Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

ΕΠΟ 31 - Οι επιστήμες της φύσης και του ανθρώπου στην Ευρώπη

ΕΠΟ 31 – Σημειώσεις: Γ.Α.Β. 2012
ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

ΤΟΜΟΣ Β΄
ΚΕΦ. 1ο
ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΥΘΕΝΤΙΑ. ΚΟΠΕΡΝΙΚΕΙΑ ΑΝΑΤΡΟΠΗ – ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ
1.1. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΣΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ. ΜΕΘΟΔΟΣ «ΣΩΖΕΙΝ ΤΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ.
Αρχαίοι Έλληνες: θεωρητικός, λογοκρατικός προσανατολισμός + έλλειψη τεχνικών μέσων = χρήση φαντασίας
Επιστήμη: διανοητική, ορθολογική, εκπόνηση γενικής θεωρίας για συγκρότηση κόσμου. Μελέτη φυσικών φαινομένων υπό κηδεμονία μεταφυσικής.
Επιστημολογική αρχή: άμεσα δεδομένα αισθήσεων σε λογικό σχήμα = αφελής εμπειρισμός, ενορατική προσέγγιση Είναι ως νοητή μορφή. Υπέρβαση εμπειρίας. (Επιστημολογικό κριτήριο: οικουμενικότητα – λογική)
Στόχος: η «σωτηρία φαινομένων».
1.2. ΥΠΟΤΑΓΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΑΥΘΕΝΤΙΑ – ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ
Ενίσχυση μεταφυσικής με χριστιανικό θεολογικό περιεχόμενο.
Υποβάθμιση φυσικού κόσμου και ανθρώπου (όχι αιώνιος/αυθύπαρκτος, πηγή αμαρτίας). Συστηματοποίηση δόγματος από σχολαστικισμό. Προϋπόθεση γνώσης: υποταγή στην αυθεντία.
Επιστήμη: η εξ αποκαλύψεως αλήθεια
 «Επιστημολογική αρχή»: Λεκτικές ακροβασίες.
Στόχος: η ορθή γνώση του κόσμου
1.3. ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ ΚΡΙΤΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ 17ος
- αμφισβήτηση αυθεντίας
- αύξουσα εκκοσμίκευση ζωής (σύγκρουση εκκλησιαστικής και κοσμικής εξουσίας)
- ανακαλύψεις
- επινόηση νέων οργάνων και τεχνικών για παρατήρηση φύσης
- αναζωπύρωση της περιέργειας και νομιμοποίησή της (η περιέργεια ήταν καταδικασμένη στο Μεσαίωνα ως αμάρτημα υπερηφάνειας)
Ρωγμές στο μεσαιωνικό κοσμοείδωλο.
Αντικατάσταση υπέρλογης, μυστικιστικής και σωτηριακής «γνώσης», με επιδίωξη αντικειμενικότητας και μαθηματικής περιγραφής φύσης που φέρνει εξηγητικά και πρακτικά επιτεύγματα (βελτίωση ζωής).
«Διαμάχη αρχαίων και σύγχρονων» σε Αγγλία και Γαλλία (διανοητική, ηθική, πολιτιστική υπεροχή νεωτερικού παρόντος).
Χειραφέτηση ερευνητικού και κριτικού πνεύματος από αυθεντία και κλήρο.
Πνευματική Επανάσταση + ανθρωποκεντρική στροφή Αναγέννησης = αίτημα θεσμικής αναμόρφωσης κοινωνίας με άξονα ελευθερία συνείδησης και ηθική αυτονομία.
Διαφωτισμός & πολιτικές επαναστάσεις = κοινωνική πραγμάτωση αιτημάτων επιστημονικής Επανάστασης.
1.4. ΓΕΩΚΕΝΤΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΥ
Η ελληνική μέθοδος «σώζειν τα φαινόμενα» οδήγησε στο πτολεμαϊκό μοντέλο ουρανών.
Ρίζες: κοσμολογία Αριστοτέλη (βάση: αληθής η φαινομενική διάταξη του ουρανού).
(Ηλιοκεντρισμός: πυθαγόρειος Φιλόλαος 5 π.Χ. και Αρίσταρχος Σάμιος 3 π.Χ., όχι διδάγματα άμεσης παρατήρησης = απορρίφθηκαν)
Αποκλίσεις πραγματικών τροχιών από μοντέλο Πτολεμαίου = «διόρθωση» με επίκυκλους (ad hoc, επιτούτου, υποθέσεις και επιπλέον θεωρησιακές παραδοχές). Δεδομένη η αλήθεια του μοντέλου. Η εμπειρία συμμορφώνεται προς θεωρησιακές απαιτήσεις. Μεθοδολογική στάση ενός θεωρητικού (νοησιαρχικού) δογματισμού.
Μεγίστη (Αλμαγέστη) Πτολεμαίου: Ο Πτολεμαίος παραδέχεται την ατέλεια και την αντιφατικότητα του μοντέλου του, κάτι που σημαίνει ότι δεν αφορμάται ακριβώς από το αληθές της άμεσης εμπειρίας.
1.5. ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΤΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Εκκλησία = υπέρμαχος γεωκεντρισμού (ταιριάζει με Βίβλο)
Αμφισβήτηση πολιτικής και πνευματικής της μονοκρατορίας, κριτικός προβληματισμός και ανεξαρτησία Πανεπιστημίων = συμβιβασμός εκκλησίας με ΝΟΜΙΝΑΛΙΣΜΟ (δόγμα διττής αλήθειας).
·         δικαίωμα φιλοσόφου να διερευνά τα φυσικά πράγματα με τη λογική του (λογική=χάρισμα Θεού)
·         συμπεράσματα που αντίκεινται στη θρησκεία εκλαμβάνονται ως νοητικά πειράματα και εικασίες με λογικό και μαθηματικό κύρος (όχι φυσική υπόσταση).
·         θεματοφύλακας αλήθειας: επίσημο δόγμα
Δυνατότητα για τους νομιναλιστές να αναπτύσσουν αποκλίνοντες προβληματισμούς. Τονισμός νομιναλισμού στην Απόλυτη Ελευθερία της Βούλησης του Θεού (δυνατότητα δημιουργίας διαφορετικού κόσμου) = φαινόμενα όχι μεταφυσικώς αναγκαία, αλλά οντολογικές τυχαιότητες (κατά το συμβεβηκός) = δυνατότητα να φανταστεί κάποιος εναλλακτικά μοντέλα = διπλωματική προβολή αμφιβολιών (π.χ. ο Ορέμ είπε ότι είτε η Γη κινείται, είτε ο Ήλιος, τα φαινόμενα για μας θα ήταν ακριβώς τα ίδια.)
Αναγέννηση = άνθηση νεωτερικού πνεύματος (ανθρώπινης αυτοδυναμίας).
1.6. ΝΕΑ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ. ΚΟΠΕΡΝΙΚΟΣ, ΤΥΧΩΝ, ΚΕΠΛΕΡ
Αφορμή ανακίνησης ηλιοκεντρισμού:
- παρεκκλίσεις πτολεμαϊκού συστήματος στις προβλέψεις ουράνιων φαινομένων
- αναξιοπιστία Ιουλιανού ημερολογίου (απαραίτητο για θρησκεία, το 1582 αντικαταστάθηκε από Γρηγοριανό)
ΚΟΠΕΡΝΙΚΟΣ
1543 δημοσίευση «Περί περιφορών των ουράνιων σφαιρών» Κοπέρνικου (ανέτρεπε αριστοτελικό-πτολεμαϊκό σύστημα).
Βασικές διακηρύξεις Κοπέρνικου:
·         όχι κοινό κέντρο «ουράνιων σφαιρών» (ψευδές κατά Νεύτωνα)
·         κέντρο γης δεν είναι κέντρο σύμπαντος
·         επέκταση «στερεώματος» (ακίνητο)
·         κίνηση Ήλιου = ψευδαίσθηση
·         η Γη κινείται
Η κοπερνίκεια αντιστροφή οπτικής σήμανε την υποβάθμιση γης και ανθρώπου στο σύμπαν.
Νέο καθήκον: καλλιέργεια εγγενών ικανοτήτων ανθρώπου (ήθος Αναγέννησης) και αυτοκαθορισμός του (όχι πια άνωθεν καταξίωση).
Η κοπερνίκεια φιλοσοφία εμπεριέχει μεσαιωνικά ίχνη (Αναγέννηση = εποχή μεσοβασιλείας της εκκλησίας):
·         κυκλικές τροχιές
·         όχι εμπειρικές παρατηρήσεις, αλλά «διόρθωση» πτολεμαϊκού συστήματος (σώζειν τα φαινόμενα)
Ο Κοπέρνικος είναι πεπεισμένος για τη φυσική υπόσταση της κοσμολογίας του (όχι δόγμα διττής αλήθειας, όχι νοητικό πείραμα).
Αντιμεταρρύθμιση: έργο Κοπέρνικου στα απαγορευμένα 1616
Μεταρρύθμιση: πρόλογος Οssiander στο έργο Κοπέρνικου, παρουσίασή του ως μαθηματικό παιχνίδι = συσκότιση έργου του.
ΤΥΧΩΝ
·         αστρονομικές παρατηρήσεις (υπερκαινοφανής + ακανόνιστες κινήσεις κομητών) = εκρηκτικές μεταβολές στον ουρανό (όχι αιώνια, αΐδια κίνηση Αριστοτέλη)
·         μεικτή θεωρία + αστρονομικοί πίνακες (πολύτιμη πηγή στοιχείων για θεμελίωση ηλιοκεντρισμού)
ΚΕΠΛΕΡ (μαθητής Τύχωνα)
·         επεξεργασία στοιχείων Τύχωνα
·         διόρθωση και επέκταση κοπερνίκειου κοσμοειδώλου
·         νόμοι Κέπλερ:
α. τροχιές = ελλείψεις,
β. ταχύτητα περιφοράς πλανήτη = ευθεία γραμμή πλανήτη-ήλιου σαρώνει ίση επιφάνεια σε ίσο χρόνο
γ. ο λόγος τετραγώνων περιόδων δύο πλανητών = με λόγο κύβο μέσων αποστάσεων από ήλιο (μαθηματική σχέση τροχιών). πυθαγόρεια επιρροή: εικασίες για μουσική αρμονία σφαιρών
·         κοσμογραφικό μυστήριο Kepler: γεωμετρική διάταξη πλανητών με αναφορά στα 5 γεωμετρικά στερεών. Τροχιά πλανητών περιγεγραμμένη γύρω και εγγεγραμένη μέσα στα στερεά.
Αποτέλεσματα: α. ακριβείς προβλέψεις θέσεων πλανητών, β. τέλος αμφιβολιών για φυσική πραγματικότητα ηλιοκεντρισμού.
1.7. ΤΗΛΕΣΚΟΠΙΟ – ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΗΛΙΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΥ – ΔΙΚΗ ΓΑΛΙΛΑΙΟΥ
Γαλιλαίος: κρυφός θιασώτης ηλιοκεντρισμού (δίδασκε γεωκεντρισμό).
Τηλεσκόπιο: κρίσιμη ανακάλυψη 1608 του οπτομέτρη Lippershey και αύξηση μεγεθυντικής του δύναμης από Γαλιλαίο.
7/1/1609: τηλεσκόπιο Γαλιλαίου προς τον ουρανό = ανακαλύψεις που έσεισαν εκ θεμελίων το διανοητικό οικοδόμημα της Ευρώπης (επιβεβαίωση ηλιοκεντρικής θεωρίας).
Παρατηρήσεις Γαλιλαίου:
·         4 δορυφόροι Δία («Μεδικανοί πλανήτες»)
·         φάσεις Αφροδίτης, περιφορά γύρω από τον ήλιο
·         κρατήρες και όρη στη σελήνη, ηλιακές κηλίδες
·         μυστηριώδες «ουράνιο ποτάμι (Ιορδάνης)» = γαλαξίας (συνάθροιση αστέρων στο οποίο εντάσσεται και το δικό μας πλανητικό σύστημα)
Αποτέλεσμα: κατάρρευση αριστοτέλειας κοσμολογίας. Η υποσελήνια και η υπερσελήνια περιοχή αποτελούν ενιαίο και ομοιογενή φυσικό χώρο.
1616 εκκλησιαστική επίπληξη Γαλιλαίου
1632 δημοσιεύει «Διάλογο σχετικά με δύο μεγάλα κοσμολογικά συστήματα»:
·         επίθεση στο πτολεμαϊκό σύστημα
·         δεν κατηγορεί Αριστοτέλη αλλά αριστοτελική ιδεοληψία των σχολαστικών
1633 απείθεια Γαλιλαίου και επέμβαση καρδινάλιου Βελλαρμίνου. Ιερό Δικαστήριο Ρώμης. Υποχώρηση Γαλιλαίου.
·         α. αποκήρυξη ηλιοκεντρικής θεωρίας ως αιρετική,
·         β. επιβεβαίωση γεωκεντρικού δόγματος ως αληθές («e puor si muove”)
·         γ. καταδίκη σε κατ΄ οίκον περιορισμό
Δίκη Γαλιλαίου = ιστορικό ορόσημο χειραφέτησης πειραματικής επιστήμης από εκκλησιαστικές προκαταλήψεις και συγκρότησης σε αυτόνομη κοινωνική δραστηριότητα.
Οι ανακαλύψεις και οι μεθοδολογικές αντιλήψεις του Γαλιλαίου ενσωματώνονται στη θεωρητική σύνθεση του Νεύτωνα.










ΚΕΦ. 2Ο ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΕΙΔΩΛΟΥ ΚΑΙ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΝΕΑΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ
2.1. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ. ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΓΑΛΙΛΑΙΟΥ
Επιστημονικό κίνημα Πρώιμης Νεωτερικότητας: η νέα προσέγγιση στη φύση προετοιμάστηκε από τα νέα φιλοσοφικά ρεύματα που αναδύθηκαν κατά την αποσύνθεση του μεσαιωνικού συστήματος εξουσίας και της διανοητικής αυθεντίας.
Πνευματικά προαπαιτούμενα: ανακάλυψη και μελέτη φιλοσοφικών συστημάτων αρχαιότητας (νέες μεταφράσεις από το πρωτότυπο) = υπονόμευση Αριστοτελισμού.
Αναγεννησιακός πλατωνισμός (στα πλαίσια του ουμανιστικού κινήματος, με τάση στο μυστικισμό – πλατωνική μεταφυσική):
·         Σημασία στην υποκείμενη μαθηματική δομή μέσα στη φύση (σύστημα μαθηματικών αναλογιών και αρμονιών).
·         Πίσω από φαινόμενα άμεσης εμπειρίας κρύβεται αφηρημένη μαθηματική νομοτέλεια.
·         Ο αριθμός είναι το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση των νόμων που διέπουν το σύμπαν
Επιρροή Kepler από αναγεννησιακό πλατωνισμό:
·         κοσμογραφικό μυστήριο.
Επίμονη επιρροή Γαλιλαίου:
·         α. δεν υιοθετεί ελλειπτικές τροχιές Κέπλερ, αλλά κυκλικές και
·         β. θεωρεί λανθασμένα την αδρανειακή κίνηση στην επιφάνεια της γης ως κυκλική
Νέα μεθοδολογία Γαλιλαίου (κορύφωση πρώιμης νεωτερικότητας):
·         συνδυασμός «αισθητών εμπειριών» και «βέβαιων αποδείξεων»: νεοπλατωνικό μεταφυσικό αξίωμα (μαθηματική δομή φύσης) + πρακτικές από τη φυσική πειραματική του Αρχιμήδη
·         «Το βιβλίο της φύσης είναι γραμμένο στη γλώσσα των μαθηματικών.» (παράλληλα θεωρούσε τους κομήτες ως υποσελήνιο φαινόμενο – συμφυρμός νεωτερικών και παραδοσιακών αντιλήψεων).
·         αξιωματικό θεμέλιο ευρετικής: η μαθηματική αρμονία του φυσικού συστήματος (καθοδηγητική ενόραση που δίνει εξηγητικές υποθέσεις)
·         μαθηματική αφαίρεση (απόρριψη τυχαίων στοιχείων άμεσης εμπειρίας που δεν δίνουν πρόσβαση στη βαθύτερη μαθηματική νομοτέλεια, π.χ. νόμος κίνησης εκκρεμούς = περίοδος εξαρτάται από μήκος νήματος, όπου το νήμα θεωρείται ως ανελαστικό ευθύγραμμο τμήμα χωρίς μάζα) = ιδεατά μοντέλα
·         μαθηματική ανάλυση εμπειρίας: διάκριση σε πρωτογενείς ιδιότητες (υπόκεινται σε μαθηματική/ποσοτική επεξεργασία, όπως η μάζα, η ταχύτητα, οι γεωμετρικές διαστάσεις) και σε δευτερογενείς (ιδιότητες που παράγονται από αισθήσεις).
·         από τη μαθηματική εξιδανίκευση στις εξηγητικές υποθέσεις (έπονται λογικά) από τις οποίες επιλέγονται οι λιγότερο περίπλοκες (εξηγητική απλότητα φύσης, νεώτερη εκδοχή κανόνα Όκκαμ) και υποβάλλονται σε πειραματικό έλεγχο.
Πυρήνας νέας επιστημονικής μεθοδολογίας (από Πανεπιστήμιο Πάδοβας):
·         μέθοδος ανάλυσης ενός φαινομένου στα απλά μαθηματικά του συστατικά
·         μέθοδος σύνθεσης, εμπειρική παρατήρηση για έλεγχο εξηγητικών υποθέσεων
2.2. ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΚΑΙ ΑΠΟΒΟΛΗ ΤΕΛΙΚΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ
Η νεώτερη επιστήμη βασίστηκε στο νεοπλατωνικό κοσμοείδωλο, αλλά στράφηκε και προς τη συστηματική ενασχόληση με την εμπειρία, δηλ. την πειραματική θεμελίωση της επιστημονικής θεωρίας.
Κατά την Αναγέννηση συντελείται μια «ριζική αλλαγή παραδείγματος» (Kuhn) δηλ. μια μεταβολή στους τρόπους με τους οποίους ο ανθρώπινος νους ερμηνεύει τον κόσμο. Ο νεοπλατωνισμός αποτέλεσε το μεταφυσικό κέλυφος της νεωτερικής νοοτροπίας και μεθοδολογίας (παρωχημένη μεταφυσική με καινοφανές εμπειρικό περιεχόμενο) = «ουσιώδης ένταση» (Kuhn), διαλεκτική ιστορικής προόδου στην επιστήμη.
Επιστημονική Επανάσταση:
·         μαθηματική υφή φυσικών νόμων (νεοπλατωνισμός)
·         καινούρια κατανόηση φυσικής αιτιότητας (η φύση ως μηχανικό σύστημα, ο κόσμος ως πλέγμα δυνάμεων που επενεργούν εξ επαφής).
Θεωρίες κλασικής αρχαιότητας: ανθρωπομορφικές, ιεραρχία με βάση λογική αρμονία ανθρώπινης συνείδησης, ερμηνεία κόσμου από έποψη αγαθότητας, τελολογική επιστημονική γνώση (σκοπός ύπαρξης: τελικό αίτιο), φιλοσοφική οντολογία σε προτεραιότητα από εμπειρική πραγματικότητα. Επιστήμη = ανάλυση καθολικών ουσιών (όχι παρατήρηση). Μελέτη συμπαντικής τάξης = ηθική, φυσική αισθητική. Κόσμος = ορατός Θεός.
Μεθοδολογία Γαλιλαίου: απογύμνωση φύσης από υποκειμενικούς καθορισμούς. Κόσμος = άοσμο, άγευστο, άχρωμο, άηχο σύστημα υλικών σωμάτων σε κίνηση. Τα πράγματα υπάρχουν καθαυτά και δεν εξαρτώνται από ανθρώπινο νου. Επιστήμη = εμπειρική παρατήρηση και μαθηματική περιγραφή κινήσεων και αλληλεπιδράσεων. Αποβολή αναφορών σε τελικά αίτια.


2.3. Ο ΝΟΜΙΝΑΛΙΣΜΟΣ ΠΡΟΑΓΓΕΛΟΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑΣ. Ο ΟΚΚΑΜ ΚΑΙ ΤΟ ΞΥΡΑΦΙ ΤΟΥ
Η συστηματική κριτική της αριστοτελικής θεωρίας για την κίνηση των υλικών σωμάτων και τελικά, η αποβολή της ιδέας των τελικών αιτίων (του σκοπού), κατέληξε στην απόρριψη του αριστοτελισμού, γεγονός το οποίο λειτούργησε ως προϋπόθεση για την καινούργια πειραματική σχέση με την εμπειρία. Η εσωτερική κρίση είχε κορυφωθεί κατά τον 14ου αιώνα με το φιλοσοφικό κίνημα της ονοματοκρατίας ή νομιναλισμού (via moderna, σύγχρονος τρόπος διανοείσθαι).
Ιδρυτής του υπήρξε ο Άγγλος Όκκαμ, ο οποίος προσπάθησε να «καθαρίσει» τη φιλοσοφία από την πληθώρα των καταχρηστικών υποθέσεων και παραδοχών προτείνοντας τον κανόνα που επιγράφεται «Το ξυράφι του Όκκαμ» (αρχή επιστημολογικής οικονομίας).
Σύμφωνα με την αρχή αυτή σε κάθε περίπτωση πρέπει να προτιμάται η πλέον απλή και ευθεία εξήγηση ενός φαινομένου. Με τον τρόπο αυτό ο Όκκαμ αποφεύγει τον πολλαπλασιασμό των θεωρητικών οντοτήτων και  καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι καθολικές έννοιες δεν έχουν πραγματική υπόσταση, είναι απλώς ονόματα. Ουσία και μοναδική υπόσταση έχουν τα επιμέρους, ενδεχομενικά (κατά το συμβεβηκός) και αυθύπαρκτα άτομα. Έτσι, αποκαθιστά την εμπειρική πραγματικότητα ως πρωταρχικό θεμέλιο της επιστημονικής αλήθειας. (Ο απώτερος σκοπός του όμως ήταν θεολογικός και αφορούσε το απεριόριστο της Βούλησης του Θεού = δεν υπάρχει λογική, οντολογική αναγκαιότητα). Οι ιδέες του Όκκαμ ενσωματώθηκαν στη θεωρία της αιτιότητας του Hume.
Νομιναλισμός: απαρχή αγγλοσαξωνικής σχολής στη φιλοσοφία.
(Σημ. η πλατωνίζουσα ιδεοκρατία, ο σχολαστικισμός και ο μεσαιωνικός «ρεαλισμός» υποβάθμισαν την εμπειρική αναφορά της Αριστοτελικής σκέψης, καθώς και την προτροπή προς τη γνώση.)
2.4. Η ΔΙΑΨΕΥΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ
  • Τελολογική εξήγηση κίνησης: Η αριστοτελική φυσική θεωρεί τη στάση ως οντολογική (πρωταρχική) κατάσταση των σωμάτων και την κίνηση (και όχι την αδράνεια) μια διαδικασία που αποσκοπεί στο να λάβουν τα διάφορα όντα την πλήρη φυσική μορφή τους (βιολογική), και τη θέση τους σύμφωνα με την κατασκευή του κόσμου (οι πέτρες στο κέντρο της γης, η φωτιά στον ουρανό κλπ.).
  • Θεωρία αντιπερίστασης: Στην περίπτωση των μη φυσικών ή βίαιων κινήσεων (π.χ. της ρίψης ενός ακοντίου) η μετατόπιση του βλήματος αποδίδεται στους παλμούς του αέρα που το ωθεί (αδυνατεί, όμως, να εξηγήσει την κίνηση σωμάτων που κινούνται περιστροφικά, όπως η σβούρα – εμπειρικό αντιπαράδειγμα).
  • Θεωρία της «ορμής» (impetus): Η αδυναμία αυτή οδήγησε τον Μπουριντάν στην έκφραση της θεωρίας της «ορμής» (impetus), σύμφωνα με την οποία, το χέρι του ρίψαντος μεταδίδει στο βλήμα μια ορμή που το κινεί, ενώ μειώνεται βαθμιαία (επηρεαζόμενο από την επίδραση της άγνωστης ακόμα βαρύτητας). Εξάντληση ορμής = τέλος κίνησης (ασυμβίβαστη κι αυτή η θεωρία με την εμπειρική παρατήρηση καθότι παραμένει άγνωστη, προς το παρόν, η βαρύτητα).
Έτσι λοιπόν η θεωρία της κίνησης εξακολουθεί να βρίσκεται σε αδιέξοδο (δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική πρόταση) μέχρι την εμφάνιση του Γαλιλαίου και των πειραματικών ερευνών του.
2.5 Η ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΠΑΔΟΒΑΣ
·         Ασχολείται με ιατρική και μαθηματικά = έμφαση στον καθορισμό ορθής επιστημονικής μεθόδου. Συμβολή αποφασιστική στις νεωτερικές αντιλήψεις περί επιστημονικής μεθόδου.
·         Δεν χειραφετείται από αριστοτελισμό (αριστοτελικό υπόβαθρο: επιστήμη = ζήτηση «πρώτων αρχών»)
·         Θεωρητικό πρότυπο: αξιωματική θεμελίωση = γεωμετρία Ευκλείδη (σύνδεση με φυσικό χώρο).
·         Μετριασμός λογικού ενορατισμού
·         Ευρετική διαδικασία: πρότυπο θεωρητικών αποδείξεων ελληνιστικής περιόδου = γνώση του αγνώστου δια του γνωστού.
·         Αναλυτική της Πάδοβας: μέθοδος αναγωγής στις αιτίες των φαινομένων. Δύο πτυχές διαδικασίας: ανάλυση και σύνθεση. Ανάλυση = ανάβαση από αποτέλεσμα σε αιτία. Διάσπαση περίπλοκου φαινομένου στα πρωτογενή και θεμελιακά του στοιχεία (φαινόμενο = πρότερο κατά την τάξη της γνώσης, a posteriori σε σχέση με αιτία του). Σύνθεση = ανασύνθεση φαινομένου από τα στοιχεία του: παραγάγουμε το φαινόμενο ξεκινώντας από λογική αφετηρία πρώτων αιτιών και αρχών (αιτία = πρότερο ως προς οντολογική συγκρότηση κόσμου).
·         Ελάττωμα: όχι βήμα προς μεθοδολογική υπαγωγή λογικών υποθέσεων στην πειραματική διαδικασία. Αυτό το κενό ήρθε να καλύψει ο Γαλιλαίος.
2.6. Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΔΡΑΝΕΙΑΣ.
Καινοτομίες Γαλιλαίου:
·         ερμηνεία ανάλυσης και σύνθεσης, όχι ως λογικών, αλλά ως εμπειρικών διαδικασιών. Μαθηματικά = εργαλείο νόησης για τη διατύπωση υποθέσεων που ελέγχονται πειραματικά.
·         Απέδειξε ως αβάσιμο ένα από τα αξιώματα της αριστοτελικής φυσικής: ότι η ταχύτητα ελεύθερης πτώση σωμάτων είναι συνάρτηση του βάρους τους (τα βαρύτερα πέφτουν γρηγορότερα). Πειράματα σε κεκλιμένα επίπεδα (πρώτη συστηματική σειρά πειραμάτων στην ιστορία της επιστήμης). Συμπέρασμα: στα σώματα σε ελεύθερη πτώση στο κενό δρα μια δύναμη που τα επιταχύνει ομοιόμορφα, ανεξάρτητα από βάρος τους, με βάση τη σχέση: απόσταση ίσον χρόνος από τη στιγμή της εκκίνησης στο τετράγωνο. Φαινομενικές διαφορές στην ταχύτητα οφείλονται στην αντίσταση του μέσου μέσα στο οποίο γίνεται η πτώση. Προϋπόθεση νόμου: κενό (αντίθεση με αριστοτελισμό).
·         Αρχή της αδράνειας: κάθε σώμα από τη στιγμή που τίθεται σε κίνηση θα συνεχίσει στο διηνεκές με σταθερή και ομοιόμορφη κίνηση, εκτός κι αν επενεργήσει επάνω του μια άλλη δύναμη = αντιστροφή οντολογικού προορισμού Αριστοτέλη που είναι η ακινησία. Αδράνεια = κυκλική κατά Γαλιλαίο (πυθαγόρεια επιρροή).
·         Εξήγηση φαινόμενο παλιρροιών ως συνδυασμός δύο κινήσεων Γης (λανθασμένη).
·         Εξήγηση παραβολικής τροχιάς βλήματος ως γεωμετρική σύνθεση δύο δυνάμεων.




















ΚΕΦ. 3 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΑΛΙΛΑΙΟ ΩΣ ΤΟΝ NΕΥΤΩΝΑ. ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ.
Κύριες κατευθύνσεις φυσικής φιλοσοφίας 17ου αιώνα:
·         αναβίωση ατομικής θεωρίας
·         ορθολογική θεμελίωση μηχανικού μοντέλου
·         κατανόηση ορθού λόγου με βάση τυπική λογική
3.1. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΩΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ & ΕΠΙΣΤΗΜΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Σύγκρουση Γαλιλαίου - Εκκλησίας = ορόσημο:
·         χειραφέτηση διάνοιας από αυθεντία
·         διαγραφή παραδεδομένης γνώσης
·         αναζήτηση νέου συνεκτικού σχήματος για εξήγηση φαινομένου (τεκμήρια εμπειρίας + λογική τους επεξεργασία)
Λογική νέας επιστημονικής έρευνας = υπόδειγμα ορθολογικότητας = εφαρμογή σε όλες τις σφαίρες του κοινωνικού βίου (διείσδυση επιστημονικής νοοτροπίας στην κοινωνία):
·         εξορθολογισμός κοινωνικών σχέσεων και θεσμών
·         επιστημονικό κριτήριο: εκμετάλλευση φύσης προς όφελος ανθρώπου
·         αύξηση υλικού πλούτου, άνοδος βιοτικού επιπέδου (εφαρμογή τεχνολογίας στην παραγωγική διαδικασία)
·         ιδεολογικά ρεύματα νεωτερικότητας: νέο πολιτικοκοινωνικό καθεστώς, Επαναστάσεις, Διαφωτισμός, φιλελευθερισμός, εξορθολογισμός κοινωνίας μέσω δικαιότερης διανομής των αγαθών, δημοκρατικός ριζοσπαστισμός, σοσιαλισμός
·         οργάνωση οικονομικής και πολιτικής ζωής με τεχνικά μέσα επιστήμης
Τουτέστιν: η επιστήμη ως θεματοφύλακας ορθολογικότητας και εγγυητής κοινωνικής προόδου (υποκαθιστά την θρησκεία). Ηθικά μελήματα και ανασυγκρότηση κοινωνίας με πρότυπο την αδέσμευτη κριτική και την εμπειρική προσήλωση της επιστήμης. Η Επιστήμη ως φιλοσοφία (αντιστροφή).
Επιστημολογική στροφή στη φιλοσοφία: η φιλοσοφία δεν υπαγορεύει πια δομή και νομοτέλεια φύσης. Θρίαμβος πειραματικής επιστήμης και επαναπροσδιορισμός ρόλου φιλοσοφίας (θεραπαινίδα επιστήμης).
Επιστήμη = πηγή αλήθειας
Φιλοσοφία = επιστημολογική έρευνα (εξετάζει το υποκείμενο της γνώσης, διερευνά τις εγγενείς γνωστικές δυνάμεις του νου, εστιάζει στην κατανόηση της λειτουργίας του ανθρώπινου λογικού).
3.2. ΑΝΑΒΙΩΣΗ ΑΤΟΜΙΣΜΟΥ 17ος
(Αριστοτελική Θεωρία: 4 πρωτογενή υλικά + πεμπτουσία.)
Αναγέννηση = έφερε στο φως συγγράμματα ατομικών.
Μεθοδολογική στροφή Γαλιλαίου = αλλαγή αντίληψης οντολογίας φυσικού κόσμου.
Μαθηματική εξιδανίκευση απαιτεί διείσδυση στα πρωτογενή συστατικά (πέρα από άμεση παρατήρηση). Σώμα = άθροισμα στοιχειακών τμημάτων μη περαιτέρω διαιρετών (ατομισμός). Επομένως:
·         Φυσικό υπόβαθρο μαθηματικής ανάλυσης = ατομιστική αντίληψη ύλης (Δημόκριτου & Λεύκιππου)
·         Θεωρία κίνησης προϋποθέτει κενό (θεωρία ατομισμού)
·         Στερεότητα ύλης απαιτεί ύπαρξη κενού και ελκτικών δυνάμεων (Γαλιλαίος)
·         Πειραματική επιβεβαίωση κενού: Τορικέλλι – Pascal = βαρόμετρο
GIORDANO BRUNO: μεταφυσικός μυστικιστής, υποστήριζε ατομισμό ως θεμέλιο πανθεϊσμού (θεός = φύση), καθώς και την ύπαρξη άπειρου αριθμού κόσμων. Κάηκε το 1600.
GASSENDI: αναβίωση ατομισμού
Νομιναλιστική παραδοχή: φυσικός κόσμος ως ενδεχομενική απόρροια ελεύθερης βούλησης Θεού, άρα είναι δυνατό τα άτομα να κινούνται στο κενό. Οι κινήσεις και οι διαπλοκές των ατόμων δημιουργούν τα ορατά σώματα (ερμηνεία συμπεριφοράς ορατών σωμάτων από μηχανικούς νόμους μικροσκοπικών συστατικών τους).
Πηγή επιστημονικής γνώσης: αισθητηριακή εμπειρία
Τρόπος: διαχωρισμός περιεχομένων παρατήρησης από τυχαία και πλανερά.
Ευρεία εμπειρική βάση θεωρίας + συστηματικός πειραματικός έλεγχος = προσέγγιση στην αντικειμενική επιστήμη (πιθανότητες, όχι βεβαιότητες).
·         Θεός = εις άπειρο πολλαπλασιασμός ιδιοτήτων σωμάτων (η ύπαρξη δεν συνάγεται από έννοιες).
·         Προσπάθεια θεμελίωσης μηχανιστικού θεωρητικού προτύπου σε εμπειρική-πειραματική (όχι ορθολογική-αξιωματική) βάση.
·         Κριτική απόρριψη γνωσιολογίας Καρτέσιου. (Ο λογικός ενορατισμός ενέχει τον κίνδυνο σολιψισμού, εγκλεισμού, δηλαδή, του νου σε έννοιες και αποκοπή από την πραγματικότητα.
BOYLE:
(ιδρυτής της αγγλοσαξονικής επιστήμης στο πλαίσιο Βασιλικής Εταιρείας Λονδίνου. Συνδύαζε θρησκευτικά μελήματα με αλχημικές επιδιώξεις (πίστευε στη δυνατότητα μεταλλαγής μετάλλων αλλά με σύγχρονη πρακτική) και προηγμένη επιστημονική μεθοδολογία)
·         Πειραματική επιστήμη = πρακτική ωφέλεια (όπως απαλλαγή από προλήψεις = πνευματική υγεία)
·         Δέσμευση νέας επιστήμης με ορθή κατανόηση Θεού (δρόμος προς Θεό)
·         Σωματιδιακή φιλοσοφία: η μόνη συμβατή με πειραματική μέθοδο (προέκταση πρωταρχικών ιδιοτήτων -που υπόκεινται σε μαθηματική περιγραφή- μακροεπιπέδου παρατήρησης στο υποπαρατηρησιακό επίπεδο.
·         Πειραματική συνεισφορά Boyle (άσχετα με θεωρία ατομισμού): Νόμος Boyle = όγκος και πίεση αερίου αντιστρόφως ανάλογα.
·         Δυσπιστία Boyle στα μεγάλα θεωρητικά σχήματα (υπέρ αυτονόμησης πειραματικής έρευνας από «βαθιά οντολογία»).
Μειονέκτημα ατομισμού: αφορά οντότητες μη παρατηρήσιμες = όχι εμπειρική διακρίβωση (κίνδυνος θεωρητικού ενορατισμού).
(Ατομισμός: μεθοδολογικό δίλημμα για νέα επιστήμη: πλάσμα φαντασίας ή εργαλείο;)
3.3. BACON ΚΑΙ ΙΔΕΩΔΕΣ «ΑΛΗΘΟΥΣ ΕΠΑΓΩΓΗΣ»
Βacon: θεωρητικός ηγήτορας αγγλοσαξονικού επιστημονικού προτύπου
·         Ταύτιση νέας γνωστικής μεθόδου με συστηματική παρατήρηση.
·         Συλλογή επαρκούς βάσης εμπειρικών δεδομένων + μέθοδος εμπειρικής επαγωγής από ειδικό στο γενικό = θεωρητική γενίκευση (νόμος).
·         Προϋπόθεση: η απόρριψη αριστοτελισμού. Bacon: αντίπαλος κλασικών αντιλήψεων:
Ανεπάρκεια αριστοτελικής λογικής: εσφαλμένη κατανόηση επαγωγής = καταριθμούσα επαγωγή, δηλ. με ισχνό πραγματολογικό υπόβαθρο (επίφαση εμπειρικής θεμελίωσης). Τεχνική αριστοτελικού συλλογισμού: διαπλοκή εννοιών κενών εμπειρικού περιεχομένου.
·         Ενδιαφέρον επιστήμης για έλεγχο φύσης και ερμηνείες της (όχι νοητικές προθεάσεις). Γνώση = δύναμη (ανύψωση κοινωνίας, ευμάρεια).
·         Ριζική μεθοδολογική ανασυγκρότηση του σκέπτεσθαι = καθαρμός νου από προκαταλήψεις λογικής μεθόδου (είδωλα του νου).
Ταξινόμηση τύπων πλάνης (πηγές σφαλμάτων):
α. είδωλα του σπηλαίου ή φυλής = φυσική τάση εγκλωβισμού σε ανεξέταστες πίστεις (αντιστοιχία λογικού με τάξη κόσμου = σφάλμα),
β. είδωλα της αγοράς = αυθαίρετες σημασίες στις λέξεις, υποταγή τους σε ιδιοτελή συμφέροντα. Αίτημα για ακριβή καθορισμό νοήματος γλωσσικών όρων = απαρχή συστηματικής απασχόλησης με δομή και λειτουργία γλώσσας),
γ. είδωλα θεάτρου = υπερβολικός σεβασμός στις αυθεντίες.
·         Νέα αρχή από μηδενικό σημείο. Μεθοδολογική εφαρμογή «γνήσιας επαγωγής» (εξαντλητική περιγραφή τμήματος πραγματικότητας) = γενικεύσεις περιορισμένης και ενδιάμεσης εμβέλειας (όχι βιαστικές καθολικές θεωρίες). (Παράδειγμα εμπειρικά θεμελιωμένης αιτιακής εξήγησης: «φυσική μορφή» θερμότητας = κινητική θεωρία - ταχεία κίνηση μάζας).
·         Περιεχόμενο στοχασμού: Φυσική Ιστορία (όχι υποθέσεις εκ των προτέρων). Στόχος: διακρίβωση φυσικών ειδών, καταγραφή ιδιοτήτων και αιτιακών συναφειών. A posteriori εξηγήσεις και νομοτελειακές διαπλοκές ως αποτέλεσμα εμπειρικών παρατηρήσεων.
·         Αισιοδοξία για πρόσβαση στην αντικειμενική αλήθεια μέσα από συσσώρευση εμπειρικού υλικού (μηχανικός ή αφελής εμπειρισμός).
·         Ο Bacon έδωσε ταξινομήσεις και υποδιαιρέσεις τύπου εμπειρίας και όχι τρόπους οργάνωσης επιστημονικών πειραμάτων. Είχε, παρόλα αυτά, επίγνωση της σχέσης επιστημονικού νου με εμπειρία: οργανωτική, καθοδηγητική (όχι παθητική παρατήρηση) = συνεργασία ορθολογικής και πειραματικής δύναμης.
·         Μέθοδος επαγωγής: συστηματική κατάταξη και αντιπαραβολή παρατηρούμενων δεδομένων, δηλ. συγκριτικοί πίνακες: «πίνακες απουσίας», «πίνακες βαθμιαίας μεταβολής». Κρίσιμο σημείο τέλους φάσης παρατήρησης = προνομιακή περίπτωση (παρατήρηση-κλειδί) = αρχή κατασκευής θεωρητικής εξήγησης. Τέλος φάσης θεωρητικής εξήγησης = περίπτωση οδοδεικτική (κρίσιμο πείραμα) = εξήγηση φαινομένου.
·         Επιστημονικότητα = πολιτισμικό ιδεώδες (τέλος μεσαιωνικής πνευματικής δουλείας, αρχή ελεύθερου στοχασμού νεωτερικότητας).
·         Βακώνειο όραμα: θεσμική συγκρότηση επιστημονικής έρευνας. Παραγωγή γνώσης ως συλλογικό εγχείρημα υπό την προστασία της πολιτικής εξουσίας. Καρποί έρευνας στη διάθεση της κοινωνίας (εξύψωση βιοτικού επιπέδου, διαμόρφωση ήθους και σεβασμού προς τη φυσική τάξη, αδελφικότητα, συνεργασία). Επιστημονική κοινότητα αντί ιερατείου (επηρέασε θετικισμό που έθεσε τον επιστήμονα σε υψηλή κοινωνική θέση).
·         Πραγμάτωση ιδεών Bacon:
α. ίδρυση μεγάλων επιστημονικών ιδρυμάτων (Βασιλική Εταιρεία Λονδίνου, Ακαδημία Παρισιού, Αυτοκρατορική Ακαδημία Αγ. Πετρούπολης),
β. οι κυβερνήσεις προωθούν και προστατεύουν την επιστημονική έρευνα,
γ. η επιστήμη σε πρωτεύοντα ρόλο στην οργάνωση της κοινωνικής ζωής.
3.4. ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΜΗΧΑΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΕΙΔΩΛΟΥ. ΕΝΟΡΑΤΙΣΜΟΣ DESCARTES
Ο ορθολογισμός του Descartes σε αντιδιαστολή με τον εμπειρισμό του Bacon.
·         Παραπλανητική η λειτουργία των αισθήσεων (π.χ. όνειρα). Υποκειμενική και όχι πραγματική αντίληψη κόσμου. Εμπειρία: πιθανολογική περιγραφή όντων και όχι έγκυρη (π.χ. κερί)
·         Γνώση από πράξη καθαρής νόησης. Διαχωρισμός σε πρωτεύουσες και δευτερεύουσες ιδιότητες με σκοπό τη μαθηματική κατανόηση της ουσίας των όντων (όπως Γαλιλαίος). Αφαίρεση από δεδομένα εμπειρίας (πρωτογενείς ιδιότητες) = κατασκευή ιδεώδους, μαθηματικής εικόνας πραγματικότητας.
·         Κριτήριο γνώσης: η απόλυτη βεβαιότητα
·         Αληθινή επιστήμη = Γεωμετρία (θεμελίωση αναλυτική Γεωμετρία, δηλ. έκφραση γεωμετρικών μεγεθών μέσω αλγεβρικών εξισώσεων)
·         Ξεκινάει από σκεπτικισμό: αποκοπή από το Θεό σημαίνει αμφιβολία για τη δυνατότητα γνώσης. Ο Descartes οξύνει την σκεπτικιστική προβληματική (ιδέα «υπερβολικής αμφιβολίας»). Λύση: αυτοσκόπηση = Σκέφτομαι άρα υπάρχω (πα στω: γνώση απρόσβλητη από αμφιβολία). Παραγάγει ότι έπεται λογικά αυτής της βεβαιότητας (οντολογικό επιχείρημα ύπαρξης Θεού: έννοια Θεού = ύπαρξη Θεού). Θεός = αγαθός = βεβαιότητα αλήθειας μαθηματικών, άρα δυνατή μια επιστήμη της φύσης
·         «Αποχώρηση» Θεού από επιστασία κόσμου, αλλά άνθρωπος με χάρισμα άντλησης της αλήθειας από μέσα του που τον κάνει κυρίαρχο του φυσικού κόσμου.
·         Ουσία ανθρώπου: νους (res cogitans: πλάσμα σκεπτόμενο)
·         Οντολογικός διαχωρισμός νου-σώματος (αξίωμα καρτεσιανής ανθρωπολογίας)
·         Μεθοδολογικό πρότυπο επιστήμης: αξιωματική μέθοδος μαθηματικών με βάση διανοητική ενόραση (καθαρό λογικό, ενορατική εποπτεία). Θεμέλιο: άμεση κατάληψη (προφάνεια), όχι ανάγκη απόδειξης που παραπέμπει σε υπέρτερες αλήθειες (λογική αναγκαιότητα).
·         Αξιωματικές προτάσεις: ευκρινείς και ευδιάκριτες προτάσεις έμφυτες στη συνείδηση = σπέρματα βέβαιης γνώσης
·         Θεωρήματα: δευτερογενείς αλήθειες με εφαρμογή κανόνων λογικής παραγωγής (νομοτέλεια κόσμου)
·         Ευρετική διαδικασία: αναλυτική μέθοδος Πάδοβας (μέθοδος γεωμέτρη)
α. δεν παραδέχομαι ως αλήθεια κάτι που δεν γνωρίζω,
β. διαιρώ τις δυσκολίες σε τμήματα,
γ. προχωρώ από τα απλούστερα στα συνθετότερα,
γ. απαριθμήσεις και γενικές θεωρήσεις (όχι παραλείψεις).
·         Κατακύρωση μηχανιστικού κοσμοειδώλου και θεμελιώδεις παραδοχές του Descartes:
- ταύτιση ύλης με έκταση («παν σώμα εκτακτόν»), ιδιότητες ύλης σε σχέση με ποσότητα (μέγεθος, σχήμα, κίνηση) = πίστη στο γεωμετρικό λογισμό
- δεν υπάρχει κενό (απόρριψη ατομικής θεωρίας) = κίνηση μόνο με άμεση πρόσκρουση (εξ επαφής) = κίνηση ύλης σύμπαντος: γιγαντιαία δίνη (βαρύτερα σώματα στο κέντρο, διατήρηση συνολικού ποσού κίνησης στο σύμπαν, κίνηση ως κατάσταση, Θεός = πρώτο κινούν, έθεσε κόσμο σε κίνηση)
- προτεραιότητα λογικής έναντι εμπειρίας, γεωμετρία υπερκαθορίζει πραγματικότητα (η εμπειρία ως παράδειγμα, όχι απόδειξη)
·         Νόμος αδράνειας και διόρθωση κυκλικής αδρανειακής κίνησης Γαλιλαίου σε ευθεία
Καρτεσιανή κοσμολογία: πρώτη ολοκληρωμένη κοσμολογία νεωτερικότητας. Συμπεριλαμβάνει μηχανιστικό σύμπαν + κρίσιμες επιστημονικές αρχές (π.χ. αδράνεια, όχι χρήση εννοιών όπως η δύναμη εξ αποστάσεως του Νεύτωνα).
Αποτυχία καρτεσιανισμού:
·         Όχι σημασία στο πείραμα (πίστευε ότι χρησίμευε εκ των υστέρων για να προσδώσει εμπειρικό περιεχόμενο στη θεωρία ή για να επιβεβαιωθεί κάποια από τις εναλλακτικές λογικές συνεπαγωγές)
·         Ορθολογικός δογματισμός (μεταφυσικές υποθέσεις)
·         Επισφαλής η «προφάνεια» ως κριτήριο αλήθειας
·         Αξιωματικότητα παραδοχών = ψυχολογική αυθυποβολή
ΚΕΦ. 4ο ΝΕΥΤΩΝΕΙΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
4.1. Ο ΝΕΥΤΩΝ (1642-1727) ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ
Νεύτων: ορόσημο νεωτερικότητας (ολοκληρώνει τη γαλιλαϊκή παράδοση της υποταγής της θεωρίας στην πειραματική επιβεβαίωση).
·         Η ουράνια μηχανική του Νεύτωνα, του μέγιστου ίσως επιστημονικού νου όλων των εποχών, ενοποίησε τους νόμους του Κέπλερ και τη μηχανική του Γαλιλαίου σε μία θεωρία για τη δομή του σύμπαντος.
·         Επιστήμη: παραδειγματική ανθρώπινη δραστηριότητα
·         Μηχανιστικό κοσμοείδωλο + πειραματική μέθοδος = επηρεάζουν όλες τις σφαίρες διανοητικού βίου.
·         Ως αποτέλεσμα του επιστημονικού του κύρους ήρθε η γενική παραδοχή ότι η αλήθεια τόσο ως προς τα φυσικά όσο και ως προς τα κοινωνικά πράγματα προκύπτει από τις διαδικασίες της παρατήρησης και του πειραματικού ελέγχου των θεωριών.
·         Οι επιμέρους επιστημονικές ανακαλύψεις του Νεύτωνα (π.χ. για τη φύση του φωτός, σωματιδιακή θεωρία φωτός: το φως αποτελείται από στοιχειώδη σωματίδια, τα φωτόνια, που κινούνται σε ευθεία γραμμή με ασύλληπτη ταχύτητα), άνοιξαν νέα κεφάλαια θεωρητικής γνώσης.
·         Μια ακτίνα λευκού φωτός διερχόμενη μέσα από κρυστάλλινο πρίσμα αναλύεται σε ένα φάσμα χρωμάτων με το ιώδες και το κόκκινο στα άκρα του. Ενασχόληση με οπτική: κατοπτρικό τηλεσκόπιο.
Ο Νεύτων διετέλεσε καθηγητής των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και οδήγησε στην ανακάλυψη μιας νέας μεθόδου μαθηματικού λογισμού, το διαφορικό λογισμό.
4.2. Η ΚΟΣΜΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ PRINCIPIA MATHEMATICA (1687)
Το αποκορύφωμα της σταδιοδρομίας του Νεύτωνα ήταν η δημοσίευση των μαθηματικών αρχών της φυσικής φιλοσοφίας. Στο έργο αυτό συγκεφαλαιώνονται οι θεμελιώδεις αρχές μιας γενικής κοσμολογίας, με σκοπό την κατανόηση της φύσης ως ενιαίου συστήματος διεπόμενου από καθολικούς και αναγκαίους νόμους (βασικοί κανόνες πειραματικής μεθόδου), καθώς και μια εικασία για τη φύση του υπέρτατου όντος-δημιουργό της τέλειας μηχανικής του κόσμου. Νέος τύπος θρησκευτικής ευσέβειας = «φυσική θρησκεία», deism (Θεός = Αρχιτέκτων/Μαθηματικός).
Η κοσμολογία Principia Mathematica (μαθηματικών Αρχών) συνοψίζεται στα περίφημα τρία «αξιώματα, ή νόμους της κίνησης».
  1. Το πρώτο αξίωμα είναι ο νόμος της αδράνειας: κάθε σώμα παραμένει σε ακινησία ή κινείται με ομοιόμορφη κίνηση επί ευθείας γραμμής, εκτός αν βρεθεί υπό την επήρεια δυνάμεων που το αναγκάζουν να αλλάξει κατάσταση.
  2. Το δεύτερο αξίωμα δηλώνει ότι κάθε αλλαγή στην κίνηση του σώματος είναι ανάλογη με το μέγεθος της δύναμης που την προκαλεί, προς την κατεύθυνση της ευθείας επί της οποίας ασκείται η δύναμη αυτή.
  3. Το τρίτο αξίωμα θέτει ότι σε κάθε δράση αντιτίθεται μια ίσου μεγέθους αντίδραση.
·         Η πιο γενική δύναμη, που δρα στο σύμπαν, είναι η δύναμη της βαρύτητας που επηρεάζει όλα τα υλικά σώματα (σ΄ αυτήν οφείλεται η δομή και η δυναμική του ηλιακού συστήματος): F = G . m 1 . m 2 / R 2
·         Δράση δυνάμεων εντός «απόλυτου» χώρου και χρόνου.
·         Σύνολο φυσικών φαινομένων ως ενιαία διάδραση (κόσμος = πλέγμα γενικών νόμων με μαθηματική έκφραση και πειραματική επαλήθευση). Νόμοι Κέπλερ και Γαλιλαίου ως υποπεριπτώσεις παγκόσμιας νομοτέλειας.
Καινοφανές: το γεγονός ότι η παγκόσμια δύναμη F δρα εξ’ αποστάσεως έδωσε στα μάτια των επιστημόνων τις εποχής την αίσθηση ότι πρόκειται για μια σχεδόν «μαγική» δύναμη (δυσπιστία).
Η περιοδικότητα των τροχιών των πλανητών και των κομητών, η περίφημη πτώση των μήλων και οι παλίρροιες έδωσαν τις απαραίτητες αποδείξεις ώστε η φυσική επιστήμη να γίνει αποδεκτή ως ο εγκυρότερος διαχειριστής τις αλήθειας που αφορά τον έλεγχο των φυσικών φαινομένων.
Τα καταληκτικά κεφάλαια των Principia καθιερώνουν νέους «κανόνες λογισμού στη φιλοσοφία», επειδή αποφεύγουν τις αυθαίρετες και εμπειρικά αστήρικτες υποθέσεις και εισάγουν «προτάσεις» που αντλούνται από την εμπειρία και συνεπώς την υπερβαίνουν.
·         Επαρκής μέτρηση σχετικών μεγεθών + επαρκής συλλογή παρατηρήσεων = ασφαλείς προβλέψεις κινήσεων όλων των σωμάτων σε γη και ουρανό (εργαλείο ελέγχου φύσης).
·         Νευτώνειο σύμπαν: μηχανή ασύλληπτου μεγέθους που κανονίζεται από απλούς αιτιακούς νόμους (περιγράφουν δράση πρωταρχικών αιτιών απ΄ όπου προέρχεται απειρία φαινομένων).
·         Παρουσία φυσικής αιτίας = εγγύηση αποτελέσματος.
·         Διακρίβωση δράσης = πρόβλεψη.
·         Προβλεψιμότητα = ώθηση στον αιτιοκρατικό τρόπο σκέψης (ντετερμινισμός).
4.3. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΚΑΤΑ ΝΕΥΤΩΝΑ
Νεύτων: εταίρος Βασιλικής Εταιρείας (πραγμάτωση επαγωγικού ιδεώδους Bacon.
·         Πειραματική προσέγγιση και υπαγωγή θεωρίας στην εμπειρική επιβεβαίωση (χωρίς να απουσιάζουν οι μεταφυσικοί προβληματισμοί για τη βαθιά δομή των πραγμάτων – θεολογικές εικασίες).
·         Μεθοδολογική τάση που χρησιμοποιεί μεταφυσικούς διαλογισμούς ως πηγή ευρετικών υποθέσεων (όχι έσχατο θεμέλιο αλήθειας) με σκοπό την καθοδήγηση του πειράματος. «hypotheseis non fingo»: φυσική ιστορία στο πλαίσιο ανακάλυψης αιτιωδών συναφειών.
·         Διαχωρίζει πειραματική φιλοσοφία από κάθε άλλη μεταφυσική θεμελίωση. Εξοβελισμός νοητικών προδιαθέσεων θεωρητικής φαντασίας από «φυσική φιλοσοφία» Νεύτωνα, όχι όμως απόρριψη θεωρητικών υποθέσεων με την τεχνική έννοια (καθοδηγητική της πειραματικής διαδιακασίας). Όχι εκ των προτέρων παραδοχές που εκλαμβάνονται κυριολεκτικά (ως οντολογία), αλλά εύλογες επαγωγικές παραδοχές (μέσα από παρατήρηση).
·         Μαθηματικός λογισμός ως εργαλείο (όχι φορέας αλήθειας).
·         Πρακτική θεώρηση επιστήμης (θετικιστική): έργο επιστήμης = εξήγηση φαινομένων με κριτήριο τη δυνατότητα προβλέψεων.
Εγκυρότητα: α.. παρατηρησιακό υπόβαθρο, β. πειραματική επιβεβαίωση, γ. αληθείς προβλέψεις
·         Γενικοί φυσικοί νόμοι φύσης = επαγωγικές παραδοχές. Ναι στις ενεργητικές αρχές (φανερές ιδιότητες με κρυφές αιτίες και όχι απόκρυφες ιδιότητες). Η πειραματική μέθοδος ξεπερνά τα όρια εμπειρίας επιβεβαιώνοντας τις γενικές ιδιότητες (εφόσον δεν υπάρχει αρνητικό πειραματικό εύρημα).
·         Επαγωγή: επιχειρηματολογία, ο καλύτερος τρόπος περιγραφής της φύσης (όχι αποδείξεις).
·         Ανάλυση-σύνθεση Νεύτωνα διαφορετική από εκείνη του Descartes (ανάλυση σε μαθηματικές έννοιες, σύνθεση ως λογική παραγωγή δευτερογενών αληθειών):
- ανάλυση = από σύνθετο σώμα στα συστατικά του στοιχεία, από κίνηση σε δύναμη, από αποτέλεσμα σε αιτία: πειράματα (παρατηρήσεις) + συναγωγή γενικών συμπερασμάτων δια της επαγωγής (κανονικότητες) + όχι ενστάσεις αν δεν υπάρχει αρνητικό εύρημα.
- σύνθεση: υπαγωγή εύρους φαινομένων υπό εξηγητική επαγωγική γενίκευση (εξήγηση φαινομένων από τις αιτίες/αρχές).
·         Αδύνατη η απόλυτη βεβαιότητα: επαγωγικά θεμελιωμένη αρχή υπερβαίνει εμπειρία = τελεί συνεχώς υπό αίρεση (υπονομεύεται από αρνητικό πειραματικό εύρημα). Επαγωγική μέθοδος: ελλιπής ορθολογικά, δυνατή πειραματικά.
4.4. ΝΕΥΤΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΣ
Στα καταληκτικά κεφάλαια των principia περιγράφεται μια φιλοσοφική εικασία σχετικά με το ποιόν του Θεού, θέτοντας τη βάση για ένα καινούργιο τύπο θρησκευτικής ευσέβειας, τη λεγόμενη «φυσική θρησκεία», η οποία κυριάρχησε κατά την περίοδο του Διαφωτισμού. Κατά την άποψη του Νεύτωνα, ο κόσμος διευθετείται τόσο τέλεια, ώστε είναι αδύνατο αυτό να γίνεται δια αυτομάτου (τυφλή μεταφυσική αναγκαιότητα). Η νομοτέλειας προϋποθέτει ένα Θείο νου. Άρα υπάρχει υπέρτατος μαθηματικός Θεός, τον οποίο μπορούμε να γνωρίσουμε μόνο κατ΄ αναλογία (όχι πρόσβαση). Η ιδέα Θεού δεν αποτελεί αντικείμενο επιστήμης. Κριτική από Hume, κλονισμό από Δαρβίνο.


ΚΕΦ. 5ο Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΝΕΥΤΩΝΑ
5.1. ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΕΝΝΟΙΩΝ ΚΑΙ ΕΜΜΕΣΟΣ Ή ΜΕΤΡΙΟΠΑΘΗΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑΣ LOCKE.
Τίθεται ζήτημα ορίων γνώσης, αντικειμενικότητας των εννοιών και έννοιας αιτιότητας (στα πλαίσια εμπειρισμού).
Ο εμπειρισμός, γνωσιολογική θεώρηση με βάση την αισθητηριακή αντίληψη (Bacon), διαμορφώνεται σε συστηματική επιστημολογία από τον Locke.
LOCKE: υγιής, αναπόφευκτος σκεπτικισμός = αμφιβολία εμβέλειας επιστήμης + αναγκαιότητα πειραματικής επιστήμης ως μοναδική πρόσβαση στην αλήθεια (μετριοπάθεια εμπειρισμού).
·         Όρια γνώσης = όρια εμπειρίας
·         Χωρίς πληροφορίες αισθήσεων ο νους είναι άγραφη δέλτος (tabula rasa). Δεν υπάρχουν έμφυτες ιδέες στο λογικό.
·         Λειτουργία νου: επεξεργασία εμπειρικών δεδομένων (παραγωγή προτάσεων μέσω συνδυασμού εμπειρικών δεδομένων).
·         Κεντρική μεθοδολογική υπόθεση εμπειρισμού: αρχή συνειρμού
·         Τέλος στο πανσοφικό ιδεώδες ορθολογισμού. Η γνώση είναι περιορισμένη και ελλιπής (χωρίς νόημα το κριτήριο εγκυρότητας περί βεβαιότητας γνώσης του Descartes). Δεν υπάρχει βέβαιη γνώση.
·         Διανοητικές δυνάμεις ελλιπείς, αλλά ικανές για επιβίωση και πρόοδο.
·         Πρωταρχικά συστατικά εμπειρικής γνώσης (ιδιότητες πραγμάτων) = «απλές ιδέες» αισθήσεων. Συνένωση ιδιοτήτων (αντικείμενα) = «σύνθετες ιδέες». Θεμέλιο: αντιληπτικός ατομισμός (οι αισθήσεις δεν παρουσιάζουν συνολικές μορφές, αλλά μεμονωμένα δεδομένα).
·         «Ιδέες» ως αντικείμενα γνωστικής διαδικασίας (υλικό γνώσης), όχι αναφορά στην πλατωνική έννοια της υπέρτερης πραγματικότητας, αλλά ως αναπαράσταση της πραγματικότητας.
·         Μπαίνει ζήτημα σχέσης ιδέας-κόσμου (καρτεσιανή ένσταση). Απάντηση Locke: η εμπειρία διορθώνει την εμπειρία. Πρωτογενείς ιδιότητες: αντικειμενική κατασκευή. Άρα μέτρηση ποσοτικών χαρακτηριστικών = εγγύτερη δυνατή εικόνα κόσμου. Η εικόνα δοκιμάζεται από την εμπειρία, την ίδια στιγμή που το αντικειμενικό σχήμα του κόσμου καθορίζει τις ιδέες του νου.
·         Ο νους συνδυάζει και κατασκευάζει αναπαραστάσεις που εκφράζονται μέσω λέξεων. Το γνωστικό κύρος είναι συνάρτηση της επαφής με την πραγματικότητα.
·         Φαντασία = αυθαίρετη συγκόλληση αισθητηριακών δεδομένων.
·         Κόσμος: αιτιακή διαπλοκή πραγμάτων που υπάρχουν καθ΄ αυτά και καθορίζουν περιεχόμενο νου. Η αιτιότητα εντός της φύσης.
·         Δύο θεμελιώδεις συνθήκες του Locke:
- η επιστήμη είναι αυστηρά περιγραφική, διδάσκει το πώς λειτουργούν τα πράγματα, όχι το γιατί (οντολογία). Γνωρίζουμε τις δυνάμεις από τις επιδράσεις τους.
- γνώση μέσω υποκειμενικής αίσθησης και συλλογική εμπειρία. Γνώση ως «ονομαστική ουσία», όχι ως μεταφυσική πραγματικότητα. Αδύνατη η πρόσβαση στην «πραγματική ουσία». Τουτέστιν απορρίπτει τον επιστημονικό στόχο του Bacon που είναι η διάγνωση θεμελιωδών «φυσικών μορφών» στο έσχατο βάθος τους.
·         Γνώση κατά Locke: δραστηριότητα ατελής (εγγενείς αδυναμίες ανθρώπου), ενδεχομενική, πιθανολογική. Όχι βεβαιότητες λογικο-μαθηματικών αληθειών που αναφέρονται στο περιεχόμενο του νου κι όχι στην πραγματικότητα.
5.2. ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ BERKELEY. ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΙΤΙΟΤΗΤΑΣ HUME
(τριανδρία που θεμελίωσε τον εμπειρισμό: Bacon, Locke, Berkeley)
BERKELEY: (άκρατος ιδεαλισμός)
·         Ανυπόστατος ο διαχωρισμός σε πρωτογενείς και δευτερογενείς ιδιότητες, εφόσον και οι δύο εξαρτώνται από τις αισθήσεις.
·         Πραγματικότητα = αντίληψη για πραγματικότητα (αντίληψη = ιδέες από παρατήρηση του επιμέρους σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο)
·         Οι γενικοί όροι είναι λεκτικές γενικεύσεις που αντανακλούν αισθήσεις κι όχι πραγματικό κόσμο (Νομιναλισμός Occam). Δεν αναφέρονται στο απτό, αλλά συνοψίζουν εμπειρία συγκεκριμένων παρατηρήσεων.
·         Ουσία πράγματος = άθροισμα εμφανίσεών του (ιδέες μνήμης). Εμπειρικό πράγμα είναι ό,τι έχει παρατηρηθεί και άρα υπάρχει μόνο ως ιδέα στο νου. Πράγματα = συμπλέγματα ιδεών. Άκρατος ιδεαλισμός.
(Αντίθετα ο Locke υποστηρίζει ότι υπάρχει «πραγματική ουσία» στην οποία δεν μπορούμε να διεισδύσουμε.)
HUME: (σκεπτικισμός, ενδιάμεση θέση)
·         Δυνατή, αλλά αναπόδεικτη η ύπαρξη κόσμου ανεξάρτητου από εμπειρία.
·         Αδύνατος ο παραλληλισμός τάξης ιδεών με αντικειμενικό κόσμο (ο νους δεν μπορεί να βγει από τον εαυτό του). Ο νους αναφέρεται μόνο στο περιεχόμενό του (εμπειρικό υλικό αισθήσεων).
·         Επιστημονική γνώση = επεξεργασία ιδεών, συστηματική κατάταξη εμπειρικών ιδεών σύμφωνα με κανονικότητες.
Επιστημολογία Hume: η επιστήμη αναφέρεται στο υποκείμενο και περιγράφει τη συλλογική εμπειρία που βασίζεται στη δομή, τη σταθερότητα και την επαναληπτικότητα. Η θεωρητική γνώση αφορά ρυθμούς και κανονικότητες.
·         Ανάλυση έννοιας αιτιότητας με αναφορά στην παρατήρηση. Αιτιακή σχέση = χρονική διαδοχή και εγγύτητα στο χώρο (γειτνίαση στη μνήμη ως σταθερή σύζευξη) = προσδοκίες = νοητική συνήθεια = υποκειμενική πίστη αιτιώδους συνάφειας = θεμέλιο αιτιακής σχέσης.
·         Ισχύς θεωρητικών γενικεύσεων = πιθανολογική (νοητή και δυνατή η ανατροπή των επιστημονικών θεωριών στο μέλλον, όχι πιθανή λόγω προσδοκίας σταθερότητας της φύσης και συνέχειας παρελθόντος μέλλοντος).
·         Μέλλον = εκτός εμπειρίας (όχι βεβαιότητες προβλέψεων).
Πρόβλεψη = προσδοκία από εμπειρία παρελθόντος (διαισθητική αρχή «ομοιομορφίας φύσης», αναπόδεικτη υπόθεση) που οδηγεί σε επαγωγικές γενικεύσεις.
·         Γνωσιολογικό πρόβλημα επαγωγής: γνώση = επαγωγική γενίκευση εμπειρίας παρελθόντος. Γνωρίζουμε αναδρομικά, πράττουμε προδρομικά. Αθεμελίωτη η συνέχεια στο χρόνο (χωρίς εμπειρική ή λογική βάση).
·         Ο σκεπτικισμός ξεπερνιέται μόνο πρακτικά. Γνωσιοθεωρητικά δεν υπάρχει βεβαιότητα (μαθηματικοί λογισμοί = σχέσεις ιδεών, όχι περιγραφή κόσμου).
·         Πραγματιστική υπεράσπιση επιστήμης με βάση την πρακτική της ωφέλεια (όπως και ο Locke). Ο λόγος ως υπηρέτης πρακτικής προσταγής (υπηρέτης παθών). Ιδέες ως εργαλείο σταθεροποίησης και βελτίωσης της κατάστασής μας στον κόσμο.



















ΚΕΦ. 6ο Η ΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ Η ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 18ο ΚΑΙ 19ο ΑΙΩΝΑ.
6.2. ΑΛΧΗΜΕΙΑ ΚΑΙ ΙΑΤΡΟΧΗΜΕΙΑ
Καθ’ όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα η χημεία ήταν ταυτόσημη με τη μαγεία (ως προσπάθεια χειραγώγησης των μυστικών δυνάμεων της φύσης). Η αναζήτηση δε της «φιλοσοφικής λίθου» (που θα μετέτρεπε όλα τα ευτελή μέταλλα σε χρυσό) οδήγησε στην κυριαρχία της αλχημείας. (Η θρυλική μορφή του Φάουστ αντικατοπτρίζει τη δυσαρέσκεια του μέσου ανθρώπου της εποχής για τις σκοτεινές παρα-επιστημονικές έρευνες των αλχημιστών του καιρού του.) Αν και μάταιες οι αλχημικές αναζητήσεις, απέδωσαν πρακτικές γνώσεις. Ο Παράκελσος άλλαξε τον τρόπο της αλχημείας: όχι έρευνα για φιλοσοφική λίθο, αλλά παρασκευή «ελιξιρίου» (θεραπευτικά βότανα) = Ιατροχημεία. Μεταίχμιο μεσαίωνα και νέας εποχής: θεραπεία + αστρολογία.
6.3. Ο BOYLE ΚΑΙ Η ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ
(Από την Ιατροχημεία στη Χημεία με εισαγωγή της πειραματικής μεθόδου.)
Ανατροπή παραδοσιακών ιδεών σύστασης ύλης και δοξασιών περί στοιχείων ιατροχημείας. Καθοριστικό το έργο του Boyle για το μέλλον της επιστήμης της χημείας. Θεμελιώνει βασικές θέσεις:
  1. Τα στοιχεία των αλχημιστών δεν είναι στην πραγματικότητα στοιχεία.
  2. Τα στοιχεία είναι περισσότερα από 4 ή 7 που είχε καθιερώσει η αλχημική.
  3. Ορισμός «στοιχείου» ως απλό, άμεικτο, πρωταρχικό σώμα.
Πειραματική απόδειξη του νόμου του Boyle η περιγραφή του τύπου PV = K (η πίεση και ο όγκος ενός αερίου είναι ανάλογα, με αποτέλεσμα το γινόμενο να παραμένει σταθερό). Κατοχύρωση φήμης Boyle και έναρξη έρευνας στοιχείων ύλης.
6.4. Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΟΞΥΓΟΝΟΥ
Η μεγαλύτερη ανακάλυψη κατά τον 18ο αιώνα ήταν η πειραματική απομόνωση του οξυγόνου από τον Pristley.
Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα είχε ανακαλυφθεί επαρκής αριθμός στοιχείων, ώστε ο Ρώσος επιστήμονας Medeleev να καταστρώσει το 1879 τον περιοδικό πίνακα των στοιχείων (ορθό πλαίσιο κατανόησης στοιχείων).
6.5. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΒΟΥΑΖΙΕ
Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την επιστημονική θεμελίωση της χημείας ήταν μια λανθασμένη θεωρία για την καύση των υλών, που κυριαρχούσε κατά τον 18ο αιώνα: ύπαρξη ειδικής ουσίας, το «φλογιστόν», μέσα στα καύσιμα σώματα.
Ο μεγάλος Γάλλος χημικός Λαβουαζιέ απέδειξε ότι η καύση είναι στην πραγματικότητα οξείδωση, ένωση δηλαδή της καιόμενης ουσίας με οξυγόνο για την παραγωγή οξειδίου. Η χημεία αποκτά στερεή θεωρητική και μεθοδολογική υποδομή και επιστημονικό κύρος ανάλογο της φυσικής.
6.6. Η ΕΠΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
18ος αιώνας: ανθρωποκεντρική θεωρία «εκλεκτικών συγγενειών» (ανάκληση «υλοζωισμού» Ιώνων και θεωρίας Σπινόζα) ως εξήγηση της χημικής σύνθεσης = ρομαντική φιλοσοφία της φύσης.
Dalton: επαναδιατύπωση ατομικής θεωρίας (άπειρα σωματίδια που συνδέονται με ελκτική δύναμη - άτομα ίδιου στοιχείου έχουν ίδιο βάρος) = υπαγωγή χημείας στην πειραματική διαδικασία (αναλογίες).
·         Αριθμός Avogado (ατομικό βάρος)
·         Θερμότητα ως κινητική ενέργεια μορίων και όχι ελαστικό ρευστό (Rumford)
·         Τεχνητή σύνθεση ουρίας (απαρχή οργανικής χημείας)
6.7. ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ ΣΤΗ ΒΙΟΛΟΓΙΑ
Αρχαία Ελλάδα: Ιδέα εξέλιξης στη φυσιολογία των προσωκρατικών (Εμπεδοκλής/ Αναξίμανδρος) και στη φιλοσοφία των ατομικών. Όρος «φύσις» δηλώνει δυναμική τάση μετάβασης από το ατελές στο τέλειο.
Χριστιανικός Μεσαίωνας: υποταγή αριστοτελισμού στη θεολογία (απογύμνωση από εμπειρικό περιεχόμενο και διάθεση για γνώση). Δόγματα: μονιμότητα, αιωνιότητα φυσικών ειδών, μοναδικότητα ανθρώπου ως κορωνίδα της φύσης (όχι ιδέα εξέλιξης).
Η επιστημονική θεμελίωση βιολογίας οδήγησε στη διάψευση των δοξασιών.
6.8. ΝΕΑ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗ ΣΚΕΨΗ LEONARDO, VESALIUS, HARVEY
Leonardo Da Vinci: τέχνη = απεικόνιση δομών φύσης. Ανατροπή μεσαιωνικών μεθόδων και πρακτικής Γαληνού, ενασχόληση με ανατομία, γεωλογία, παλαιοντολογία. Εφαρμογή υποθετικο-παραγωγικής μεθόδου. Έθεσε θεμέλια Γεω-επιστημών.
Vesalius: ανατομικές μελέτες, χαρακτικά
Harvey: ανακάλυψη κυκλοφορίας αίματος (ανατροπή Γαληνού), μεθοδική παρατήρηση, πειραματισμός
Malpighi: ανακάλυψη μικροσκοπίου (ώθηση στη βιολογική έρευνα).
Hooke: τελειοποίηση μικροσκοπίου, εισαγωγή όρου κύτταρο
Leenwenhock: παρατήρηση μικροβίων (ιδέα αντισηπτικής).



ΚΕΦ. 7ο ΑΚΜΗ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΥ
7.1. ΣΥΓΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ MILL. ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΑΝΑΓΩΓΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ
19ος αιώνας: θετικισμός (μαζί με εθνικισμό, φιλελευθερισμό, σοσιαλισμό κλπ)
Θετικισμός: φιλοσοφία επιστήμης (καταγωγή από θεωρήσεις Bacon, Locke, Hume, Νεύτωνα) με αισιοδοξία διαφωτισμού, πίστη στην πρόοδο μέσω της επιστήμης (λύση σε όλα τα υλικά και διανοητικά προβλήματα) = τελικό στάδιο ανθρώπινης ιστορίας.
·         Επιστημονική μέθοδος ως υποδειγματική δραστηριότητα του νου
·         Όχι μεταφυσική σκέψη και ανορθόλογος ρομαντισμός
·         Όχι σε ολοκληρωτικές φιλοσοφίες
Εκφραστές: Comte (θεμελιωτής κοινωνιολογίας ως αυτόνομο επιστημονικό κλάδο) και Mill (συστηματική αναγωγή θεωρίας στα φαινόμενα).
MILL:
·         Γενική Μεθοδολογική Αρχή: Επαγωγική απόδειξη επαγωγής (ξεκινώντας από γνωσιολογία Hume) = το γεγονός ότι κάθε αποτέλεσμα έχει αίτιο που το παράγει είναι συμπέρασμα άπειρης σειράς παρατηρήσεων στη συλλογική μνήμη (όχι αστήρικτη ψυχολογική προτίμηση Hume).
·         Τα πειράματα προϋποθέτουν και επιβεβαιώνουν αυτήν την αρχή της επαγωγής: αναγνώριση ρόλου απαγωγής και λογικής διείσδυσης (κρίσιμος ρόλος ερευνητικών υποθέσεων).
·         Καμία έννοια δεν έχει ενορατικό υπόβαθρο (όχι «νοητική ενόραση», όχι αυτοφυείς ιδέες). Η ανθρώπινη σκέψη πηγαίνει από το μερικό στο γενικό (εμπειρική επαγωγή).
·         Δεν εξαιρούνται οι έννοιες των μαθηματικών (εμπειρικές γενικεύσεις με κατά προσέγγιση εφαρμογή στην πραγματικότητα – λειτουργικός έλεγχος). Η αποδεικτική βεβαιότητα των μαθηματικών αναφέρεται στο νου (αποκοπή από παρατηρησιακό υπόβαθρο). Αναγωγή μαθηματικών στην εμπειρία (απόρριψη από Frege και Russel).
·         Ανάλυση με κανόνες λογικής συνεπαγωγής. Μαθηματική έννοια + κανόνες λογικής = επαγωγικά συμπεράσματα
·         Διαδικασία επαγωγής στην πειραματική έρευνα (σε στενότερο δηλ. πλαίσιο). 4 συγκριτικοί μέθοδοι αντιπαραβολής ευρημάτων: πιο τεχνικά επιμελημένη επεξεργασία πινάκων Bacon. Πιο σημαντική η μέθοδος της «διαφοράς» (παραδείγματα παρουσίας και απουσίας φαινομένου – η συνθήκη που λείπει αποτελεί και την αιτία του)





7.3. ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΕΝΝΗΣ. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΝΟΗΜΑΤΟΣ. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ (ΛΟΓΙΚΟΣ ΕΜΠΕΙΡΙΣΜΟΣ Η΄ ΛΟΓΙΚΟΣ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΣ).
Στις αρχές του 20ού αιώνα υπό την επήρεια του Mach δημιουργήθηκε η σχολή του «λογικού θετικισμού» στις γερμανόφωνες χώρες, με επίκεντρο τον περίφημο «κύκλο της Βιέννης» και «κύκλο του Βερολίνου». Εξ αιτίας του ναζισμού οι επιστήμονες αυτοί μετανάστευσαν σε ΗΠΑ και Αγγλία. Wittgenstine (ο κόσμος είναι η γλώσσα), Russel (αναγωγή μαθηματικών στη λογική)
  • αφετηριακή παραδοχή του λογικού θετικισμού είναι ότι «η εκ των προτέρων συνθετική γνώση είναι αδύνατη» (Karnap).
Η άρνηση αυτή έχει δύο βασικούς στόχους, ένα φιλοσοφικό και έναν πολιτικό:
  1. έρχεται σε αντίθεση με την επιστημολογία του νεοκαντιανισμού, που κυριαρχούσε στα γερμανικά ακαδημαϊκά ιδρύματα πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (επαναξίωση ανθρωπιστικού Διαφωτισμού και ιδεώδους επιστημονικής κριτικής) και
  2. αντιπαρατίθεται στις μεγάλες ολοκληρωτικές ιδεολογίες, όπως ο Ναζισμός και ο Σταλινισμός (ιδεοληπτικός φανατισμός, επιστημονικοφανής ερμηνεία κόσμου).
Ο λογικός θετικισμός είναι μια γνωσιοθεωρία που μετατοπίζει την προβληματική από την έννοια της αλήθειας σε εκείνη του νοήματος: εμπειρισμός με σύστημα λογικής ανάλυσης, διαπλοκή όρων και θεωριών με τα δεδομένα της εμπειρίας = λογική ανάλυση επιστημονικής γλώσσας, εστίαση στη γλώσσα ως φορέα νοημάτων (γλωσσανάλυση). Γλωσσική στροφή στη φιλοσοφία των επιστημών. Ο ερευνητής αναζητά αλήθεια μέσα από την παρατήρηση και τον πειραματισμό, ενώ ο φιλόσοφος αναζητά να διασαφηνίσει το νόημα των ερωτήσεων μέσα από την έρευνα του νοήματος.
·         Αρχή επαληθευσιμότητας: Για να έχει μια πρόταση νόημα πρέπει να μας υποδεικνύει εκείνο το συστατικό της εμπειρίας που μπορεί να την επαληθεύσει (χωρίς να έπεται ότι είναι και αληθής). Οι ανόητες προτάσεις είναι θωρακισμένες από τον πειραματικό έλεγχο (θεολογίες, ιδεολογίες)
·         Μεθοδολογική ενότητα επιστημών: Οι επιστήμονες διαφέρουν μεταξύ τους μόνο ως προς το αντικείμενο, αλλά όχι ως προς τη μέθοδο (πειραματική, πρακτική) που ακολουθούν για να επαληθεύσουν τις υποθέσεις και τις θεωρίες τους.
·         Νόημα έχουν: α. οι μαθηματικές προτάσεις (ταυτολογίες) και β. θεωρητικές υποθέσεις και εξηγήσεις πειραματικής επιστήμης.
·         Προτάσεις ηθικής: ούτε αληθείς, ούτε ψευδείς (δεν περιγράφουν τον κόσμο, υποκειμενικές αξιολογήσεις, «το δέον δεν εξάγεται από το είναι» Hume). Κοινωνικές επιστήμες = Hempel: εξηγητικό πρότυπο θετικών επιστημών στην ιστορικο-κοινωνική σκέψη (εφόσον για να γίνει ένας κλάδος επιστήμη απαιτούνται αντικειμενικές αλήθειες).
·         Η γλώσσα της επιστήμης αποτελείται από δύο ειδών όρους : από τους παρατηρησιακούς (εμπειρική παρατήρηση) και τους θεωρητικούς (σύνδεση με εμπειρία μέσω «κανόνων αντιστοιχίας»). Οι θεωρητικοί όροι απαιτούνται για τη λογική δομή μιας θεωρίας και έχουν αυτόνομη υπόσταση.
·         Το κρίσιμο ερώτημα, τώρα, αφορά τη δυνατότητα αναγωγής των θεωρητικών όρων στους παρατηρησιακούς. Φυσικαλιστική θεώρηση (στη φύση τα πάντα εξηγούνται μέσα από τη γνώση της) του Carnap: αναγκαία η σύνδεση θεωρητικών και παρατηρησιακών όρων = μέσω πειραματικής επιβεβαίωσης παρατηρησιακών (εργαστηριακά όργανα) επιβεβαιώνονται έμμεσα και οι θεωρητικοί όροι.
·         Η θεωρία υπερβαίνει το σώμα των παρατηρήσεων (στοιχείο επιστημολογίας Mill ο οποίος μέσα στο γενικό πλαίσιο της επαγωγής αναγνωρίζει ρόλο «απαγωγής και λογικής διευθέτησης»)
·         Αναγκαία η «υπόθεση εργασίας» (καθοριστικό πλαίσιο επαγωγικά θεμελιωμένων εξηγήσεων και θεωριών) για τη διαδικασία της επαγωγής, έτσι ώστε να υπάρξουν «πειραματικά ελεγχόμενες συνέπειες» = λειτουργία ευρετική. Αύξηση κρισιμότητας ρόλου των ευρετικών υποθέσεων (υπερβαίνουν παρατήρηση) + αυτόνομη υπόσταση θεωρητικών όρων = αύξηση σημασίας του ρόλου της λογικής παραγωγής ή απαγωγής στη διατύπωση μιας θεωρίας (απαραίτητη μια υποθετικο-παραγωγική-παρατηρησιακή διαδικασία – λογικο-παραγωγική δομή θεωριών) για πειραματική επαλήθευση.
  • Επιστημονική μεθοδολογία: α. το πλαίσιο ανακάλυψης (χωρίς λογικούς κανόνες, δημιουργική φαντασία, ενόραση) αφορά τις επικρατέστερες ερευνητικές υποθέσεις, β. το πλαίσιο επικύρωσης αφορά την πειραματική διαδικασία που στηρίζει ή υπονομεύει την «υπόθεση εργασίας». Πειραματική επιβεβαίωση = αύξηση πιθανότητας ισχύος «υπόθεσης». Πειραματική διάψευση = ψευδής η «υπόθεση» (λογικό σχήμα «modus tollens»).
  • Κριτήριο κύρους θεωρίας: η σχέση της με την πραγματικότητα. Διακρίβωση αυτής της σχέσης: εσωτερική λογική δομή που επιτρέπει συμπεράσματα.
Νέα συζήτηση (πρόβλημα λογικού εμπειρικού): έννοια πιθανότητας και λογικής υπόστασης εμπειρικής επικύρωσης (παράδοξα επικύρωσης):
·         λογική πιθανότητα καθολικού νόμου κοντά στο μηδέν (μικρό εμπειρικό υλικό επικύρωσης μέσα στο άπειρο σύμπαν)
·         κάθε πρόταση καθολικού κύρους επιβεβαιώνεται από άσχετες εμπειρικές παρατηρήσεις (λογική συλλογιστική).
Αποτυχία λογικού εμπειρισμού να λύσει το πρόβλημα της επαγωγής (της ασυμμετρίας, δηλ. λογικών/γνωστικών δυνάμεων ανθρώπου και αντικειμενικού κόσμου).
Νέες θεωρητικές συλλήψεις: «θεωρία διαψευσιμότητας» Popper, «θεωρία παραδειγμάτων» Kuhn κ.α.


ΚΕΦ. 8ο ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΤΙΚΙΣΜΟΥ. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ
8.1. ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΘΕΤΙΚΙΣΤΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Απόγειο Θετικισμού: αρχές 20ου αιώνα.
·         Μαθηματική αυστηρότητα (κατά ολοκληρωτικών πολιτικών συνεπειών ανορθόλογου μυστικισμού)
·         Ορθολογική προσέγγιση
Ριζική αλλαγή γενικών θεωρητικών παραδοχών («αλλαγή παραδείγματος») έφερε ρωγμές στο θεωρητικό οικοδόμημα του Θετικισμού: θεωρία σχετικότητας και κβαντομηχανική κλονίζουν μεθοδολογικά αξιώματα κλασικής φυσικής. Ο παρατηρητής δεν θεωρείται πια παθητικός δέκτης, ενώ η αρχή απροσδιοριστίας του Heisenberg (σε υπο-ατομικό επίπεδο) κλονίζει τις ισχύουσες αιτιοκρατικές αντιλήψεις.
Μεθοδολογική πρόταση Θετικισμού:
·         Αντιστοίχιση θεωρίας με εμπειρικά δεδομένα (θεωρία = αποτέλεσμα παρατήρησης, επαγωγική γενίκευση)
·         Βαθμός αξιοπιστίας = βαθμός επαλήθευσης (νόημα θεωρίας από κάτω προς τα πάνω + πειραματικά ευρήματα)
·         Αφετηρία: βασικές προτάσεις («προτάσεις πρωτοκόλλου» Carnap): δεδομένα παρατήρησης κατά τόπο και χρόνο
·         Κάθε θεωρητικός όρος πρέπει να μεταφράζεται σε παρατηρησιακό, αλλιώς είναι στοιχείο μεταφυσικό, χωρίς επιστημονική αξία (καταγωγή από το “hypotheseis non fingo” του Νεύτωνα)
·         Οι μεθοδολογικές παραδοχές έχουν κανονιστική, περιγραφική λειτουργία
Από μεσοπόλεμο και μετά ο Θετικισμός δεν αποδίδει ιστορική πραγματικότητα εξέλιξης της επιστήμης από την πρώιμη νεωτερικότητα.
Αδυναμίες Θετικισμού:
1.      Αδυναμία επαγωγισμού να θεμελιώσει ορθολογικότητα καθολικών φυσικών νόμων (περιορισμένα εμπειρικά δεδομένα = πιθανότητα αλήθειας στο μηδέν, η διαδικασία γίνεται έτσι απαγωγική και όχι επαγωγική). Επομένως οι φυσικοί νόμοι δεν υπακούουν στο αυστηρό κριτήριο της επαληθευσιμότητας. Όχι απόλυτη επαλήθευση σημαίνει πιθανοκρατική επικύρωση = ανορθόλογη η πίστη στην αλήθεια της επιστήμης.
2.      Φυσικαλιστική προκατάληψη: απαίτηση πλήρους αντιστοίχισης θεωρίας-εμπειρίας (αναγωγή της θεωρίας στη εμπειρία) = υποβάθμιση θεωρητικού τμήματος κάθε φυσικής θεωρίας ως μεταφυσικού = φραγμοί στην εξέλιξη έρευνας.
3.      Παράδοξη η κατανόηση αντικειμενικότητας και απροκαταληψίας στην πειραματική διαδικασία (αφορά εξίσου φυσικές και κοινωνικές επιστήμες). Βασική παραδοχή: «η φύση μιλάει από μόνη της», άρα παρατήρηση = πρωτογενής διαδικασία χωρίς πρότερες υποθέσεις. Αλλά χωρίς υπόθεση εργασίας δεν οργανώνεται πείραμα, αφού η παρατήρηση εξαρτάται από καθοδηγητική θεωρία.
Απλούστερη εκδοχή: απαραίτητη η χρήση γλώσσας (λογικής διάταξης υλικού αισθήσεων). Κορμός γλώσσας = καθολικές έννοιες, άρα προαπαιτείται κατανόηση λογικών κατηγοριών (νεοκαντιανισμός + θεωρία σχετικότητας). Αμφίδρομη εξάρτηση θεωρίας-παρατήρησης: η παρατήρηση είναι διαποτισμένη από θεωρία και η θεωρία υποκαθορίζεται από την παρατήρηση.
Νέος στόχος φιλοσοφίας επιστήμης: η αναπαράστασή της ως κοινωνικό και ιστορικό φαινόμενο.
8.2. Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΩΓΗΣ (POPPER 1902-1994). ΛΟΓΙΚΗ ΠΛΑΝΗ ΤΗΣ «ΘΕΣΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ»
Popper: πρώτος διακήρυξε την ανάγκη να εκβληθούν οι ορθοδοξίες του θετικισμού, διατύπωσε πρωτότυπη θεωρία της επιστημονικής έρευνας που επηρέασε φιλοσοφία επιστήμης, αλλά και κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες.
  • Η αφετηριακή διαπίστωση του Popper είναι ότι το πρόβλημα της επαγωγής, όπως το είχε ορίσει αρχικά ο Hume, είναι άλυτο. (Η λύση του Hume -να μάθουμε να ζούμε στην αβεβαιότητα- υπονομεύει το κύρος της επιστήμης).
Λύση Hume: Το τι θα επιλέξει κανείς να εκλάβει ως αιτιακή σύνδεση δύο γεγονότων Α και Β εξαρτάται από τις συνήθειες (έξεις) και τις διαθέσεις που έχει αποκτήσει από την εμπειρία και την παιδεία του.
Άποψη Popper: υποκειμενική θεωρία πιθανότητας (λύση Hume) + λογικό άτοπο «post hoc ergo propter hoc» (προσεύχομαι και βρέχει, άρα η προσευχή προκάλεσε τη βροχή) = υπονόμευση εργαλειακής ερμηνείας θεωρητικών προτάσεων)
Θεμελιακό λογικό σφάλμα: από ύπαρξη αποτελέσματος δεν μπορούμε να συμπεράνουμε την αιτία («θέση ακολουθίας»). Ένα αποτέλεσμα έχει πολλές πιθανές αιτίες.
  • Ένα γεγονός που τονίζει με έμφαση ο Popper είναι ότι εάν κανείς ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την εμπειρική επαλήθευση μιας θεωρίας, τότε δεν υπάρχει θεωρία που να μην επαληθεύεται. Η επικύρωση εξαρτάται από ερμηνείες (όταν το εμπειρικό υλικό υπο-προσδιορίζει τη θεωρία σημαίνει ότι δεν αποκλείονται ακραίες υποθέσεις). Πλάνη της «θέσης ακολουθίας» υποθετικού συλλογισμού = υπονόμευση θετικιστικού προγράμματος (δεν εξηγεί κύρος επιστήμης).
8.3. Η ΛΟΓΙΚΗ ΤΟΥ MODUS TOLLENS ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ
Με δεδομένη την πρακτική αποτυχία της θετικιστικής εκδοχής της εμπειρικής επαγωγής για επαλήθευση της αλήθειας των υποθέσεων και των θεωριών, ο Popper υπογράμμισε ότι αν η επαλήθευσή τους είναι αδύνατη δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να διακριβώσουμε ποια από τις υπό εξέταση υποθέσεις είναι ψευδής. Έτσι αν δεν ισχύουν οι υποθέσεις δεν θα ισχύει και η παραδοχή.
·         Θεωρία Διαψευσιμότητας: Η διαδικασία αυτή είναι διαφορετική από αυτή των πιθανοτήτων στην οποία στηρίζεται η μεθοδολογία της επαλήθευσης. Ο λογικός της πυρήνας είναι παραγωγικός και αντιστοιχεί σε έναν από τους βασικούς τύπους για την παραγωγή λογικά έγκυρων επιχειρημάτων, που ονομάζεται modus tollens (συλλογισμός «αιρούμενης της ακολουθίας»).
·         Διαδικασία παραγωγής επιστημονικής γνώσης: αρχή = πρόβλημα (ιδέα φιλοσοφίας πραγματισμού Pierce). Σχήμα: P1 (πρόβλημα) = TT1 (θεωρία) = EE (διάψευση) = P2 (νέο πρόβλημα)
·         Ένα και μόνο αρνητικό πειραματικό αποτέλεσμα (αντιπαράδειγμα) μπορεί να διαψεύσει μια καθολική πρόταση π.χ. «όλοι οι κύκνοι είναι λευκοί», η ύπαρξη ενός και μόνο μαύρου κύκνου μπορεί να τη διαψεύσει για πάντα (σαφέστερος προσανατολισμός πειραματικής έρευνας).
·         Επιστημονική είναι λοιπόν μια διαδικασία οργανωμένη κατά τρόπο που να διευκολύνει τη διάψευση των θεωριών μας. Η ορθολογικότητά της αφορά την υπόδειξη των πειραμάτων που τη διαψεύδουν (με τον τρόπο αυτό ο Popper πιστεύει ότι οριοθετεί την επιστήμη απέναντι στη μη επιστήμη.)
·         Θεμελιακός στόχος της επιστημονικής έρευνας δεν είναι με κανένα τρόπο η επιβεβαίωση της αλήθειας, αλλά η ανακάλυψη μιας ριζικά νέας και πιο ενδιαφέρουσας αλήθειας (διαρκής επανάσταση), και μάλιστα τέτοιας που ακυρώνει αυτό που ισχύει ως αλήθεια στο παρόν.
·         Προϋπόθεση: η απόλυτη ελευθερία της θεωρητικής διάνοιας.
Παράδοξα θεωρίας Popper:
1ο παράδοξo: δημιουργικός ρόλος ψεύδους. Επιστημονική θεωρία: όχι αυτοσκοπός (υποβάθμιση θεωρίας), τολμηρές και πεπαιδευμένες εικασίες προς διάψευση (ενίσχυση θεωρίας).
2ο παράδοξο: πρόοδος μέσω των θεωριών με τη λιγότερη πιθανότητα επικράτησης.
8.4. «ΑΝΑΓΩΓΗ» ΘΕΩΡΙΩΝ. ΑΛΗΘΟΦΑΝΕΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. ΖΗΤΗΜΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ.
·         Επιστημονική πρόοδος Popper = όχι μετάβαση από λιγότερο σε περισσότερο αλήθεια, αλλά από ψεύδος σε λιγότερο ψεύδος. Υπέρ εισαγωγής νέων εννοιών και κατηγοριών (νέα σύλληψη κόσμου που ακυρώνει παλιές) = διαδικασία αέναης αναθεώρησης. Ανθρώπινη γνώση σε τροχιά συνεχούς προσέγγισης της αλήθειας (ασυμπτωματική η σχέση γνώσης-αλήθειας).
·         Δεν ανταποκρίνεται στο παγκόσμιο αίτημα επιστήμης για αντιστοίχιση θεωριών με δομή πραγμάτων.
·         Απορρίπτει την εργαλειακή αντίληψη των θεωριών.
·         Θεωρία διαψευσιμότητας = γνωσιολογικός ρεαλισμός.
·         Θεωρία αληθοφανής (όχι αληθής) = εκφράζει αρμογή θεωρίας στα πράγματα. Όχι θεωρία αλήθειας.
Ανατροπή από Tarski (ισχυρή θεωρία αλήθειας): Αλήθεια (με την απόλυτη έννοια) = κανονιστικό ιδεώδες στην πειραματική έρευνα.
Ο Popper πιστεύει ότι η θεωρία της «διαψευσιμότητας» θα ισχύει για πάντα, καθώς δεν υπάρχει επιστημονική θεωρία που να έχει κατακτήσει πλήρη αντιστοιχία με τα πράγματα.
8.5. ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΚΟΣΜΟΙ ΤΟΥ POPPER
Ο Popper τίθεται υπέρ της αντικειμενικότητας της επιστημονικής γνώσης και τονίζει το κανονιστικό ιδεώδες της εμπειρικής έρευνας. Ο κόσμος από τη σκοπιά του “υποθετικού ρεαλισμού” του Popper χωρίζεται σε αυθύπαρκτες τάξεις πραγμάτων:
  1. στην πρώτη κατηγορία που επιγράφεται Κόσμος 1, περιλαμβάνονται όλα τα φυσικά όντα και αντικείμενα,
  2. στη δεύτερη (Κόσμος 2) κατατάσσονται τα περιεχόμενα της ανθρώπινης εμπειρίας (ψυχολογικής), οι εντυπώσεις, τα αισθήματα, οι προσδοκίες, οι πίστεις κτλ.
  3. στην Τρίτη (Κόσμος 3) περιέχονται όλα τα παράγωγα της λειτουργίας του ανθρώπινου νου, λ.χ. τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα, οι ιδεολογικές στάσεις κλπ. Πλέγματα (σώματα) ιδεών σε αφαίρεση από τα υποκείμενα και παράλληλα προς ανεξάρτητη φυσική πραγματικότητα και υποκείμενα. Εκλαμβάνονται ως αντικειμενικές πραγματικότητες και όχι ως υπεραισθητός κόσμος του Πλάτωνα. Επιστημολογία χωρίς υποκείμενο γνώσης (αποφεύγει υποκειμενισμό).
8.6. Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΨΕΥΣΙΜΟΤΗΤΑΣ. Η «ΑΝΟΙΚΤΗ ΚΟΙΝΩΝΊΑ» ΚΑΙ Η ΕΠΙΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΣΜΟΥ
Η ύπαρξη από τον Popper ενός αιτήματος που υποστηρίζει την απόρριψη μιας παραδοσιακής θεωρίας για χάρη μιας νέας ανατρεπτικής θεωρίας, προϋποθέτει την ύπαρξη κοινωνικών δομών που θεσμοθετούν το δικαίωμα του ερευνητή να προσβάλει τις κατεστημένες ορθοδοξίες (αυτεξουσιότητα, ηθική και διανοητική αυτονομία), δηλ. μιας «ανοικτής κοινωνίας» που θα επιτρέπει με τους κατάλληλους θεσμούς την επικράτηση των νέων θεωριών.
Η μεταφυσική πλάνη της συμπαντικής και κοινωνικής ολότητας (ιστορισμός) κατά τον 19ο αιώνα, οδήγησε σε απόλυτες μεταφυσικές αλήθειες με ιστορική δυναμική (ο φυσιοκρατικός ιστορικισμός εμπνέεται από καθολικούς φυσικούς νόμους και τους μεταφέρει στον κοινωνικοπολιτικό στοχασμό). Προγράμματα εμπειρικής έρευνας της ανθρώπινης συμπεριφοράς αλώθηκαν από μεταφυσική (μεταφυσικές αναγκαιότητες Πλάτωνα και Hegel) και μεθοδολογία ιστορικισμού, οδηγώντας στην διατύπωση θεωριών με τη χρησιμοποίηση όρων χωρίς κανένα σαφές εμπειρικό περιεχόμενο όπως Κοινωνία, Ιστορία, Ανθρωπότητα, Έθνος, Εργατική τάξη κλπ. (όλα με κεφαλαίο αρχικό για να τονιστεί η υπέρτερη Ολότητα) και εντέλει στην πραγμάτωση του πολιτικού ολοκληρωτισμού. Όμως, κοινωνία «αυτή καθαυτή» δεν υφίσταται. Η κοινωνική πραγματικότητα αποτελείται από ένα σύνολο συγκεκριμένων, ατομικών και ξεχωριστών αντιλήψεων και πρακτικών που πηγάζουν από εμπειρικά αναγνωρίσιμες κοινωνικές ομάδες, πρόσωπα κ.ά.
Επιστημονική αναφορά και πρακτική παρέμβαση στην κοινωνία μόνο βήμα-βήμα ενασχόληση με εμπειρική πραγματικότητα. Η συνολική ανάπλαση κοινωνίας αποτελεί θεολογικό και όχι επιστημονικό όραμα. Πολιτική = «κοινωνική μηχανική», (ναι στην εξάλειψη της δυστυχίας, όχι εστίαση στην παραγωγή ευτυχίας).
Αναγκαία η αποκάθαρση της επιστήμης από μεθοδολογικό ολισμό και ιστορικισμό. Εργαλείο: θεωρία διαψευσιμότητας.
Ο Popper, εντούτοις, υποστηρίζει την ενότητα των επιστημών που αποτελεί ενόραση του θετικισμού.
8.8 ΟΜΑΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΤΟΥ KUHN (1922-1996)
Ερμηνεία επιστήμης ως ιστορικό φαινόμενο:
·         αίτημα αποτίναξης ελιτίστικου και καταπιεστικού ορθολογισμού και επαναξιολόγηση μορφών πολιτισμού.
Η αλλαγή των επιστημονικών θεωριών κατά τον Kuhn είναι αλληλένδετη με το πλέγμα κοινωνικών θεσμών (πολιτιστική δραστηριότητα, εκπαίδευση, διαπροσωπικές σχέσεις) που υπάρχουν σε μια κοινωνία (καθορισμός εννοιών και στόχων κοινής συνείδησης). Το ζήτημα των θεωριών και της προόδου τίθεται σε συνάρτηση με το συνολικό περίγυρο (πολιτικό γίγνεσθαι). Η επιστημονική πρόοδος σημαδεύεται από την εναλλαγή γενικών ερμηνευτικών σχημάτων φύσης, που ονομάζονται «παραδείγματα», γύρω από τα οποία συγκροτείται μια επιστημονική κοινότητα.
·         «Παράδειγμα» = συντηρητικό σύμπλεγμα ερμηνευτικών προσεγγίσεων και μεθοδολογικών συμβάσεων.
·         Η πολιτιστική συνείδηση της εποχής (ψυχολογία, πολιτισμός, ιδεολογίες) επιλέγει την παραδειγματική θέαση της πραγματικότητας. Αποφασιστικό ρόλο παίζουν οι κάτοχοι κοινωνικής εξουσίας και οι διευθύνοντες ενός επιστημονικού οργανισμού.
·         Για τη σωστή λειτουργικότητα των παραδειγμάτων σημαντικό ρόλο παίζει η κατάλληλη επιλογή προσωπικού (ερευνητών) και ο τρόπος εξοικείωσής τους με το περιεχόμενο της επιστήμης της ομάδας (εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιστημονικά περιοδικά, συνέδρια κ.α. επιβάλουν τη θεωρητική ομοδοξία).
·         Βασικές παραδοχές παραδείγματος = αυταπόδεικτες αλήθειες.
·         Κριτήριο επιτυχίας = η επιβεβαίωση του εκάστοτε «παραδείγματος» (θεωρητικός κομφορμισμός).
·         Κανονιστική η λειτουργία ενός «παραδείγματος» (ενσωμάτωση Popper): Το «παράδειγμα» καθορίζει την παρατήρηση.
·         Στόχοι επιστημονικής έρευνας:
α. διεύρυνση εμπειρικής βάσης,
β. μείωση κενών στη θεωρία,
γ. επίλυση γρίφων που προκύπτουν από την αδυναμία μιας θεωρίας να εξηγήσει τα πάντα.
·         Αλλαγή «παραδείγματος» = ριζική μετατροπή τρόπων θέασης του κόσμου, αλλαγή αντίληψης (Gestalt shift: μορφολογική μετατόπιση).
Φάσεις αλλαγής «παραδείγματος»:
- Η περίοδος θεωρητικής σταθερότητας (και λίγο-πολύ αβασάνιστης πίστης στις βασικές παραδοχές ενός «παραδείγματος») χαρακτηρίζεται από τον Kuhn ως «κανονική επιστήμη». Η προσέγγιση της γνώσης είναι επαληθευτική του «παραδείγματος». Εξωγενείς και ενδογενείς συνθήκες στερεώνουν το «παράδειγμα».
- Στην περίπτωση κατά την οποία οι θεωρητικές παραδοχές ενός «παραδείγματος» αμφισβητούνται, τότε η ομαλή κανονική επιστήμη αντιμετωπίζει συσσώρευση «ανωμαλιών» (φαινομένων που αντιβαίνουν τις προβλέψεις ενός «παραδείγματος») και βρίσκεται σε κρίση (ιδιόρρυθμη κατάσταση μετάβασης).
- Μεταξύ της συμβατικής και της ανώμαλης επιστήμης ξεσπά «πόλεμος παραδειγμάτων» («ουσιώδης ένταση» = κρίση εξουσίας ανάλογη της πολιτικής ή κοινωνικής κρίσης, «επανάσταση»), ο οποίος συχνά καταλήγει σε επικράτηση των πρώην ανωμαλιών που, εντέλει, συγκροτούν τη νέα θεωρητική κανονικότητα. Κρίσιμη μάζα «ανωμαλιών» = συγκρότηση εναλλακτικού «παραδείγματος» = νέα επιστημονική ομάδα. Δαρβινική σύγκρουση «παραδειγμάτων».
- Κάθε νέο (νικηφόρο) παράδειγμα, αφενός, ενσωματώνει το πνεύμα της εποχής του, αφετέρου, κατασκευάζει μια δική του γλώσσα, διαφορετική από τη γλώσσα του παλαιότερου παραδείγματος, με αποτέλεσμα την πλήρη ασυνεννοησία των επιστημόνων του νέου και του παλαιού «παραδείγματος» (λογική ασυμβατότητα). Το φαινόμενο ονομάζεται θεωρητική ασυμμετρία των παραδειγμάτων.
- Το νέο «παράδειγμα» οργανώνεται ως σύστημα εξουσίας και επαναγράφει την ιστορία με απαλοιφή του «επαναστατικού» του παρελθόντος (γίνεται συντηρητικό).
Φιλοσοφία Kuhn:
·         α. ένταξη επιστήμης στην καθημερινότητα,
·         β. αίτημα για κοινωνικό έλεγχο της επιστημονικής διαδικασίας και των παραγώγων της,
·         γ. κοινωνιολογική προοπτική φιλοσοφίας επιστημών
8.9. ΑΣΥΜΜΕΤΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΤΙΚΙΣΜΟΣ. ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ KUHN
Ιστορισμός Kuhn:
·         καταλύει ορθολογική υπόσταση (όχι σχέση με διακρίβωση δομής της φύσης)
·         καταλύει μεθοδολογική ιδιαιτερότητα επιστήμης (κίνδυνος κοινωνικής της αναγωγής και ταύτισή της με πολιτική μεταφυσική ιδεολογία)
Ασάφεια στην κατανόηση του όρου «παράδειγμα» (δύο εναλλακτικοί ορισμοί):
Ευρύτερος ορισμός:
·         «παράδειγμα» = σύνολο πολιτιστικών, αξιολογικών και θρησκευτικών επιλογών μιας κοινής συνείδησης.
·         Επιστημονική θεωρία ως κοινωνική κατασκευή (όχι ιδιαίτερη σχέση με την αλήθεια).
·         Ακραία ερμηνεία έννοιας ασυμμετρίας: τα «παραδείγματα» δεν επικοινωνούν γιατί εκφράζουν μεταφυσικά, πολιτιστικά και πολιτικά οράματα και όχι τη γνώση της δομής των πραγμάτων.
·         Εξωτερική ανάγνωση θεωρήσεων Kuhn: επιστημονική μέθοδος ως δευτερογενής έκφραση κοινωνικοπολιτικών αναγκαιοτήτων, εξωγενών προς αυτή = σχετικισμός (αλήθεια είναι ό,τι δουλεύει ως εργαλείο στα χέρια κάποιων ηγετικών ομάδων για την επιτυχία των βλέψεών τους). Προσπάθεια απόκρουσης κατηγορίας από Kuhn.
Στενότερος ορισμός:
·         «Παράδειγμα» = δεοντολογία και πρακτική μιας επιστημονικής κοινότητας (χωρίς να ετεροκαθορίζεται από την κοινωνία)
·         Επιτρέπει αναφορά στο στόχο της αντικειμενικότητας της αλήθειας.
·         Επιτρέπει την προϋπόθεση αποστασιοποίησης του ερευνητή από ηθικοπολιτικές και συναισθηματικές κλίσεις (ήθος επιστήμονα = αντικειμενικότητα ως προσωπική στάση και επιστημονικό αίτημα).
·         Διαχωρισμός της επιστήμης από το συμφέρον και της αλήθειας από το ευχάριστο.
·         Αποκλεισμός εξωγενών επιρροών καθιστά αδικαιολόγητη την ασυμμετρία (γνήσια λογική αντιπαράθεση) των «παραδειγμάτων».
·         Υποβαθμίζεται η αφετηριακή υπόθεση του Kuhn περί οργανικής σχέσης ανάμεσα σε πολιτιστικό πλαίσιο και επιστημονική διαδικασία.
Η θεωρία «παραδειγμάτων» του Kuhn αποτέλεσε η ίδια μια «αλλαγή παραδείγματος» στη φιλοσοφία της επιστήμης, ενώ στην πιο ήπια εκδοχή της δεν ήταν παρά μια παράλλαξη της ποππεριανής διαψευσιμότητας
8.10 ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ. ΘΕΩΡΙΑ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ LAKATOS
Κατά την άποψη του Lakatos α) ο Popper αποτυγχάνει να αναπαραστήσει την ιστορική πρακτική της επιστήμης (προϋπόθεση εγκυρότητας η κατανοητή ανάδειξη της διαδοχής των θεωριών στην ιστορική έρευνα) και β) απορρίπτει τη θεωρία του Kuhn ως μεθοδολογικό ολισμό. Θεωρία ευάλωτη σε ψυχολογικές ερμηνείες της αλλαγής «παραδείγματος» (επιδράσεις από το περιβάλλον και υποκειμενικές διαθέσεις των ερευνητών), ενώ ο προσηλυτισμός στο «πνεύμα της εποχής» υποβαθμίζει τη μεθοδολογική της ορθολογικότητα.
Πραγματικό πλαίσιο επιστημονικής έρευνας κατά Lakatos: το συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα.
·         Κάθε ερευνητικό πρόγραμμα αποτελείται από δύο συστατικά: α. θεωρητικός πυρήνας Π (που θεωρείται δεδομένος και αμετάβλητος), β. προστατευτική ζώνη βοηθητικών υποθέσεων για τη διασύνδεση του πυρήνα με τη φύση. Η σύζευξή τους οδηγεί στη δημιουργία φυσικών μοντέλων που ελέγχονται από το πείραμα.
·         Αρνητικά πειραματικά ευρήματα δεν αποτελούν διαψεύσεις, αλλά αποκλίσεις που τροποποιούν τις αρχικές παραδοχές (ad hoc βοηθητικές παραδοχές χωρίς να εγκαταλείπεται ο βασικός πυρήνας του προγράμματος).
·         Κανένα ερευνητικό πρόγραμμα δεν θεωρείται αληθές ή ψευδές, αλλά σύστημα πειραματικών πρακτικών.
·         Κρίσιμη συνθήκη (καρδιά ερευνητικού προγράμματος): θετική ευρετική μέθοδος (η θεωρία ως εργαλείο εμπλοκής με τη φύση: καθορίζει πειραματική διερεύνηση).
Παραγωγική ευρετική = πηγή προβλέψεων που στοχεύουν σε νέα πρωτότυπη αλήθεια που αυξάνει την ελεγξιμότητα των υποθέσεων. (Η επιμονή στην ευρετική ως παραγωγικό συστατικό της επιστημονικής μεθόδου αποτελεί κρίσιμη συνεισφορά της θεωρίας Lakatos)
·         Αρχή έρευνας από πρόβλημα (όπως Popper).
·         Όχι a priori περιορισμοί στην επιστημονική πρακτική (θεωρητικά δυνατή η επ΄ άπειρον προσθήκη ad hoc βοηθητικών υποθέσεων).
·         Υπέρ θεωρητικής πολλαπλότητας (χωρίς ένα γενικό πλαίσιο για όλα).
·         Η πειραματική επιτυχία ενός προγράμματος δεν απορρίπτει τα ανταγωνιστικά προγράμματα (όχι στιγμιαία ορθολογικότητα). Οι εναλλακτικές θεωρίες συνυπάρχουν.
·         Δυνατότητα συμμετοχής επιστήμονα σε περισσότερα ερευνητικά προγράμματα (θεωρητική επικοινωνία ανάμεσα σε διαφορετικά προγράμματα: διάψευση ισχυρής ασυμμετρίας Kuhn).
·         Δυνατή η αντικειμενική αποτίμηση της δυναμικής ενός προγράμματος (ζητούμενο: θετική ευρετική). Μηχανισμοί αξιολόγησης:
α. διάθεση πόρων,
β. διακρίβωση εγκυρότητας/αποτελεσματικότητας. Ιστορική πρακτική επιστημονικής κοινότητας ο διαχωρισμός σε ανερχόμενα (προοδευτικά) ερευνητικά προγράμματα και κατερχόμενα (εκφυλιζόμενα).
·         Κρίσιμο πείραμα για πρόγραμμα που εγκαταλείπεται: εργαλείο αντίληψης για το τι έχει συμβεί (χωρίς σημασία κατά Lakatos).
·         Μεθοδολογία επιστημονικών προγραμμάτων παρέχει «μετακριτήριο» για έγκυρη ιστορική γνώση (ιστορική κριτική και της δικής του θεωρίας).
Αδυναμία θεωρίας Lakatos:
Αν όχι αυστηρός διαχωρισμός θεωρητικού πυρήνα Π από προστατευτικό περίβλημα δευτερογενών παραδοχών, τότε οι ad hoc τροποποιήσεις επηρεάζουν τον ίδιο τον πυρήνα, κάτι που κάνει τη θεωρία Lakatos να έρχεται σε αναντιστοιχία με το ιστορικό υπόβαθρο.
Πρόταση Lakatos: «μετακριτήριο» συμπεριλαμβάνεται στο κυρίως κείμενο της ερμηνευτικής του, ενώ η «εμπειρική ιστορία» στις υποσημειώσεις (αναπόδεικτος ισχυρισμός).
Η σκέψη Lakatos αποτέλεσε σταθμό στη φιλοσοφία των επιστημών:
·         Ερμηνεία επιστημονικής θεωρίας ως πρακτική συμπεριφορά εντός ενός ευρύτερου κοινωνικού πλαισίου.
·         Αποτύπωση «εγγενών» χαρακτηριστικών της επιστημονικότητας που διακρίνουν την επιστήμη από άλλες εκφάνσεις του πολιτισμού.
Το ζήτημα της ορθολογικότητας της φιλοσοφίας και της εμπειρικής συμπεριφοράς των επιστημόνων παραμένει ανοιχτό.
8.11 Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΩΣ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΞΟΥΣΙΑΣ. Η ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ FEYERABEND (1924-1994)
·         Ο ιστορισμός του Feyerabend εμπεριέχει μια αντι-επιστημονική αιχμή: τη μη ουδετερότητα και τη μη ανιδιοτέλεια των επιστημόνων.
·         Οργανική ένταξη της επιστήμης στο συνεχές του πολιτισμού (αλληλοκαθορισμός κοινωνικής συνείδησης και επιστημονικής θεωρίας).
·         Επιστήμη: κρίσιμος κοινωνικός μηχανισμός στα χέρια εξουσίας (εταιρείες, κυβέρνηση). Απαξίωση επιστήμης και τεχνοκρατισμού.
·         Όχι υπέρτερο κύρος επιστήμης από άλλες κοινωνικές δρατηριότητες, όχι εγγενή αξία, όχι προνομιακή σχέση με ουσία πραγμάτων. Εξυπηρετεί συμφέροντα και εξαργυρώνει τις επιστημονικές επιτυχίες με συμμετοχή στο σύστημα εξουσίας.
·         Πλαίσιο ποππεριανής κριτικής θετικισμού (ρεαλισμός: οι θεωρίες είναι διαψεύσιμες, αλλά όχι επιβεβαιώσιμες) + συνάντηση με Wittgenstein + παρουσία θεωρίας στην παρατήρηση = «πλαισιοκρατία» (υπαρκτική παράδοση).
·         Μέθοδος Feyerabend: «Αντι-μέθοδος» = τα πάντα επιτρέπονται (γνωσιολογικός αναρχισμός). Κατάλυση κάθε έννοιας κριτηρίου. Οπλοστάσιο ερευνητών: ρητορία, προπαγάνδα (π.χ. Γαλιλαίος), πολιτικοί μηχανισμοί κλπ.
·         Ναι στην πολλαπλότητα θεάσεων και μεθόδων, ναι στις εναλλακτικές θεωρίας και στη γνώση ως δημόσιο αγαθό. Ναι στην απελευθέρωση μέσα στην επιστήμη. Κανένα κοσμολογικό σχήμα του παρελθόντος δεν είναι νεκρό, αλλά συνυπάρχει με το νέο.
·         Προϋπόθεση ελευθερίας: χωρισμός επιστήμης-κράτους και κατάργηση της προνομιακής διασύνδεσης επιστήμης-εξουσίας. Επίβλεψη από επιτροπές πολιτών. Όχι ορθολογικές συζητήσεις, αλλά «λαϊκές κινητοποιήσεις» (αυτόνομη δράση πολιτών).
Η θεωρία του Feyerabend:
- παραθέτει μια εξωτερική προσέγγιση του επιστημονικού φαινομένου
- ανορθόλογη σύλληψη επιστήμης: όχι υπερκοινωνικό/υπερκοινωνικό κριτήριο αλήθειας. Η πραγματικότητα ως υποκειμενική πίστη (εις άτοπον απαγωγή αντι-θετικιστικής φιλοσοφίας Popper ότι η παρατήρηση διαποτίζεται από θεωρία). Εξάλειψη ζητήματος αλήθειας = άκρατος σχετικισμός

- έπιασε το σφυγμό της νέας εποχής και ενέπνευσε τα νέα οικολογικά και αντιτεχνολογικά κινήματα.

Γ.Α.Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια: