Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

ΕΛΠ 20 - Η οικονομία στην Αρχαιότητα

Τόμος Α - Κεφ. 3

Ο Έλληνας Άνθρωπος και η Οικονομία (241)
Ο αρχαϊκός και κλασικός κόσμος ήταν κόσμος χωρικών και ο πολίτης ζούσε από τη γη. Η γεωργία ήταν η κύρια οικονομική δραστηριότητα και η κατοχή γης συνδεόταν άμεσα με την πολιτική ιδιότητα. Οι άλλες οικονομικές δραστηριότητες δεν ήταν τόσο σημαντικές, ακόμη κι όταν εμφανίστηκε το νόμισμα ως μέσο συναλλαγών.
Η εσωτερική δομή και οργάνωση της πόλης – κράτους μεταβάλλεται από τον 4ο αι. και μετά με συνέπειες και στην οικονομία. Έτσι αναπτύσσονται κι άλλες πηγές εισοδήματος, πέρα από την εκμετάλλευση της γης. Αυξάνεται η σημασία του χρήματος και των οικονομικών και επιβεβαιώνεται το νόμισμα.


Η Νομισματική Δραστηριότητα κατά την Αρχαιότητα (243)
Η εμφάνιση του νομίσματος (τέλη 7ου, αρχές 6ου αι.) άλλαξε πολύ την αρχαία ελληνική οικονομία. Διευκόλυνε τις συναλλαγές και επέτρεψε τον πλουτισμό πόλεων και πολιτών.

Η Οικονομία πριν από το Νόμισμα
Πρώτο μέλημα του ανθρώπου ήταν η εξεύρεση αγαθών για την επιβίωσή του. Οι πρώτες κοινωνίες στηρίζονταν στην αυτονομία της παραγωγής. Αρχαίοι συγγραφείς και φιλόσοφοι θεωρούν ευτυχή τον άνθρωπο που παράγει μόνος του ότι χρειάζεται. Η έννοια της οικονομίας ήταν συνώνυμη με αυτήν του οίκου και σκοπός μιας πόλης ήταν η αυτάρκεια (Αριστοτέλης). Με την πάροδο των ετών ο άνθρωπος συνειδητοποίησε πως ο καταμερισμός της εργασίας ήταν πιο αποδοτικός, καθώς παραγόταν πλεόνασμα που μπορούσε να ανταλλαχθεί με άλλα προϊόντα. Έτσι γεννήθηκε το εμπόριο. Στην αρχή γινόταν με ανταλλαγή προϊόντων «αντιπραγματισμός». Η αξία ενός προϊόντος καθοριζόταν από τη χρησιμότητα και τη σπανιότητά του. Η συγκριτική αξία καθοριζόταν από το κύριο προϊόν κάθε χώρου.

Μειονεκτήματα του αντιπραγματισμού : (244)
-                      η παραγωγή αγαθών και βοσκημάτων δε συμπίπτει πάντα με τις ανάγκες ανταλλαγής
-                      οι έμποροι πρέπει να έχουν χρήσιμα αγαθά για να ανταλλάξουν
-                      το εμπόρευμα πρέπει να είναι ισάξιο με το ανταλλάξιμο προϊόν.
-                      Το μέτρο προσδιορισμού της αξίας πρέπει να είναι αποδεκτό από όλους.

Μονάδες Αξίας πριν από την Εμφάνιση του Νομίσματος
Στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο αρχικά χρησιμοποιήθηκαν τα σιτηρά και κατόπιν τα μέταλλα. (κώδικας του Χαμουραμπί) (245) Το μέταλλο χυνόταν σε λεπτό σύρμα για να διευκολυνθεί το ζύγισμα. Για αυτό η χρήση της ζυγαριάς ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη. Το μέταλλο ως μονάδα μέτρησης ήταν πιο εύχρηστο, καθώς
-                      είχε πραγματική αξία
-                      ήταν μικρό σε όγκο
-                      μπορούσε να υποδιαιρεθεί σε μικρότερες αξίες χωρίς να υποστεί ζημιά
-                      φυλασσόταν εύκολα χωρίς να φθείρεται
-                      δε χρειαζόταν συντήρηση και διατήρηση
Τόσο η Αίγυπτος όσο και η Μεσοποταμία είχαν υιοθετήσει τον κανόνα, ένα μέτρο αξίας και σύγκρισης προϊόντων. Αρχικά ο κανόνας βασιζόταν στα σιτηρά και κατόπιν σε κάποιο πολύτιμο μέταλλο. Όμως μέταλλα δεν υπάρχουν παντού. Τα βασίλεια που δεν είχαν μεταλλεία, έπρεπε να τα εισάγουν, να τα αποκτούν ως λάφυρα ή να τα εισπράττουν ως φόρο υποτέλειας.
Οι ίδιες συνθήκες επικρατούσαν και στην Ελλάδα. Το ανάκτορο – η κεντρική εξουσία – συγκέντρωνε και διένειμε τα προϊόντα μέχρι το 12ο αι.
Εδώ γεννιέται το ερώτημα, ποιοι ήταν οι κάτοχοι μετάλλου και ποιοι το διαχειριζόντουσαν. Φαίνεται πως ήταν λίγοι, καθώς κυριαρχούσε η αναδιανομή και όχι η ιδιωτική πρωτοβουλία. Στην Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία τα αγαθά συλλέγονταν (246) από τις αρχές και μετά μοιράζονταν στο λαό. Σύμφωνα με ευρήματα, τα αρχεία πληρωμών και δανείων φυλάσσονταν μαζί με τα επίσημα σταθμά.
Συμπέρασμα : Η οικονομία αυτών των κοινωνιών χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία μιας κεντρικής εξουσίας που αναδιανέμει τα προϊόντα ανάλογα με την κοινωνική θέση και το επάγγελμα  του καθενός.

Η Οικονομία κατά τους Ομηρικούς Χρόνους
Πυρήνας ήταν ο οίκος που είχε ευρύτερη έννοια από τη σημερινή. Εκτός από τους συγγενείς εξ αίματος, στον οίκο ανήκουν τόσο οι εργάτες όσο και οι δούλοι της οικογένειας. Όλα τα μέλη υπακούν στον αρχηγό που συγκεντρώνει και διανέμει τα αγαθά.
Ως μέτρο αξίας, υιοθετήθηκαν διάφορα αντικείμενα. Στην αρχή ήταν τα βόδια και ο πλούτος στηρίζεται στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Υπολογίζεται σε κεφαλές ζώων, πολύτιμα αντικείμενα, υφάσματα και μέταλλα.
Γύρω στον 8ο αι. με την εμφάνιση της πόλης κράτους γίνονται ριζικές αλλαγές. (247) το επίκεντρο της οικονομίας στηρίζεται στην κτηματική ιδιοκτησία, ενώ παράλληλα αναπτύσσεται η βιοτεχνία και το εμπόριο. Το ρόλο του αρχηγού ενός οίκου, τον παίζουν οι αριστοκρατικές οικογένειες. Παρατηρείται επίσης μεγάλη αύξηση του πληθυσμού και καταμερισμός της εργασίας. Έτσι δημιουργούνται νέες ανάγκες. Η λύση είναι εκτός από τους πολέμους, η ανάπτυξη του εμπορίου και οι αποικίες.
Οι πρώτες εμπορικές συναλλαγές αναφέρονται από τον Όμηρο. Η επαφή με άλλους πολιτισμούς ήταν ωφέλιμη τόσο υλικά όσο και πολιτιστικά (π.χ. το αλφάβητο των Φοινίκων).
Γύρω στο 10 αι. ο ελλαδικός χώρος υιοθέτησε τη χρήση μετάλλου. Οι μεσοποτάμιες μονάδες βάρους ‘μνα’ και ‘σέκελ’ έφτασαν και εδώ. Τα μέταλλα έγιναν λέβητες, τρίποδες και πέλεκεις, ως σκεύη-νομίσματα. Μια άλλη μορφή, είναι το τάλαντο.
Στην Πελοπόννησο χρησιμοποιήθηκε ο σιδερένιος οβελός, αφιερωμένος από τον τύραννο του Άργους Φείδωνα, στη θεά Ήρα.
Η Σπάρτη (248) διατηρεί τη δύσχρηστη μορφή του σκεύους νομίσματος και μετά την εμφάνιση του νομίσματος στην Ελλάδα, στους πελάνορες. Αυτό συνέβαινε για να αποφευχθεί η δημιουργία μεγάλης περιουσίας.

Η Επινόηση του Νομίσματος
Σύμφωνα με τα (249) ευρήματα ο πρώτος ‘θησαυρός’ νομισμάτων προέρχεται από το Αρτεμίσιο της Εφέσου. Οι πρώτες νομισματικές κοπές χρονολογούνται γύρω στο 625 – 600 π.Χ. Δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τους εφευρέτες του νομίσματος (Ίωνες ή Λυδοί) καθώς δεν υπάρχουν αποδείξεις πάνω στα νομίσματα. Πάντως, ανεξάρτητα από το χώρο εφεύρεσης, η διάδοσή του μπορεί να θεωρηθεί ελληνικό φαινόμενο καθώς οι ιωνικές πόλεις άρχισαν να εκδίδουν και να χρησιμοποιούν νομίσματα.
Η (250) επικρατέστερη θεωρία είναι του Cook και του Kraay που θεωρούν πως το νόμισμα χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή μισθοφόρων  και γενικότερα για συναλλαγές του κράτους. Οι πηγές πάντως δεν το πιστοποιούν.
Δεν ξέρουμε ποιος εφάρμοσε πρώτος τα νομίσματα από ήλεκτρο. Μπορεί να είναι δυνάστες, βασιλείς ή υπεύθυνοι της κοπής. Ο Κροίσος της Λυδίας ήταν αυτός που εγκαινίασε το διμεταλλικό σύστημα (νομίσματα χρυσού – αργύρου).
Η χρήση του εξαπλώθηκε μέσω των αποικιών σε όλη τη Μ. Ασία. Το νόμισμα έχει ρίζες στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική άνοδο της πόλης. Η ανάπτυξη του νομίσματος δεν έχει μόνο σχέση με το εμπόριο και τον πλούτο αλλά και με τις διαφοροποιήσεις των πόλεων – κρατών. Από το 800 π.Χ. δημιουργούνται στα κέντρα των πόλεων αγορές, κέντρα διοίκησης (251) δικαιοσύνης και λατρείας. Ίσως από αυτή τη σχέση να βγαίνει και η λέξη νόμισμα – νόμος. Η πορεία του νομίσματος συνδέεται με την πορεία της ελληνικής κοινωνίας από το ανακτορικό, μυκηναϊκό σύστημα, και το φεουδαρχικό της Μεσοποταμίας, στο πολιτειακό σύστημα των πόλεων – κρατών.
Το κράτος χρησιμοποιεί το νόμισμα για πληρωμές. Η αύξηση της παραγωγής μπορεί να συνδέεται με στρατιωτικές εκστρατείες. Με νόμισμα πληρώνονται επίσης οι δημόσιοι υπάλληλοι, δίνονται εισφορές, δώρα και άλλα.
Γύρω στον 6ο αι. οι πόλεις του ελλαδικού χώρου εκδίδουν νομίσματα.

Η Εξάπλωση του Νομίσματος ως Μέσο Συναλλαγής
Πρώτη η Αίγινα έκοψε αργυρά νομίσματα, κατόπιν η Κόρινθος και η Αθήνα για να ακολουθήσει και ο υπόλοιπος ελλαδικός χώρος. Με το νόμισμα, η πόλη – κράτος επιβεβαιώνει την αυτονομία (252) και πιστοποιεί την ύπαρξή της. Έχει κέρδος καθώς εισπράττει 5% φόρο επί της ονομαστικής του αξίας όπως επίσης κερδίζει και από το συνάλλαγμα στο οποίο υπόκεινται οι ξένοι. Το νόμισμα γίνεται τόσο αποδεκτό που σύντομα κόβονται νομίσματα μικρών υποδιαιρέσεων για τις καθημερινές συναλλαγές. Λόγω της δυσχρηστίας τους όμως, σύντομα αρχίζουν να κόβονται χάλκινα νομίσματα με ψεύτικη ονομαστική αξία που δεν υιοθετήθηκαν ταυτόχρονα από τις πόλεις.
Πάντως το κρατικό χρυσό νόμισμα είναι σπάνιο. Ο χρυσός χρησιμοποιούνταν για άλλα αντικείμενα (αγάλματα) ή φυλασσόταν για περιπτώσεις ανάγκης καθώς η αξία του ήταν πολύ μεγάλη. Μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου τα χρυσά νομίσματα κατακλύζουν τις αγορές.
5ος αι. : το διεθνές νόμισμα ήταν τα αθηναϊκά τετράδραχμα, απομιμήσεις των οποίων συναντάμε στην Αραβία, τη Συρία, τη Βαβυλώνα και την Αίγυπτο.

Η Μέθοδος της Νομισματοκοπίας και η Εξεύρεση του Μετάλλου (253)
Τα μέταλλα χύνονταν και γίνονταν νομίσματα στο νομισματοκοπείο (δεν έχουμε πληροφορίες για αυτό). Σε πόλεις όπου η νομισματοκοπία είναι διαρκής, πρέπει να υπήρχε σταθερό, μόνιμο κτίριο. Στις άλλες, η νομισματοκοπία ήταν περιοδική.
Υπήρχαν πόλεις που έκοβαν νομίσματα για λογαριασμό άλλων αν και τις περισσότερες φορές, κάθε πόλη έκοβε τα δικά της.
Τα νομίσματα ήταν παιστά (ένα θερμασμένο στρογγυλό πέταλο χτυπιόταν ανάμεσα σε δύο μήτρες, τον οπισθότυπο και τον εμπροσθότυπο).
Τα μεγάλου μεγέθους ήταν χυτά σε μήτρες (254). Λίγες έχουν βρεθεί, μάλλον διότι μετά την παραγωγή τις κατέστρεφαν για την αποφυγή παραχαράξεων.
Όπως είπαμε, δεν είχαν όλες οι πόλεις μεταλλεία. Έτσι γίνονταν εισαγωγές μετάλλου.

Οι Νομισματικοί Τύποι (255)
Α. το ομιλόν σύμβολο της πόλης (π.χ. ένα μήλο στη Μήλο)
Β. αντικατοπτρίζει τον πλούτο της πόλης (ένα στάχυ στη Λευκανία)
Γ. αναπαράσταση του προστάτη – θεού
Δ. αναφορά σε κάποιο μύθο της πόλης
Ε. υπόδειξη πολιτικών αλλαγών (θαλάσσια χελώνα για την Αίγινα αρχικά, χερσαία χελώνα όταν κατακτήθηκε από τους Αθηναίους ) (256)
Στ. απεικόνιση πορτρέτου κάποιου θνητού. Τα πορτρέτα στα νομίσματα, εδραιώνονται από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου
Σπάνιες είναι (257) οι αναπαραστάσεις ιστορικών σκηνών που σχετίζονται με την επίδραση της Ανατολής. Το αντίθετο συνέβη στους ρωμαϊκούς χρόνους, όπου λόγω προπαγάνδας απεικονίζονται οι αρετές και οι άθλοι του εκάστοτε αυτοκράτορα.

Η Οικονομία της Αθήνας (257)
Η Αθήνα, ήταν μια από τις ισχυρότερες πόλεις – κράτη και φυσικά υπήρξε μια από τις πρώτες που έκοψαν νόμισμα.
Ο πλούτος της προερχόταν από την αγροτική – κτηνοτροφική παραγωγή, το εμπόριο, τη βιοτεχνία, τους φόρους και τα πλούσια μεταλλεία του Λαυρίου. Επίσης, ως ‘υπερδύναμη’ συνέλεγε φόρους υποτέλειας και από άλλες πόλεις. Η κυριαρχία αυτή υπήρξε μακρόχρονη. Ο Πειραιάς ήταν κέντρο εμπορικών επαφών καθώς το θαλάσσιο εμπόριο είχε μεγάλη ανάπτυξη, λόγω των δύσβατων χερσαίων δρόμων. Το οδικό δίκτυο παρέμενε κακό, για προστασία από επιδρομές.
Ο πληθυσμός αποτελούνταν από πολίτες, μέτοικους και σκλάβους. Μόνον οι πρώτοι μπορούσαν να έχουν έγγεια περιουσία. Λόγω του εμπορίου, αναπτύχθηκαν οι έμποροι και οι βιοτέχνες, που μαζί με τους αγρότες και τους φτωχούς, συμμαχούσαν εναντίον των αριστοκρατών. Σημειώνουμε πως ο πλουτισμός με κινητή περιουσία είναι γνώρισμα των αναπτυγμένων κοινωνιών, καθώς στην αρχή μιας πόλης, το μόνο περιουσιακό στοιχείο ήταν η γη.
Ο Σόλωνας προχώρησε (258) σε μεταρρυθμίσεις για να μειώσει τις διαφορές μεταξύ πολιτών και αριστοκρατών. Η οικονομική μεταρρύθμιση όμως δεν είναι νομισματική καθώς τα πρώτα αθηναϊκά νομίσματα εμφανίστηκαν μετά την εποχή του. Αφορούσε μόνον μέτρα και σταθμά.
Ο Σόλων διαχώρισε τους πολίτες ανάλογα με το εισόδημά τους, με μονάδα μέτρησης το μέδιμνο, ελαφρύτερη μονάδα από την προηγούμενη. Ανάλογα με τα έσοδα, ορίστηκε ο φόρος που μπορούσε να καταβάλλει ο κάθε πολίτης, όπως και τα αξιώματα που μπορούσε να αναλάβει. Έτσι, ακόμα και οι θήτες μπορούσαν να μετέχουν στη διακυβέρνηση. Η μετρική αυτή μεταρρύθμιση διευκόλυνε και το εμπόριο.
Μετά το Σόλωνα ανέλαβε ο Πεισίστρατος και οι αριστοκράτες. Η Αθήνα απέκτησε μεγάλη οικονομική και πολιτική ώθηση. Το κράτος αναπτύσσεται κι έχουμε εισοδηματική πολιτική, ανάπτυξη της βιοτεχνίας και του εξαγωγικού εμπορίου. Η Αθήνα εξάγει προϊόντα. Ο Σόλωνας δίνει κτήματα στους ακτήμονες και πιστώσεις στους παραγωγούς, ενισχύοντας τη μικρή ιδιοκτησία.
Η Αθήνα κόβει νομίσματα το 570. μπροστά φέρουν διάφορα εμβλήματα και πίσω έγκοιλο τετράγωνο. Ο Πεισίστρατος καθορίζει το βάρος (8,35 γρ.).
(259) Οι γαιοκτήμονες αντιδρούν και ο Κλεισθένης εφάρμοσε ένα μετριοπαθέστερο πρόγραμμα. Η πόλη όμως, είχε ήδη αποκτήσει δημοκρατικό πολίτευμα.
Τα πρώτα αθηναϊκά τετράδραχμα φέρουν την Αθηνά και την κουκουβάγια κι εμφανίζονται στην εποχή του Ιππία. Οι ‘γλαύκες’ επιβάλλονται στις διεθνείς αγορές καθώς γίνονται παντού αποδεκτές. Την πρώτη ύλη δίνουν τα κρατικά μεταλλεία του Λαυρίου.

Η Οικονομική Ζωή της Πόλης (260)
Το νόμισμα χρησιμοποιήθηκε στην καθημερινή ζωή από νωρίς. Από τον 6ο αι. η πόλη νοικιάζει μεταλλεία και κτήματα σε φρατρίες, δήμους και οργανώσεις, καθώς και ακίνητα που της ανήκουν σε ξένους, μέτοικους και απελεύθερους δούλους. Οι πολίτες χρησιμοποιούσαν το νόμισμα στην καθημερινή ζωή, στην πληρωμή φόρων, εισφορών κλπ. Το ίδιο έκαναν και οι αγρότες.
Οι αγορές της Αττικής ήταν στην Αθήνα, στον Πειραιά και στο Σούνιο. Βέβαια, ο αντιπραγματισμός διατηρήθηκε στην ύπαιθρο, έστω και σε λανθάνουσα μορφή κάτι που ο Αριστοτέλης θεωρούσε απολίτιστο. Ίσως να μη μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ακριβώς το μέγεθος της χρήσης του νομίσματος, ο μεγάλος αριθμός τους όμως, αποδεικνύει το εύρος τους.
Η Αθήνα είχε το πιο αναπτυγμένο σύστημα εισόδων – εξόδων από τον 5ο έως τον 4ο αι. υπό την έγκριση της Εκκλησίας του Δήμου. Το εξέθετε κάθε μήνα ο αντιγραφεύς. Σώζεται μάλιστα πληθώρα επιγραφών με αναφορές στα οικονομικά της πόλης. (Ακολουθούν παραδείγματα στη σελ. 261).
Πέραν των τακτικών εξόδων (261) υπήρχαν και οι έκτακτες δαπάνες. Οι μεγαλύτερες, έγιναν για δημόσια έργα την εποχή του Περικλή.
Τα έσοδα της πόλης ήταν μεγαλύτερα από τα έξοδά της, λόγω των φόρων και των μονοπωλίων σε προϊόντα, τράπεζες, τα μεταλλεία του Λαυρίου και τη νομισματοκοπία. Οι άμεσοι φόροι των πολιτών ήταν τακτικοί και έκτακτοι.
Τακτικοί : ήταν μόνο η εισφορά, καθώς θεωρούσαν πως ο κεφαλικός, ο φόρος ιδιοκτησίας και εργασίας έπλητταν την ελευθερία του ατόμου. Επίσης υπήρχαν οι λειτουργίες, όπως η χορηγία, η γυμνασιαρχία και η ιπποτροφία που ήταν τακτές.
Έκτακτοι : η τριηραρχία και η αρχιθεωρία
Οι μέτοικοι πλήρωναν 12 δραχμές το χρόνο σε άμεσους φόρους, όπως και οι ξένοι. Όταν δε μπορούσαν να πληρώσουν, πωλούνταν ως δούλοι.
Έμμεσοι φόροι : η εκποίηση περιουσίας της πόλης, οι δημεύσεις περιουσιών, τα δικαστικά έξοδοι, τα τέλη και οι δασμοί, διάφοροι φόροι κλπ.
Για τη συλλογή των εσόδων, οι πόλη είχε ειδικούς εισπράκτορες με στρατιωτικές δυνάμεις, που επέβαλλαν κυρώσεις στους λαθρεμπόρους. Υπήρχαν επίσης κρατικοί λειτουργοί που επέβλεπαν τις τιμές.
Ένα από τα κυριότερα έσοδα των Αθηνών ήταν οι εισφορές των συμμάχων αλλά και γενικότερα τα έσοδά της ήταν πολλά. Έτσι κατάφερε να είναι ένα από τα πλουσιότερα κράτη για δύο αιώνες, προσελκύοντας μέτοικους. Τον 5ο αι. προσπάθησε ανεπιτυχώς να επιβάλλει το νόμισμά της σε όλη την επικράτεια. Πάντως, η Αθήνα κατάφερε να έχει μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίου καταφέρνοντας έτσι να κυριαρχεί, μέχρι την έλευση των Μακεδόνων. Με το Μ. Αλέξανδρο η ελληνική κυριαρχία φτάνει στο απόγειό της και επιβάλλει το νόμισμά της που είναι σύμφωνο με τον αττικό κανόνα  τον οποίο ήδη αποδέχονταν οι περισσότερες περιοχές.

Οικονομική κρίση στην Αθήνα (263)
Τον 5ο και 4ο αι. η Αθήνα έχει όλο και περισσότερους πολίτες που δεν είναι ιδιοκτήτες γης ενώ οι μικροϊδιοκτήτες εξαρτιόνταν από τους πλούσιους γαιοκτήμονες με συνέπεια το δανεισμό.
Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, οι αντιθέσεις οξύνθηκαν και η οικονομία παρουσίασε κάμψη. Σταμάτησε η εισροή φόρων υποτέλειας, εξασθένησε το εμπόριο και η πόλη δεν είχε πρόσβαση στα μεταλλεία του Λαυρίου. Χιλιάδες δούλοι δραπέτευσαν, το κράτος βρέθηκε ταπί, αδυνατούσε να πληρώσει τις υποχρεώσεις του και κατέφυγε σε έκτακτα οικονομικά μέτρα :
-                      τέθηκαν σε κυκλοφορία χρυσά νομίσματα 12πλάσιας αξίας. Το μέταλλό τους προήλθε από επτά επιχρυσωμένα αγάλματα Νικών που είχαν φτιαχτεί για αυτό το σκοπό. Τα χρυσά νομίσματα γρήγορα βγήκαν από την κυκλοφορία κι  η πόλη κυκλοφόρησε χάλκινα. Οι Αθηναίοι δεν το αποδέχτηκαν εύκολα αυτό. Και αυτά αντικαταστάθηκαν με αργυρά. Το αθηναϊκό νόμισμα επανεκδίδεται το 391 με το ίδιο βάρος και τύπο. Έχουμε επίσης πληθώρα υποδιαιρέσεων για τις καθημερινές συναλλαγές (264).
Η νομισματική παραγωγή ελαττώνεται από τα μέσα του 4ου αι. λόγω των νομισμάτων του Φιλίππου Β και κυρίως του Αλέξανδρου Γ. Ακόμα κι έτσι όμως, η Αθήνα κράτησε σταθερό το βάρος και την ποιότητα του μετάλλου της, χωρίς να καταφύγει στην υποτίμηση.

Η Οικονομική Πολιτική των Σελευκιδών (265)
Στο βασίλειο αυτό, κυκλοφορούσαν εκτός από τα νομίσματα των βασιλέων, νομίσματα του Αλέξανδρου και των διαδόχων του. Αυτά μάλιστα του Αλέξανδρου καλύπτουν το 80% της κυκλοφορίας καθώς τα δέχονται κυρίως οι μισθοφόροι, η Συρία και η Παλαιστίνη.
Οι αρχικές εκδόσεις του Σέλευκου φέρουν το όνομα του Αλέξανδρου και έχουν τους ίδιους τύπους. Δικά του νομίσματα έκοψε προς το τέλος της βασιλείας του. Ο διάδοχός του Αντίοχος Α καθιέρωσε το πορτραίτο στο νόμισμα, κρατώντας και αυτός το αττικό βάρος. Άλλωστε το κράτος του βρισκόταν μέσα σε μια περιοχή όπου κυκλοφορούσαν διάφορα νομίσματα, ίδιου σταθμητικού κανόνα, του αττικού.
Η νομισματική πολιτική των Σελευκιδών φαίνεται ανοικτή, βασισμένη στο εμπόριο. Ήταν όμως στην ουσία η συνέχεια μιας πρακτικής που προϋπήρχε καθώς γενικά, οι Σελευκίδες δεν έκαναν πολλές αλλαγές και το σύστημά τους παρέμεινε σταθερό μέχρι την κατάκτησή τους από τους Ρωμαίους. Είχαν όμως δύο μειονεκτήματα :
- το βασίλειο έχανε κέρδη, καθώς οι έμποροι και οι ξένοι δεν χρειαζόταν να κάνουν συνάλλαγμα
- το βασίλειο δε μπορούσε να ελέγξει το πλήθος των νομισμάτων και μπορούσε να βρεθεί σε έλλειψη ή πληθώρα νομισμάτων, κάτι που δημιουργεί πληθωρισμό.
Βέβαια, η πολιτική αυτή είχε και πλεονεκτήματα :
- τα νομίσματα ήταν ισχυρά και με αξία στις διεθνείς αγορές και είχαν καλή τιμή αλλαγής
- οι επιχειρήσεις ανθούσαν όπως και το εμπόριο, η βιοτεχνία και η αγροτική παραγωγή
Συμπέρασμα : Οι Σελευκίδες επέλεξαν να έχουν πλούσιους πολίτες για να μπορούν να έχουν πλούσιο κράτος.

Η Οικονομική Πολιτική των Πτολεμαίων
Η Αίγυπτος των Πτολεμαίων διέθετε φυσικά σύνορα κάτι που διευκόλυνε την προστασία της. Ο πληθυσμός της ήταν κυρίως αγροτικός και ζούσε κατά μήκος του Νείλου. Ο πλούτος της βασιζόταν στις εξαγωγές της. Η οικονομία των Πτολεμαίων ήταν κλειστή, με την επιβολή και κυκλοφορία αποκλειστικά του βασιλικού νομίσματος.
Ο Πτολεμαίος ο Α είναι ο πρώτος που σταματά τα αλεξάνδρεια νομίσματα. Τα νέα 4δραχμα φέρουν έμπροσθεν το πορτρέτο του και όπισθεν έναν αετό.
Από τους Θησαυρούς καταλαβαίνουμε πως ο Πτολεμαίος όχι μόνο εκδίδει νομίσματα δικά του, αλλά επιβάλλει αυτό το μονοπώλιο και σε άλλες κτήσεις. Από ευρήματα του ελλαδικού χώρου, συμπεραίνουμε πως τα πτολεμαϊκά νομίσματα κυκλοφορούσαν παράλληλα με αυτά άλλων χωρών, αν και έχουν κατώτερη αξία.
Από έναν πάπυρο, μαθαίνουμε πως οι ξένοι έμποροι όταν έφθαναν στην Αίγυπτο ήταν υποχρεωμένοι να αλλάξουν τα χρήματά τους με πτολεμαϊκά. Όσοι είχαν νομίσματα αττικού κανόνα, έχαναν ένα 17-18% της αξίας τους. Έτσι το κράτος κέρδιζε περισσότερο. Προφανώς οι έμποροι το δέχονταν αυτό, λόγω των κατώτερων τιμών των προϊόντων καθώς και της πληθώρας προϊόντων και ποιότητας. (269) Οι τιμές διατηρούνταν χαμηλές λόγω του μονοπωλίου, αυξάνονταν όμως οι έμποροι και τα νομίσματα που κυκλοφορούσαν. Για την αποφυγή πληθωρισμού, οι Πτολεμαίοι :
-                      κυκλοφορούσαν ελεγχόμενη ποσότητα χρήματος. Έκοβαν μόνον όσα χρειάζονταν για τις συναλλαγές τους.
-                      Στο εσωτερικό της Αιγύπτου, κυκλοφορούσαν μόνο χάλκινα νομίσματα με υπερτιμημένη αξία, με τα οποία αγόραζαν χρυσά ή αργυρά, κερδίζοντας επιπλέον. Άλλωστε, η επιβολή μονοπωλίου προϋπήρχε στην Αίγυπτο.
-                      Πριν από τους Πτολεμαίους, δεν υπήρχαν πολλές ελληνικές πόλεις, άρα η νομισματική παραγωγή ήταν μικρή. Στη χώρα (270) δεν κυκλοφορούσαν νομίσματα και στην ύπαιθρο γινόταν χρήση του αντιπραγματισμού. Άρα δεν υπήρχε νομισματική παράδοση, κάτι που άφηνε το πεδίο ελεύθερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: