Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστοτέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αριστοτέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

ΕΛΠ 22 - Η φυσική και η κοσμολογία του Αριστοτέλη


Κεφάλαιο 4  – Η Φυσική και η Κοσμολογία του Αριστοτέλη

Εισαγωγή

Ο Αριστοτέλης ήταν μια αυθεντία στην ιστορία των επιστημών για περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια. Ποτέ ξανά δεν εμφανίστηκε κάποιος σαν κι αυτόν. Η διδασκαλία του για την κίνηση που μας ενδιαφέρει εδώ, ξεπεράστηκε μόλις το 17ο αι. Ο χρόνος αυτός δημιουργεί μια δυσκολία στην κατανόησή του, διότι πρέπει να διακρίνουμε τα θέματα που αφορούσαν τον ίδιο (Αριστοτέλης), από εκείνα που αφορούσαν τους διαδόχους του (Αριστοτελισμός).
Το επιστημονικό του έργο έχει μεγάλο εύρος: βιολογία, φυσική ιστορία, γνωσιοθεωρία, λογική ήταν μερικά από αυτά που τον ενδιέφεραν.
Για τον Αριστοτέλη, ο κόσμος είναι πεπερασμένος, κλειστός και ιεραρχημένος. Χωρίζεται δε σε δυο περιοχές πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, που διέπονται από διαφορετικούς νόμους η κάθε μια :
Υποσελήνια (γήινη) : χώρος που βρίσκεται σε συνεχή μεταβολή. Γέννηση, αύξηση, ελάττωση και παρακμή. Οι φυσικές κινήσεις των σωμάτων στην περιοχή αυτή δεν είναι ομαλές κυκλικές αλλά ευθύγραμμες και πεπερασμένες. Για αυτές τις κινήσεις, η θεωρία του Αριστοτέλη δέχτηκε πολλές κριτικές.
-  Χώρος πέρα από τη σελήνη : χώρος αμετάβλητος και άφθαρτος. Οι κινήσεις των σωμάτων σε αυτό το χώρο είναι τέλειες, ομαλές, κυκλικές.

4.1.  Η Θεωρία της Κίνησης στην Υποσελήνια Περιοχή (135)

Εδώ έχουμε δύο θεμελιώδεις αρχές :

1η Αρχή : Η κίνηση δεν είναι ποτέ αυθόρμητη. Πίσω από κάθε κίνηση επενεργεί μια δύναμη (κινούν) που βρίσκεται συνεχώς σε επαφή με το κινούμενο σώμα.

2η Αρχή : Υπάρχουν δύο είδη κίνησης, η φυσική και η βίαιη (εξαναγκασμένη).
Φυσική κίνηση : πρόκειται για την ελεύθερη κίνηση των σωμάτων προς τους φυσικούς τους τόπους. Είναι ευθύγραμμη και πάντοτε κατακόρυφη, είτε προς τα πάνω, είτε προς τα κάτω.
Βίαιη κίνηση : γίνεται υπό την επίδραση μιας εξωτερικής δύναμης και υποχρεώνει το σώμα να παρεκκλίνει από το φυσικό του. Άρα, κατ’ αρχάς είναι μη ευθύγραμμη. Αυτό όμως δεν είναι απόλυτο. Μια ευθύγραμμη κίνηση μπορεί να είναι βίαιη, αν δεν είναι κατακόρυφη ή η φορά της δεν είναι προς το φυσικό τόπο του σώματος.

Κάθε κίνηση είναι ή βίαιη ή φυσική. Η βίαιη αντιτίθεται στη φύση των σωμάτων, άρα είναι υποδεέστερη της φυσικής κίνησης.
‘Κίνηση’ για τον Αριστοτέλη σημαίνει περισσότερα πράγματα από αυτά που νομίζουμε εμείς. Μπορεί να σημαίνει αλλαγή ουσίας (γένεση και φθορά), αλλαγή μεγέθους (αύξησις και φθίσις), αλλαγή ποιότητας (αλλοίωση) και μετατόπιση, η οποία ενδιαφέρει εμάς εδώ.

Για την αρχή που λέει πως η κίνηση δεν είναι ποτέ αυθόρμητη, ο Αριστοτέλης έπρεπε να εξηγήσει γιατί σε ορισμένες περιπτώσεις η κίνηση εξακολουθεί ακόμη κι όταν το κινούμενο σώμα έχει χάσει επαφή με το κινούν. 
Π.χ. ένα βέλος εκτελεί την κίνησή του ακόμα κι όταν χάσει την επαφή του με τη χορδή που το εξακόντισε. 
Ο Αριστοτέλης απαντά με την «αντιπερίσταση». Το μέσον με το οποίο διενεργείται η κίνηση (εδώ ο αέρας), αναλαμβάνει το ρόλο του κινούντος. Πώς γίνεται αυτό δε μας λέει ακριβώς. Ίσως εννοεί πως ο αέρας που απωθείται από το βέλος γυρίζει πίσω από το βέλος κινώντας το. Η απάντηση αυτή συνάδει με την αρχή πως δεν υπάρχει κίνηση χωρίς συνεχή επενέργεια του κινούντος και πως δεν υπάρχει κενός χώρος (σύμφωνα πάντα με τον Αριστοτέλη).

4.1.1  Η Φυσική Κίνηση (136)

Φύση του σώματος : το κινούν στη φυσική κίνηση. Εξαιτίας της, το σώμα έχει την τάση να κινείται προς το φυσικό τόπο του, μέχρι να τον φτάσει και να βρει την απόλυτη γαλήνη και παντοτινή ηρεμία.
Ποιοι είναι όμως οι φυσικοί τόποι;
Η γήινη – υποσελήνια περιοχή του κόσμου καλύπτεται εξ ολοκλήρου από τη γη, το νερό, τον αέρα και τη φωτιά, τα τέσσερα στοιχεία. Κάθε ένα από αυτά έχει ένα βάρος. Η γη και το νερό είναι τα βαριά (η γη βαρύτερη του νερού), ενώ ο αέρας και η φωτιά είναι τα ελαφρά (η φωτιά ελαφρύτερη του αέρα). Για τα βαριά γη και νερό, η φύση τους είναι να κατέρχονται προς το κέντρο του κόσμου. Για τα ελαφρά φωτιά και αέρα η φύση τους είναι να ανέρχονται προς την περιφέρεια της υποσελήνιας περιοχής. 
Για τον Αριστοτέλη η κινητική συμπεριφορά κάθε σώματος εξαρτάται από τα βαρέα και ελαφρά στοιχεία που το συγκροτούν. Στην ιδανική περίπτωση που δεν υπάρχουν εμπόδια ή ανάμικτα σώματα και τα τέσσερα στοιχεία είναι πλήρως καθαρά και με ολοκληρωμένες τις φυσικές κινήσεις τους, στην υποσελήνια περιοχή θα δημιουργούνταν τέσσερις ομόκεντρες σφαίρες. Κάθε στοιχείο θα κατέληγε στη δική του εν πλήρη ηρεμία. 
Κατά σειρά οι σφαίρες θα ήταν ως εξής (από μέσα προς τα έξω) : 
η σφαίρα της γης, η σφαίρα του νερού, η σφαίρα του αέρα και η σφαίρα της φωτιάς. 
Αυτές οι σφαίρες είναι οι φυσικοί τόποι προς τους οποίους κινούνται όλα τα σώματα.

Οι κανόνες που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά ενός σώματος σε φυσική κίνηση είναι δύο:
1.  Όταν δυο σώματα με διαφορετικό βάρος πέφτουν ελεύθερα, ο χρόνος που απαιτείται για να καλυφθεί μια ορισμένη απόσταση είναι αντιστρόφως ανάλογος της βαρύτητάς τους.
2.  Αν δυο σώματα με ίδιο βάρος κινούνται φυσικά, με διαφορετικά μέσα, ο χρόνος που απαιτείται για να καλυφθεί μια ορισμένη απόσταση είναι ανάλογος προς την αντίσταση που προβάλλουν τα μέσα. Η αντίσταση αυτή εξαρτάται από την πυκνότητα των μέσων.

4.1.2  Η Εξαναγκασμένη Κίνηση (137)

Εδώ το κινούν είναι μια εξωτερική δύναμη που υποχρεώνει το σώμα να κινηθεί παρά φύσιν, δηλαδή κάπου εκτός του φυσικού του τόπου. Η εξαναγκασμένη κίνηση παύει όταν παύει η ενέργεια της εξωτερικής δύναμης.
Για τον Αριστοτέλη, κάθε κίνηση πραγματοποιείται εντός ενός μέσου. 
Με βάση αυτό και πιστεύοντας πως η ταχύτητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της πυκνότητας του μέσου, απέρριψε τη δυνατότητα κίνησης στο κενό. Αφού η πυκνότητα του κενού είναι μηδέν, η ταχύτητα θα γινόταν απείρως μεγάλη κι αυτό δε γίνεται. Απορρίπτει έτσι την ύπαρξη κενού στο φυσικό κόσμο.
Οι ως άνω κανόνες δεν αντιπαρατίθενται άμεσα στην παρατήρηση. Ο Αριστοτέλης συνδέει την κινητική συμπεριφορά ενός σώματος σε ελεύθερη πτώση με τη βαρύτητά του. Λέει δηλαδή πως η ταχύτητα είναι ανάλογη του βάρους. Αυτό δεν ισχύει στην ελεύθερη πτώση στο κενό. Όταν όμως γίνεται εντός ενός μέσου όπως π.χ. ο αέρας, τότε πράγματι τα βαρύτερα σώματα πέφτουν γρηγορότερα από ότι τα ελαφρύτερα σώματα, έστω κι αν έχουν τις ίδιες διαστάσεις και σχήμα. Αυτό είναι παρατηρησιακό δεδομένο. Επίσης ο Αριστοτέλης διαπιστώνει σωστά πως η κίνηση μέσα σε ένα πυκνό μέσο είναι πιο αργή από ότι η κίνηση σε ένα πιο αραιό.
Οι δυο αυτές προτάσεις συμφωνούν με την ανθρώπινη εμπειρία. Αν κάποιος έλεγε πως η σχέση ταχύτητας – βάρους δεν είναι σχέση αναλόγων ποσών, θα του λέγαμε πως οι προτάσεις αυτές δε δικαιολογούνται εμπειρικά, αλλά στην όλη αντίληψη του φιλοσόφου για τις αναλογίες των στοιχείων των σωμάτων.

Ωστόσο, υπάρχουν μειονεκτήματα σε αυτήν τη θεωρία:
 
Lloyd : η θεωρία αυτή δε διατυπώνεται με όρους επαρκώς αφηρημένους. Υπάρχουν κάποια στοιχεία αφαίρεσης, όπως το γεγονός πως ο Αριστοτέλης δε λαμβάνει καθόλου υπόψη του τη μορφή του κινούμενου σώματος. Δεν την προχώρησε όμως τόσο ώστε να μην συνυπολογίζει στο φαινόμενο της κίνησης τον παράγοντα «αντίσταση του μέσου εντός του οποίου διενεργείται η κίνηση». Είχε ως αρχή πως κάθε κίνηση πραγματοποιείται εντός του μέσου. Με αυτήν την αρχή και με την πίστη πως η ταχύτητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της πυκνότητας του μέσου :
1. απέρριψε τη δυνατότητα κίνησης στο κενό. Αφού η πυκνότητα του κενού είναι μηδέν, η ταχύτητα θα γινόταν απείρως μεγάλη και αυτό δε γίνεται.
2. απέρριψε την ίδια την πραγματική ύπαρξη του κενού.
Τα μειονεκτήματα της θεωρίας φαίνονται στα παραδείγματα που χρησιμοποιεί. Όλα είναι παραδείγματα πραγματικά, εμπειρικά, του φυσικού κόσμου. Η νεώτερη θεωρία της κίνησης είναι το παράδειγμα της κίνησης στο κενό, μια κίνηση χωρίς αντίσταση. Ο κόσμος της Νευτώνειας Δυναμικής, ‘κόσμος της Φυσικής’ είναι τελείως διαφορετικός από τον ‘φυσικό κόσμο’ του Αριστοτέλη και της αρχαίας επιστήμης γενικότερα.
Ο Αριστοτέλης δεν έκανε πειράματα για να επιβεβαιώσει τις θεωρίες του. Μια εξήγηση για αυτό δίνει ο David Lindberg που λέει πως ο Αριστοτέλης πίστευε πως η φύση κάποιου πράγματος αποδεικνύεται μέσω της συμπεριφοράς του στη φυσική και αδέσμευτη κατάστασή του. Οποιοιδήποτε τεχνητοί περιορισμοί θα ήταν απλώς παρεμβολές. Αν παρά τις παρεμβολές το σώμα συμπεριφερθεί κανονικά, τότε οι προσπάθειές μας είναι μάταιες. Αν δημιουργήσουμε εμπόδια στην αποκάλυψη της φύσης του αντικειμένου, μαθαίνουμε απλώς ότι μπορούμε να παρέμβουμε στο αντικείμενο με τρόπο που η φύση του να παραμείνει κρυφή. Άρα, το πείραμα δεν θα αποδείκνυε κάτι. Άλλωστε, η πειραματική επιστήμη αναδύθηκε όταν οι φυσικοί φιλόσοφοι άρχισαν να θέτουν τέτοια ερωτήματα στα οποία μπορούσε η ίδια να απαντήσει.
Κι άλλοι άσκησαν κριτική στον Αριστοτέλη. Ο βυζαντινός Ιωάννης Φιλόπονος προσπάθησε να δείξει τις αδυναμίες της θεωρίας του τον 6ο αι. Όπως και να’ χει ο Αριστοτέλης ήταν ο πρώτος που προσέγγισε αυτό το θέμα.

4.2  Οι Κινήσεις των Ουράνιων Σωμάτων

Για τον Αριστοτέλη, η πρώτη ύλη, αυτή που αποτελεί το κάθε τι πάνω στη γη, είναι τα τέσσερα στοιχεία. Για τα ουράνια σώματα όμως, υποστήριζε πως αποτελούνται από κάτι διαφορετικό, από το πέμπτο στοιχείο, την πεμπτουσία (quinta essentia), δηλαδή, τον αιθέρα. Η θεωρία του αυτή επικρίθηκε περισσότερο από κάθε άλλη. 
Ας δούμε τι τον οδήγησε σε αυτήν:
Έπρεπε κατά τη γνώμη του να ερμηνευθούν οι ιδιαίτερες φυσικές κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, τα οποία κινούνται σε ομαλές κυκλικές τροχιές. Πως όμως μπορούσαν να εξηγηθούν αυτές οι τροχιές;
Είδαμε πως η φυσική κίνηση των τεσσάρων στοιχείων είναι να κατευθύνονται πάνω ή κάτω και να πλησιάζουν ή να απομακρύνονται από το κέντρο της γης. Μπορούν να αλλάξουν κατεύθυνση, μόνο όμως ως αποτέλεσμα βίαιης κίνησης.
Η κίνηση των ουράνιων σωμάτων είναι αιώνια, άρα δε μπορεί να είναι βίαιη, αλλά φυσική. Οπότε, ένα σώμα με φυσική κίνηση την κυκλική, δε μπορεί να ταυτιστεί με κανένα από τα τέσσερα στοιχεία που δεν έχουν ως φυσική την κυκλική κίνηση. Εδώ παρεμβαίνει ο αιθέρας, ως το στοιχείο εκείνο, του οποίου η φυσική κίνηση είναι η κυκλική.
Μετά τον Αριστοτέλη πολλοί φιλόσοφοι δυσκολεύτηκαν στη θεωρία του πέμπτου στοιχείου ως εξής :
-η θεωρία δεν εξηγούσε τι συμβαίνει στο σύνορο μεταξύ υποσελήνιας περιοχής και του κόσμου των ουράνιων σφαιρών. Στα σύνορα αυτά τα τέσσερα στοιχεία παραχωρούν τη θέση τους στον αιθέρα, το πέμπτο. Πως όμως γίνεται αυτή η μετάβαση;
-Υπάρχει θέμα με τη μετάδοση θερμότητας. Ο ήλιος αποτελείται από αιθέρα, αφού όμως ο αιθέρας δεν έχει τις ιδιότητες των τεσσάρων στοιχείων, δε μπορεί να έχει την ιδιότητα του θερμού. Αν είναι έτσι, πως εξηγείται η θερμότητα που εκπέμπει ο ήλιος προς τη γη;


ollthatjazz

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

ΕΛΠ 22 - Η φιλοσοφία του Αριστοτέλη

4.3.1 ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ (206)

4.3.1 Η Ηθική ως Επιστήμη


Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ηθική φιλοσοφία είναι μια συγκεκριμένη μορφή επιστήμης που δεν απαιτεί όμως την ακρίβεια των μαθηματικών, επειδή το αντικείμενό της είναι ρευστό. Οι περιγραφές της, εκτός του ότι καθορίζονται από την εκάστοτε ηθική κοινότητα, είναι εκ φύσεως 'ως επί το πολύ', δηλαδή προσεγγίσεις που δέχονται μερικό εμπλουτισμό και διευκρινήσεις. Αυτό δε σημαίνει ότι είναι υποκειμενική ή αυτοϋπονομεύεται επιστημονικά. Το ζητούμενο είναι να καθοριστεί ένας επιστημονικός λόγος που θα αντιστοιχεί στη σύσταση του αντικειμένου. Θα παρουσιάσουμε την αριστοτελική ηθική με οδηγό τα Ηθικά Νικομάχεια.

4.3.2 Η έννοια ευδαιμονία


Πρόκειται για τη βάση της αριστοτελικής ηθικής και είναι συνδεδεμένη με εκείνη του ‘τέλους’, του σκοπού.
Αν θεωρήσουμε πως αγαθόν σημαίνει αυτό που επιδιώκουμε με τις πράξεις μας, τότε η ανθρώπινη δραστηριότητα κατακερματίζεται σε διαφορετικούς στόχους. Κάθε επιμέρους στόχος όμως, είναι ένα ενδιάμεσο στάδιο για την επίτευξη κάποιου στόχου. Π.χ. οργώνω για να σπείρω, σπέρνω για να θερίσω, θερίζω για να φάω κ.ο.κ. Το σύνολο αυτών των πράξεων οδηγεί στο τέλος του να γίνω καλός γεωργός, κάτι που με τη σειρά του έχει σκοπό τη βελτίωση της ζωής. Το να υπάγουμε την πράξη αυτή σε μια αλυσίδα επιμέρους επιδιώξεων θα οδηγούσε στον κατακερματισμό της προσωπικής ζωής και στην απόλυτη σχετικότητα της έννοιας τέλος, το αγαθό δηλαδή που επιλέγει ο καθένας.
Ο Αριστοτέλης θεωρεί πως το τελειότερο τέλος, άρα αγαθόν, είναι εκείνο που αποτελεί ‘καθ’ αυτόν διωκτόν’, δηλαδή κάτι που επιδιώκουμε για αυτό καθ’ αυτό, και όχι ως μέσον για κάτι άλλο. Τέτοιο αύταρκες τέλος είναι η ευδαιμονία. Κάθε πράξη της ηθικής ζωής, πρέπει να προσανατολίζεται προς την επίτευξη αυτού του αγαθού που καθορίζει τον ηθικό χαρακτήρα των πράξεων και την ηθική ποιότητα των σκοπών (207).
Επίσης, η έννοια του τέλους σε συνδυασμό με την αυτάρκεια, έχει και μια χρονική διάσταση: αν η ευδαιμονία είναι ένα αύταρκες τέλος, τότε αφορά το σύνολο του ανθρώπινου βίου κι όχι μια ορισμένη περίοδο. Η ευδαιμονία υπάρχει μόνον στην προοπτική του ‘βίου τελείου’. Έτσι αποφεύγουμε την παρανόηση να θεωρηθεί η ευδαιμονία ως κάτι που έρχεται και φεύγει, όπως οι άλλες ιδιότητες. Η ταύτιση αυτή όμως δε σημαίνει πως ευδαίμων γίνεται κάποιος τη στιγμή του θανάτου του, αλλά πως πρέπει να βιώνει την ηθική ποιότητα μέσα από τη διάρκεια και τη συνέχεια.
Ο παραπάνω ορισμός είναι ‘τυπικός’, δε μας εξηγεί το περιεχόμενο της ευδαιμονίας. Αν θεωρήσουμε τέλειο αγαθό αυτό που είναι αύταρκες, παραμένει το ερώτημα για το ποια ενέργεια το εξασφαλίζει. Η ευδαιμονία δε μπορεί παρά να προέρχεται από μια ‘ενέργεια κατά λόγον ή μη άνευ λόγου’, δηλαδή από μια ενέργεια που εκπορεύεται από το λόγο.

4.3.3 Η φρόνηση


Για την ηθική συμπεριφορά, λόγος είναι η ‘φρόνησις’, η ηθική κρίση ή αίσθηση. Η φρόνηση αποτελεί το κέντρο της ηθικότητας χάρη στην έλλογη φύση της. Αποτελεί την κορύφωση του ηθικού βίου και μπορεί αρχικά να ταυτιστεί με τη συνειδητή ηθική απόφαση και πράξη, που προέρχεται από την κρίση και τη διάθεση του πράττοντος.
Η φρόνηση είναι αίσθηση, σύλληψη και κατανόηση της συγκεκριμένης ηθικής κατάστασης και πράξης. Κατανοεί την ιδιαιτερότητα των περιστάσεων, τις στάσεις των εμπλεκόμενων ηθικών υποκειμένων, τις προθέσεις και τους στόχους τους. Η ηθική αίσθηση, έχει ένα επιπλέον γνώρισμα: είναι ‘επιτακτική’, αποφασίζει δηλαδή τι πρέπει να παραχθεί. Πριν τη στιγμή της απόφασης δεν υφίσταται ηθική γνώση και φρόνηση. Για τον Αριστοτέλη, η ηθική ποιότητα του πράττοντος φανερώνεται στις πράξεις του και όχι στην πρόθεση ή τα συναισθήματά του.
Η φρόνηση (208) γνωρίζει και τα ‘καθόλου’, τις αρχές που καθορίζουν την ηθική μας συμπεριφορά. Η γνώση αυτή δεν είναι θεωρητική με την έννοια της επιστημονικής γνώσης. Το ‘καθόλου’ δεν είναι ένα συμπέρασμα με μαθηματική αλήθεια, αλλά μπορεί να εμπλουτιστεί, να αποσαφηνιστεί ή και να διορθωθεί. Για αυτό και στην αριστοτελική ηθική δεν υπάρχουν κανόνες, αλλά παραδείγματα. Ο φρόνιμος λειτουργεί μέσα σε μια ηθική κοινότητα ως προσωποποίηση του τρόπου με τον οποίον πρέπει να προσεγγίζονται τα ηθικά διλήμματα. Ο τρόπος αυτός δε μας υπαγορεύει τι να πράξουμε, μας καθοδηγεί στο πώς να λάβουμε ηθικές αποφάσεις.
Η φρόνηση δεν είναι όμως μια αυτόνομη έλλογη λειτουργία που αναγνωρίζει το ηθικά καλό και δημιουργεί ηθικούς κανόνες. Ορίζεται ως ‘διανοητική’ αρετή (η ικανότητα για κρίση) και δεν καλύπτει το χώρο των ‘ηθικών αρετών’ που αφορούν τη συμπεριφορά του πράττοντος, τα πάθη και τις ορέξεις του. Η φρόνηση προϋποθέτει την ηθική αρετή, δηλαδή την ηθική διάθεση του υποκειμένου, τη λήψη ηθικών αποφάσεων και την εκτέλεση ηθικών κρίσεων.
Εκείνος που δεν είναι αγαθός, δε μπορεί να είναι φρόνιμος. Η πράξη και η επιτυχία της δεν καθορίζονται μόνον από την τελική τους έκβαση. Φρόνιμος δεν είναι μόνον αυτός που πράττει το σωστό μια δεδομένη στιγμή, αλλά αυτός που πράττει «πως έχων» δηλαδή, καθοδηγούμενος από την αντίστοιχη προδιάθεση και έξη. Η ηθική αρετή συνιστά τη ‘βιωματική προ-κατάληψη’ που καθιστά δυνατή την ίδια τη φρόνηση. Η εξάρτηση της ηθικής γνώσης/φρόνησης από το ‘χαρακτήρα’ του πράττοντος, έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς μας απομακρύνει από το σωκρατικό μοντέλο που θεωρούσε πως η κατοχή της ηθικής γνώσης οδηγεί οπωσδήποτε στην ορθή πράξη. Ο Αριστοτέλης αναλύει επί μακρόν την περίπτωση του ‘ακρατούς’, εκείνου που ενώ γνωρίζει το ηθικά ορθό αδυνατεί να το πράξει, διότι αδυνατεί να εναρμονίσει τις ηθικές του έξεις με το πρόσταγμα του ‘λόγου’.

4.3.4 Οι Ηθικές Αρετές

Τέτοιες θεωρούνται η ανδρεία, η γενναιότητα κ.α. Ορίζονται ως ‘μέσον’ ανάμεσα σε (209) δυο ακρότητες: η ανδρεία είναι η αρετή στο μέσο μεταξύ θράσους και έλλειψης φόβου. Άρα, ανδρείος είναι εκείνος που αποφεύγει τα ηθικά άκρα.
Η μεσότητα δεν έχει να κάνει με έναν άχρωμο μέσο όρο, αλλά την ηθική ακρότητα, δηλαδή κάτι δύσκολο να επιτευχθεί.
Το μέσον για να επιτευχθεί καθορίζεται ανάλογα με την περίσταση και την ηθική κοινότητα.
Η επίτευξη του ηθικού μέσου γίνεται μόνον υπό την εποπτεία της φρόνησης, υπό την προϋπόθεση δηλαδή πως κάποιος γνωρίζει τι είναι ηθικό αγαθό.
Αν παραβλέψουμε τη διάσταση του ήθους, (ηθική έξη) δε μπορούμε να εξηγήσουμε το νόημα της ηθικής ευθύνης του πράττοντος, γιατί το ήθος και η ηθική έξη, που είναι συναίτιες του τρόπου που πράττουμε, δείχνουν την εξάρτηση του υποκειμένου από την πόλη και το περιβάλλον του.

4.3.5 Η Σχέση Ηθικής και Πολιτικής

Η δυνατότητα ηθικής πράξης και φρόνησης παραπέμπουν στο χώρο της πολιτικής. Η πόλη είναι προϋπόθεση δημιουργίας ηθικών ανθρώπων. Σύμφωνα με τα Πολιτικά, υπάρχει απόλυτη συνάφεια ηθικής και πολιτικής διάστασης και διακρίνουμε τρεις συνιστώσες :

1. Η πόλη δεν έχει στόχο μόνον την επιβίωση των ανθρώπων, αλλά την οργανωμένη και τελεολογικά προσανατολισμένη συνύπαρξη που εξασφαλίζει το ευ ζην, την ηθική τελείωση του ανθρώπου. Το απόφθεγμα του Αριστοτέλη ‘ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ζώο’, έχει και την ηθική του διάσταση. Η ηθική τελείωση του ανθρώπου πραγματώνεται μέσα σε μια πολιτική κοινότητα.
2. Η τελειότητα της πολιτικής οργάνωσης έχει να κάνει άμεσα με την ηθική ποιότητα των πολιτών. Ο Αριστοτέλης αντιλαμβάνεται πως οι όροι ‘αγαθός ανήρ’ και ‘σπουδαίος πολίτης’ δεν ταυτίζονται. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός πως τέλεια πόλη είναι εκείνη που καταφέρνει και ταυτίζει τις δύο έννοιες. Άρα, οι αρχές της πολιτικής συνύπαρξης υπόκεινται σε εκείνες της ηθικής.
3. Η παιδεία ορίζεται στην ουσία ως ηθική παιδεία που προετοιμάζει ηθικά αγαθούς πολίτες.

4.3.6 Αρχές της Πολιτικής Θεωρίας (210)


Επειδή δεν θεωρούμε πως η πολιτική σκέψη του Αριστοτέλη είναι απλά αντανάκλαση της ηθικής του, θα διασαφηνίσουμε την πολιτική του θεωρία πέρα από την ηθική της συνάφεια. Τα Πολιτικά στέκουν μετέωρα ανάμεσα σε ένα ιδανικό πολίτευμα και των υπαρκτών πολιτευμάτων. Όλα τα πολιτεύματα περιγράφονται ως αυτοτελείς μορφές που αξιώνουν επιβίωση και νομιμοποίηση. Επίσης, για να προσεγγίσουμε τα Πολιτικά, πρέπει να αποσαφηνίσουμε τις έννοιες αυτάρκεια, πολίτης και θεσμοί.
Α) Η πόλη οφείλει να είναι αυτάρκης, να αυτοκαθορίζεται και να εξασφαλίζει τη διατήρησή της.
Β) Ο πολίτης είναι ο θεμέλιος λίθος της πόλης, μετέχει στην αξιολόγηση και τη διαχείριση της πολιτικής εξουσίας.
Γ) Οι θεσμοί εξυπηρετούν τον ίδιο το νόμο και είναι ανεξάρτητοι των προσώπων που τους αντιπροσωπεύουν.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, διαφοροποιούνται και τα πολιτεύματα που χωρίζονται σε τρία είδη :
1. η βασιλεία (εξουσία του ενός) / μοναρχία (το αρνητικό της)
2. η αριστοκρατία (εξουσία των ηθικά και γνωστικά άριστων) / ολιγαρχία (το αρνητικό της) και
3. η δημοκρατία (εξουσία του συνόλου) / οχλοκρατία (το αρνητικό της)
Το σημαντικό είναι οι ‘παρεκβάσεις’ αυτών των πολιτευμάτων, τα αρνητικά τους. Το χάσμα μεταξύ αρνητικών και θετικών οφείλεται στον παράγοντα του ‘κοινού καλού’ και του νόμου. Οι παρεκβάσεις προσανατολίζονται στο καλό μιας ορισμένης τάξης και αντικαθιστούν το νόμο με τη βούληση των διοικούντων.

4.3.7 Κριτική στην Πλατωνική Πολιτεία


Στην Πολιτεία το ζητούμενο ήταν να δημιουργηθεί μια πόλη που θα λειτουργούσε ως απόλυτη ενότητα. Για αυτό ήταν επιβεβλημένη η κατάργηση της οικογένειας, η κοινοκτημοσύνη των παιδιών και η θεώρηση του πολίτη ως υπηρέτη του πολιτικού οργανισμού.
Ο Αριστοτέλης έρχεται σε ρήξη με αυτό λέγοντας πως ‘η πόλη αποτελεί στην ουσία της πολλότητα’. Δεν αρνείται την αυτάρκεια και την εσωτερική ενότητα, διαβλέπει όμως πως η πόλη δε μπορεί να καταργήσει τη διαφορετικότητα των πολιτών και δε μπορεί να νοείται ως σύνολο ομοίων.

4.3.8 Θεωρητικός και Πρακτικός Βίος (211)


Η πρόταση ‘ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ζώο’ περιγράφει τη μισή μόνο αριστοτελική θεωρία. Η άλλη μισή που βρίσκεται στα Ηθικά Νικομάχεια αφορά την ηθική και οντολογική αξία του ‘θεωρητικού βίου’.
Θεωρητικός βίος είναι εκείνος της συνεχούς εξάσκησης της θεωρητικής γνώσης. Με αυτόν τον τρόπο ζει κάποιος που βρίσκεται σε απόλυτη αυτάρκεια, δεν έχει ανάγκη φίλων και καρπώνεται τη μέγιστη ηδονή, αυτήν της γνώσης. Ο βίος αυτός δίνει την ύψιστη δυνατή ευδαιμονία εξισώνοντας τον άνθρωπο με το θεό.
Πολλοί έχουν προσπαθήσει να ενώσουν τη θεωρία με τη φρόνηση. Οι ερμηνείες είναι πολλές.
Άλλοι πιστεύουν πως η θεωρία είναι ανώτερη της ηθικής δραστηριότητας, μπορεί να επιτευχθεί και χωρίς αυτήν και να οδηγήσει στην απόλυτη ευδαιμονία.
Άλλοι λένε πως η φρόνηση είναι υπηρετική της θεωρίας/σοφίας.
Άλλοι θεωρούν πως η θεωρία όντως δεν έχει ηθικό περιεχόμενο.
Όλα αυτά γίνονται γιατί το αριστοτελικό κείμενο παίρνει πολλές ερμηνείες. Η απάντηση σε αυτή τη διαμάχη είναι τεράστιας σημασίας γιατί από αυτήν κρίνεται το κατά πόσον η ανθρώπινη ευτυχία εξαρτάται ή όχι, αποκλειστικά και μόνο από μια συγκεκριμένη δραστηριότητα (στην προκειμένη περίπτωση, τη θεωρία) και το κατά πόσον η ευδαιμονία μπορεί να επιτευχθεί και χωρίς τις ηθικές αρετές και της φρόνησης που ορίζουν τη σχέση μας με τους άλλους.

(από ollthatjazz)