με τον κόσμο για πρώτη φορά. Άλλος σημαντικός λόγος είναι πως η μαρτυρία τους είναι ασταθής. Η αστάθεια αυτή είναι που γεννά ερωτηματικά, που ερεθίζουν τη νόηση να τα απαντήσει. Η διαδικασία δραστηριοποίησης της νόησης είναι αυτή που μετά από έρευνα και σκέψη οδηγεί στις ιδέες και τη γνώση.
Άρα η ενεργοποίηση της νόησης είναι αναγκαία για τη γνωσιολογική μας πρόοδο. Οι ιδέες, ως αμετάβλητες οντότητες και οντολογικά επαρκείς, είναι τα πραγματικά αντικείμενα της γνώσης. Αφού οι αισθήσεις μας μας φέρνουν σε επαφή μόνον με τα αισθητά, ο τρόπος που απομένει για να γνωρίσουμε τις ιδέες είναι η νόηση. (148) Η περιγραφή αυτή κρύβει το φιλοσοφικό κίνητρο του Πλάτωνα, που είναι πως αν βασιστούμε μόνον στις αισθήσεις, τότε παραβλέπουμε τις νοηματικές κατηγορίες, τις ιδέες, βάσει των οποίων ερμηνεύουμε αυτή τη μαρτυρία. Μπορεί, βλέποντας ξύλα και πέτρες να πιστεύουμε πως έχουμε να κάνουμε με αντικείμενα που έχουν συγκεκριμένη θέση στο χώρο. Οι αισθήσεις όμως δεν παρουσιάζουν το αντικείμενο ως αντικείμενο. Βλέπουμε κάτι που συλλαμβάνουμε νοηματικά ως συγκεκριμένο αντικείμενο. Το αντικείμενο αυτό καθ’ αυτό, είναι απλό κατασκεύασμα της νόησης. Έχει δική του οντολογική υπόσταση. Καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο υπάρχει κάθε αισθητό: ως ένα πράγμα, διαφορετικό από τα άλλα, ίδιο με τον εαυτό του κλπ. Για αυτό θεωρείται μια από τις οντότητες που παίζουν σημαντικό ρόλο στη δομή του κόσμου. Είναι όμως νοηματικό μέγεθος με την έννοια πως έχουμε τη δυνατότητα να το συλλάβουμε με τη νόηση και όχι με τις αισθήσεις μας.
Ο Πλάτων ισχυρίζεται πως είναι λάθος να προσπαθούμε να προσδιορίσουμε την ωραιότητα ενός πράγματος βασιζόμενοι στις ορατές του ιδιότητες. Αν αυτές οι ιδιότητες ήταν μόνες θα το έκαναν όντως ωραίο, όπως και κάθε άλλο αντικείμενο στο οποίο θα βρίσκονταν. Συχνά όμως, δύο χρώματα που βρίσκονται σε κάτι που θεωρούμε ωραίο, μπορούν να βρεθούν σε κάτι άλλο που δεν θεωρούμε ωραίο. Άρα δεν είναι τα χρώματα ή οι ορατές ιδιότητες υπεύθυνες για την ομορφιά, αλλά κάτι άλλο. Αυτό το κάτι άλλο είναι η ιδέα του κάλλους και το πράγμα που θεωρούμε ωραίο μετέχει στην ιδέα αυτή.
Μια άλλη έννοια αυτού του ισχυρισμού λέει πως εκείνο που κάνει κάτι ωραίο είναι οι δομικές σχέσεις στις οποίες αυτό εισέρχεται. Όχι οι ιδιαίτερες δομικές σχέσεις που ανήκουν αποκλειστικά σε αυτό, αλλά της μοναδικής δομικής σχέσης που είναι το κάλλος.
3.2.6 Η Ψυχή και το Σώμα
Έχουμε καταλάβει πως ερχόμαστε σε γνωσιολογική επαφή με τις ιδέες μέσω της νόησης. (149). Με τις αισθήσεις ερχόμαστε σε γνωσιολογική επαφή με τα αισθητά (στο βαθμό που αυτά μπορούν να γίνουν γνωστά). Η έδρα της νόησης είναι η ψυχή, η έδρα των αισθήσεων είναι το σώμα.
Όπως είδαμε, υπάρχει σημαντική οντολογική διαφορά μεταξύ ιδεών και αισθητών. Όσον αφορά την οντολογική τους υπόσταση και τη δυνατότητά τους να μας γίνουν γνωστές, οι ιδέες είναι πρότερες των αισθητών. Αυτή η διαφορά έχει επιπτώσεις που αφορούν τα μέσα με τα οποία ερχόμαστε σε γνωσιολογική επαφή μαζί τους.
Η ψυχή, έδρα της νόησης, προηγείται του σώματος, που είναι έδρα των αισθήσεων. Άρα, η ποιότητα της γνωσιολογικής μας πηγής σχετικά με τις ιδέες δε μπορεί να είναι κατώτερη από αυτήν των ιδεών, αλλιώς δε θα μπορούσε να σχετιστεί με αυτές.
Η ποιοτική αυτή διαφορά μεταξύ ψυχής και σώματος (που οφείλεται στο ότι η ψυχή είναι η έδρα της νόησης και το σώμα η έδρα των αισθήσεων), έχει πολλές πλευρές.
- Η ψυχή (σύμφωνα με τον Πλάτωνα) είναι αθάνατη, ενώ το σώμα είναι θνητό. Αυτό βέβαια δεν αρκεί για να μας πείσει, όμως ο Πλάτων, παρουσιάζει επιχειρήματα (Φαίδωνας) για να υποστηρίξει αυτήν την άποψη. Ένα από αυτά έχει να κάνει με τη θεωρία της ανάμνησης. Το γεγονός ότι μπορούμε να κρίνουμε αν τα αισθητά είναι ίσα, ωραία κτλ., σημαίνει πως έχουμε γνώση της ισότητας, του κάλλους κτλ. Αυτή τη γνώση δεν είναι δυνατόν να την αποκτήσαμε από τις αισθήσεις μας, γιατί όπως είδαμε, οι αισθήσεις δεν αποκαλύπτουν επαρκώς αυτές τις ιδιότητες. Άρα, από κάπου αλλού μας ήρθε και μάλιστα, πριν μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε τις αισθήσεις μας. Βέβαια, τις αισθήσεις τις χρησιμοποιούμε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Αυτό σημαίνει ότι αυτή τη γνώση την έχουμε από πριν εφοδιαστούμε με αισθήσεις, άρα, πριν γεννηθούμε.
Το καθοριστικό μας χαρακτηριστικό είναι πως γεννιόμαστε και υπάρχουμε σε κάποιο σώμα. Σώμα έχουμε μόνον σε αυτήν τη ζωή. Έτσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως αφού το σώμα δεν υπάρχει πριν γεννηθούμε σε αυτό, τότε υπάρχει η ψυχή μας.
Ο Πλάτων πιστεύει πως η ψυχή είναι αθάνατη και για άλλο λόγο, που έχει να κάνει με τη σχέση της ψυχής με τις ιδέες.
Ξέρουμε πως οι ιδέες είναι αμετάβλητες, άρα και ακατάλυτες (γιατί η καταστροφή τους θα συνεπαγόταν μια μεταβολή και οι ιδέες δεν μεταβάλλονται). Αν η δυνατότητα της πλήρους γνώσης τους συνεπάγεται πως αυτό που μπορεί να τις γνωρίσει δεν είναι κατώτερης ποιότητας, τότε η νόηση και η έδρα της (η ψυχή) είναι το ίδιο αμετάβλητη και αθάνατη.
Ακολουθώντας τον ίδιο συλλογισμό, συμπεραίνουμε πως το σώμα είναι θνητό.
(150) Η Ανωτερότητα της ψυχής έναντι του σώματος κάνει τον Πλάτωνα να ισχυριστεί πως ο καθένας μας ταυτίζεται μόνο με την ψυχή του (όχι με το σώμα ή το σώμα και την ψυχή). Το κύριο κίνητρό του όμως είναι άλλο.
- Η νόηση είναι εκείνο που διαχωρίζει το ανθρώπινο είδος από τα άλλα. Άρα είναι λογικό να θεωρήσουμε πως ταυτιζόμαστε με αυτό το στοιχείο που μας κάνει ιδιαίτερους. Η ιδιαιτερότητα αυτή οδηγεί στο 2ο κίνητρο:
- Εκείνο που θεωρούμε ως τον πραγματικό εαυτό μας είναι οι προσωπικές μας σκέψεις, απόψεις και οι σκοποί που προσπαθούμε να πετύχουμε.
Όλα τα παραπάνω βρίσκονται στη νόηση, άρα στην ψυχή μας. Αυτό που είμαστε είναι η ψυχή μας. Το ενδιαφέρον που έχουμε είναι το ενδιαφέρον για την ψυχή μας. Αυτό σκέφτεται και ο Σωκράτης, όταν λέει στην απολογία του ότι ο σκοπός του είναι η βελτίωση της ψυχής όχι μόνο της δικής του, αλλά και των συμπολιτών του.
Στους πρώιμους διαλόγους, η προσπάθεια βελτίωσης της ψυχής περιορίζεται στην απόκτηση γνώσης περί της ηθικής. Αυτό συμβαίνει γιατί η ψυχολογία των πρώιμων διαλόγων είναι μάλλον απλή. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν το καλό τους και η μόνη πηγή κινήτρων για τις πράξεις τους είναι η άποψη για το τι προωθεί το γενικό τους καλό.
Οι ψυχολογικές απόψεις της Πολιτείας, είναι πιο περίπλοκες. Οι παρατηρήσεις του Πλάτωνα για την ανθρώπινη ψυχολογία είναι πιο προσεκτικές και λεπτομερείς.
Στον Πρωταγόρα, ο Σωκράτης αποκλείει την ακράτεια.
Στην Πολιτεία, ο Πλάτων είναι σίγουρος πως η ακράτεια είναι δυνατόν να συμβεί.
Στον Πρωταγόρα, ο Πλάτων έχει ως εφαλτήριο το γεγονός πως όλες οι πράξεις μας ξεκινούν από μια πηγή κινήτρων και καταλήγει πως κάτι που υπολαμβάνουμε ως γεγονός (η ακράτεια) είναι αδύνατον να συμβεί.
Στην Πολιτεία παραδέχεται πως η ακράτεια είναι γεγονός κι έτσι καταλήγει σε διαφορετικό συμπέρασμα όσον αφορά την ψυχή των ψυχολογικών μας κινήτρων.
Ο Πλάτων (151) παρατηρεί πως συμβαίνει την ίδια χρονική περίοδο να θέλουμε και να μη θέλουμε κάτι.
Π.χ. : Διψάω. Μπροστά μου βρίσκεται ένα ποτό που θα ήθελα να το πιω, επειδή όμως ξέρω πως δεν είναι καλό για μένα, δε θέλω να το πιω.
Για τον Πλάτωνα είναι αδύνατον να αντιφάσκει η ψυχή σε κάτι τέτοιο. Καταλήγει έτσι πως η ψυχή έχει δυο μέρη. Έτσι, μπορούμε να εξηγήσουμε αυτό το γεγονός. Το ένα μέρος θέλει να πιει και το άλλο δε θέλει.
-επιθυμητικόν : το μέρος της ψυχής που θέλει να πιει
-λογιστικόν : το μέρος της ψυχής που έχει αντίθετη άποψη.
Με την ίδια λογική, βγαίνει το συμπέρασμα πως η ψυχή έχει τρία μέρη. Εκτός από το να θέλουμε και να μη θέλουμε κάτι, μπορεί να θυμώνουμε με τον εαυτό μας επειδή το κάναμε. Τα δυο ψυχικά μέρη δείχνουν πως θέλουμε και δε θέλουμε κάτι την ίδια στιγμή. Ο θυμός όμως, από πού βγαίνει; Σίγουρα όχι από το επιθυμητικόν, ούτε όμως από το λογιστικόν, γιατί το λογιστικόν έχει απλώς την άποψη πως αυτό που κάναμε δεν ήταν καλό για μας. Άρα, αναγνωρίζει έτσι ένα τρίτο μέρος της ψυχής, το λεγόμενο θυμοειδές.
Ο Πλάτωνας δεν αναλώνεται σε μεταφυσικές αναλύσεις. Καταλήγει σε αυτήν τη θεωρία βάσει ηθικής φύσεως απόψεων. Με το χωρισμό της ψυχής σε τρία μέρη, προσπαθεί να επισημάνει πως – κατά τη γνώμη του – υπάρχουν τρεις διαφορετικές πηγές κινήτρων στον άνθρωπο. Έτσι έχουμε και τρία είδη ευχαρίστησης.
Διανοητικό μέρος : ελκύεται από την ευχαρίστηση της γνώσης και της διανοητικής απασχόλησης.
Θυμός : αντλεί ευχαρίστηση από τις ασχολίες που έχουν ως αποτέλεσμα την απόκτηση και προστασία της προσωπικής μας τιμής.
Επιθυμητικό : σωματικές ηδονές και ό,τι σχετίζεται με αυτές, όπως ο πλούτος.
Από αυτά τα τρία μόνον το διανοητικό ελκύεται από ευχαριστήσεις που σημαίνουν το μακροπρόθεσμο καλό του οργανισμού. Μόνον αυτό δείχνει την κατεύθυνση που προωθεί το γενικό καλό και έλκεται από αυτήν.
Τα άλλα δυο μέρη έλκονται και ασχολούνται με όσα ευχαριστούν τα ίδια. Δεν τα απασχολεί ούτε το μακροπρόθεσμο καλό του οργανισμού, ούτε το δικό τους. Δε μπορούν (152) να υπολογίσουν πως θα μεγιστοποιήσουν την ευχαρίστησή τους προς αυτήν την κατεύθυνση. Αναγνωρίζουν μόνον την προσωρινή τους ευχαρίστηση και προσπαθούν να την αποκτήσουν άμεσα. Δεν τα απασχολούν πιθανές επιπτώσεις ή η μελλοντική τους ευχαρίστηση. Δεν έχουν τη διανοητική δυνατότητα να δημιουργήσουν άποψη για το πώς θα μεγιστοποιήσουν την προσωπική τους ικανοποίηση.
Ο θυμός και το επιθυμητικόν αποβλέπουν στην άμεση ικανοποίηση, κάτι που μπορεί να συγκρούεται με το γενικό καλό του οργανισμού. Πάντως, ο Πλάτων λέει πως υπάρχει κάποια συγγένεια μεταξύ διανοητικού και θυμού. Αν ο θυμός καταλάβει πως η τιμή έρχεται σε κίνδυνο, την υπεραμύνεται αμέσως, παρόλο που το διανοητικό θεωρεί πως είναι καλύτερα να μην υπάρξει αντίδραση. Σε περιπτώσεις σύγκρουσης μεταξύ διανοητικού και επιθυμητικού, ο θυμός υπεραμύνεται το διανοητικόν, γιατί συγκινείται από το καλό. Είναι φυσικός σύμμαχος του διανοητικού, επειδή και η τιμή (στην οποία προσανατολίζεται ο θυμός) είναι κάτι καλό.
3.2.7 Η Πλατωνική Πολιτεία
Ο Πλάτων είναι ο πρώτος που βρίσκει στενή σχέση ανάμεσα στην ανθρώπινη ψυχολογία και τη διαμόρφωση του κράτους. Το κράτος, η πολιτεία, είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος οργάνωσης της ζωής μιας κοινωνικής ομάδας. Αφού οι άνθρωποι αποτελούν αυτήν την ομάδα, και το κράτος οργανώνει τη ζωή τους, λογικά, η όποια θεωρία σχετικά με τη δομή του κράτους πρέπει να συνυπολογίζει την ψυχολογική υφή αυτών των ανθρώπων.
Στην Πολιτεία, ο Πλάτων αναφέρει τις ψυχολογικές του απόψεις, συνδέοντάς τες με τις απόψεις του για το κράτος. Κάνει λάθος όμως όταν πιστεύει πως οι πρώτες ακολουθούν τις δεύτερες. Στο όγδοο και ένατο βιβλίο της Πολιτείας εξηγεί τις ιδιότητες διαφόρων συστημάτων βασιζόμενος στην ψυχολογία εκείνων που τα κυβερνούν. Άρα είναι πιθανό οι απόψεις του για αυτά (153) τα δύο θέματα να αναπτύσσονται παράλληλα, αλλά η παρουσίασή τους να γίνεται με καθαρά παιδαγωγικούς λόγους.
Η Πολιτεία ρωτά τι είναι δικαιοσύνη. Όχι το πώς την αντιλαμβανόμαστε ή τι είδους δικαιοσύνη επικρατεί στους κρατικούς μηχανισμούς, αλλά τι είναι η πραγματική, ιδεατή δικαιοσύνη. Τη σκέφτεται λοιπόν και την παρουσιάζει στο πλαίσιο μια ιδεατής πολιτείας. Η πολιτεία αυτή αποτελείται από τρεις τάξεις που είναι αναγκαίες η μια με την άλλη κι όταν λειτουργούν κανονικά επαρκούν για τη λειτουργία της πολιτείας. Οι τρεις τάξεις είναι οι Παραγωγοί, οι Φύλακες και οι Κυβερνήτες.
Η κάθε μια τάξη βασίζεται σε ψυχολογικά κριτήρια που έχουν να κάνουν με τα τρία μέρη της ψυχής. (ανάλογα με το ψυχικό μέρος που κυριαρχεί, είναι και η τάξη).
Παραγωγοί : κυρίαρχο μέρος το επιθυμητικόν. Κέντρο προσανατολισμού τα κίνητρα που προέρχονται από αυτό.
Φύλακες : κυρίαρχο μέρος το θυμοειδές
Κυβερνήτες : κυρίαρχο μέρος το διανοητικόν.
Οι πολίτες τοποθετούνται στις αντίστοιχες τάξεις, δεν αποφασίζουν μόνοι τους. Μετά την τοποθέτησή τους δεν αλλάζουν τάξη. Δεν παίζει κανένα ρόλο η τάξη, η καταγωγή ή το φύλο. Για να τοποθετηθούν σε μια τάξη, πρέπει να ανήκουν σε αυτήν την τάξη.
Μόνο μέσο ταξινόμησης είναι η παιδεία. Η εκπαίδευση και το περιεχόμενό της είναι δουλειά του κράτους. Η εκπαίδευση περιλαμβάνει διάφορα θέματα, κυρίως όμως τα μαθηματικά. Η ταξινόμηση των εκπαιδευομένων γίνεται με βάση την απόδοσή τους σε αυτά. Οι πρώτοι που συναντούν προβλήματα, γίνονται παραγωγοί. Οι επόμενοι γίνονται φύλακες. Όσοι έχουν μαθηματικό ταλέντο συνεχίζουν κι εκπαιδεύονται στη φιλοσοφία. Οι φιλόσοφοι γίνονται κυβερνήτες.
Οι φιλόσοφοι – κυβερνήτες κρατούν όλες τις εξουσίες, όχι γιατί ο Πλάτων τις διαχωρίζει και τους τις αναθέτει, αλλά γιατί (154) αυτοί έχουν την πλήρη ευθύνη διακυβέρνησης. Οι Φύλακες είναι οι βοηθοί των κυβερνητών και προστατεύουν το κράτος. Οι Παραγωγοί είναι υπεύθυνοι για την παραγωγή των απαραίτητων υλικών αναγκών.
Ο Πλάτων συχνά παρεξηγείται γιατί πιστεύεται πως κάνει το διαχωρισμό βάσει της εξυπνάδας. Η απόδοση στα Μαθηματικά δεν έχει να κάνει με τη διανοητική ικανότητα. Σε πολλούς έξυπνους ανθρώπους δεν αρέσουν τα μαθηματικά. Πολλοί παραγωγοί μπορεί να είναι ιδιοφυΐες και να αποδίδουν τα μέγιστα στην παραγωγή. Άρα, ο παράγοντας για την ταξινόμηση δεν είναι η διανοητική ικανότητα, αλλά ο τρόπος που την εφαρμόζει το κάθε άτομο.
Άλλο λάθος είναι πως οι πολίτες δεν αλλάζουν θέση λόγω αυθαιρεσίας και καταπίεσης. Αυθαιρεσία θα ήταν το να άλλαζαν. Η εκπαίδευση τους τοποθετεί εκεί ακριβώς που ανήκουν για να είναι ευτυχισμένοι.
Ερωτήματα προκύπτουν πάνω σε δυο θέματα:
- πώς ο Πλάτων είναι σίγουρος πως υπάρχει τόσο αξιόπιστο εκπαιδευτικό σύστημα;
- πώς μπορεί να είναι σίγουρος πως η ψυχολογική κλίση κάποιου θα μείνει αναλλοίωτη;
Στην ιδανική πολιτεία, οι τρεις τάξεις λειτουργούν ιδανικά διότι η κάθε μια έχει τη δική της αρετή.
Παραγωγοί : Σωφροσύνη
Φύλακες : Ανδρεία
Κυβερνήτες : Σοφία.
Έτσι, επικρατεί δικαιοσύνη, που συνεπάγεται πως κάθε τάξη εκτελεί το δικό της έργο κατά τον καλύτερο τρόπο κι αφήνει τις άλλες να εκτελέσουν το δικό τους.
Οι Κυβερνήτες (155) βέβαια επιβλέπουν όλες τις τάξεις, μαζί και τη δική τους, ελέγχουν και επισημαίνουν τα πιθανά προβλήματα. Όμως η εκτέλεση του έργου της κάθε τάξης, είναι ευθύνη της κάθε τάξης.
Η γενική αρετή της πολιτείας εξαρτάται κατά πολύ από την αρετή των κυβερνητών. Αν οι κυβερνήτες δεν είναι σοφοί, η πολιτεία δεν έχει αρετή. Η δομή της πολιτείας αντανακλά την ψυχολογία των ατόμων. Άρα, υπάρχει δομική ομοιότητα μεταξύ της αρετής της πολιτείας και της αρετής των ατόμων.
Το κάθε μέρος της ψυχής του ατόμου έχει τη δική του αρετή.
Επιθυμητικόν : σωφροσύνη
Θυμοειδές : ανδρεία
Λογιστικό : σοφία
Σοφός : αυτός που το λογιστικόν του έχει απόλυτη γνώση για το τι είναι ηθικά καλό ανά πάσα στιγμή και το κάνει όταν βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση.
Σώφρων : αυτός που τα επιθυμητικά του κίνητρα ανταποκρίνονται και τον οδηγούν στις απόψεις του λογιστικού.
Ανδρείος : όταν τα κίνητρα και οι πράξεις που ξεκινούν από το θυμοειδές και καθοδηγούνται από το λογιστικόν.
Όταν και τα τρία μέρη βρίσκονται σε ισορροπία κι έχουν τη δική τους αρετή το άτομο είναι δίκαιο.
Ερώτημα : είναι δυνατόν κάποιος που δεν είναι σοφός, να είναι δίκαιος και να έχει γενική αρετή; Η σοφία είναι εκείνη που δρομολογεί σωστά το λογιστικόν και στο δίκαιο άνθρωπο, το λογιστικό παίζει αποφασιστικό ρόλο για την καθοδήγηση του επιθυμητικού και του θυμού. Αν όμως λείπει η γνώση, πως θα εκτελέσει τις οδηγίες; Κι αν αυτές δεν εκτελεστούν σωστά, πως το άτομο θα είναι ανδρείο ή σώφρων;
Επίσης, δε μπορούμε να πούμε ανενδοίαστα πως ο Πλάτων θεωρεί πως μόνο οι σοφοί είναι δίκαιοι. Στην ιδανική πολιτεία οι Κυβερνήτες είναι οι λιγότεροι. Μπορεί μια δίκαιη πολιτεία να αποτελείται από μέλη που δεν έχουν τη δυνατότητα να είναι δίκαια;
(ollthatjazz)